ατάκτως ερριμμένα Χ
Τα παρακάτω, ατάκτως ερριμμένα, αποσπάσματα είναι επιλογή από αναρτήσεις Απριλίου, Μαΐου και Ιουνίου 2010
Ο Σοφοκλής Δούσμανης περιγράφει την πορεία του θωρηκτού Αβέρωφ κατά τη ναυμαχία της Λήμνου (Ιαν. 1913):
Ο “Αβέρωφ” εξακολουθεί μόνος διώκων τα εχθρικά σκάφη, βάλλων πάντοτε δι’ ομοβροντιών πότε εκ της μιας και πότε εκ της άλλης πλευράς… Τοιουτοτρόπως η πλεύσις του “Αβέρωφ” σχηματίζει είδος μαιάνδρου και είναι έξοχον το θέαμα, αλλά και πολύ σπάνιον συνάμα, αν όχι μοναδικόν εις την ναυτικήν Ιστορίαν, να βλέπη τις δηλ. ολόκληρον στόλον, εκ πολλών αποτελούμενων σκαφών, να φεύγη καταδιωκόμενος υφ’ ενός μόνον πλοίου, και τούτου ουχί ανωτέρου (κατωτέρου μάλιστα) κατά την επιθετικήν δύναμιν των αντιπάλων του… Ο “Αβέρωφ” κατά τη διάρκειαν όλης της διώξεως ταύτης μου έκαμνε την εντύπωσιν μανδροσκύλου, γαυγίζοντος διαρκώς και τρέχοντος πότε μεν προς τα εδώ, πότε δε προς τα εκεί, διά να αναγκάση τα πρόβατα του κοπαδιού να εισέλθουν εις την στάνην…
ΣΟΦΟΚΛΗΣ ΔΟΥΣΜΑΝΗΣ “ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΝ ΤΟΥ ΚΥΒΕΡΝΗΤΟΥ ΤΟΥ Γ. ΑΒΕΡΩΦ ΚΑΤΑ ΤΟΥΣ ΠΟΛΕΜΟΥΣ ΤΟΥ 1912-13″
από την “ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΝΕΩΤΕΡΑΣ ΕΛΛΑΔΟΣ”
του ΣΠΥΡΟΥ ΜΑΡΚΕΖΙΝΗ
Εκδόσεις ΠΑΠΥΡΟΣ
Πού να βρεις ρότα με την ψυχή τ’ ανθρώπου;
ΗΛΙΑΣ ΒΕΝΕΖΗΣ «ΩΚΕΑΝΟΣ»
Εκδόσεις ΕΣΤΙΑ
Το θέλει ο άνθρωπος να μιλά και να ξαλαφρώνει.
ΗΛΙΑΣ ΒΕΝΕΖΗΣ «ΩΚΕΑΝΟΣ»
Εκδόσεις ΕΣΤΙΑ
Το βάσανο τ’ ανθρώπου δεν είναι μαθές αυτό: πως πρέπει να συλλογίζεται;
ΗΛΙΑΣ ΒΕΝΕΖΗΣ «ΩΚΕΑΝΟΣ»
Εκδόσεις ΕΣΤΙΑ
Παίζουν οι άνεμοι, παίζουν τα σύννεφα, παίζει ο Θεός με τους ανθρώπους.
ΗΛΙΑΣ ΒΕΝΕΖΗΣ «ΑΙΟΛΙΚΗ ΓΗ»
Εκδόσεις ΕΣΤΙΑ
Όταν κανείς είναι φτωχός και βασανίζεται, τι να λυπηθεί; Δεν έχει καιρό, όλα θέλουν ηρεμία. Το σώμα έγινε με πηλό, πρώτο, κ’ έπειτα, πολύ έπειτα, έγινε η καρδιά και αποτέθηκε μέσα του.
ΗΛΙΑΣ ΒΕΝΕΖΗΣ «ΓΑΛΗΝΗ»
Εκδόσεις ΕΣΤΙΑ
Το γυρισμό του στη Μυτιλήνη, ύστερα από την αιχμαλωσία, περιγράφει σε μια συνέντευξή του (Απογευματινή 5/6/1969). “Ήταν η μέρα που γύριζα στη Μυτιλήνη από τα κάτεργα της Ανατολής. Η αποβάθρα ήταν γεμάτη κόσμο. Όλοι ήθελαν να μου σφίξουν το χέρι, να μου μιλήσουν, να με ρωτήσουν για τους δικούς τους, που είχαν μείνει στην απέναντι αιολική γη…”
Τότε τον πλησίασε ένας άγνωστος άνθρωπος, ο Μυριβήλης! Του έσφιξε το χέρι και τον ρώτησε:
-Τι σκοπεύεις να κάνεις τώρα;
-Να ξεχάσω! είπα απλά.
-Πρέπει να τα γράψεις όλα.
-Όλα! ρώτησα με αγωνία.
-Όλα.
Δίσταζα, δεν ήθελα να γράψω, δεν μπορούσα να γράψω.
-Άκου, μου λέει ο φίλος μου. Είμαι κι εγώ λίγο συγγραφέας. Δημοσιεύω ένα δικό μου μυθιστόρημα στην “Καμπάνα”. Είναι μια καλή εφημερίδα. Όταν τελειώσω το δικό μου, κοίτα να έχεις έτοιμο το δικό σου… Η “Ζωή εν τάφω” τέλειωσε σε μερικές εβδομάδες. Ο Μυριβήλης διάβαζε τα χειρόγραφά μου και κινούσε το κεφάλι. “Καλά πας”, μου ‘λεγε. “Γράφε”.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΒΑΛΕΤΑΣ, “Ο ΜΑΡΤΥΡΙΚΟΣ ΘΡΙΑΜΒΙΚΟΣ ΑΝΗΦΟΡΟΣ ΤΟΥ ΒΕΝΕΖΗ”
περιοδικό ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ
τεύχος 1139 Χριστούγεννα 1974
Από μακριά
Αλλά οι Τούρκοι, όταν το “Νούμερο 31.328″ μεταφράσθηκε σε ξένες γλώσσες και το διάβασαν μετά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, τάβαλαν μαζί μου ότι τους προσβάλλω. Ήθελαν να καταγράψω αγγελικά τα συμβάντα κατά τη μικρασιατική καταστροφή: τις πυρπολήσεις, τον “λευκό θάνατο” των ομήρων και τις σφαγές – στα οποία ήμουν αυτόπτης. Επαναλαμβάνω: μπόρεσα να γράψω το χρονικό αυτό χωρίς μίσος. Και, καθώς φαίνεται, νέος τότε ήλπιζα ότι η λογοτεχνία μπορεί να εξημερώνη, να βοηθά τους ανθρώπους να γίνουν καλύτεροι, με το να τους υπενθυμίζη το τι συμβαίνει όταν αποχαλίνωνται τα ένστικτα. Η αγριότητα του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου μας έβγαλε απ’ αυτές τις αφελείς αυταπάτες. Κατερείπωσε και αυτά τα όνειρα.
Οι Τούρκοι μετά την έκδοση του “Νούμερο 31.328″ στην Ευρώπη μου έχουν απαγορεύσει την είσοδο στη χώρα τους.
(…)
Δεν θα πάω στην Ανατολή, δεν πρόκειται. Θα βλέπω από μακριά, απ’ την Εφταλού, τα βουνά της πατρίδας μου, της Ίδης, του Ιλίου. Και θα σκέπτομαι ότι και αυτό είναι ένα προνόμιο: Εκατομμύρια ξερριζωμένων ανθρώπων του εκπληκτικού διαστημικού αιώνα μας δεν το έχουν, ούτε αυτό. Το από μακριά.
ΗΛΙΑΣ ΒΕΝΕΖΗΣ “Οι Τούρκοι και ένας Έλληνας συγγραφέας”
εφημερίδα ”ΤΟ ΒΗΜΑ”, 30/3/1971
από το ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΑΡΧΕΙΟ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΙΚΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΛΑΜΠΡΑΚΗ
Το αηδόνι
Ο Ηλίας Βενέζης θυμάται τον Στράτη Μυριβήλη:
Μια μέρα, στην πρώτη νιότη μας, στη Μυτιλήνη, μου είπε:
-Στο Ακλειδιού ήρθε ένα αηδόνι σπουδαίο. Θα πάμε να ξαγρυπνήσουμε για να τ’ ακούσουμε την αυγή.
Ακλειδιού είναι είναι ένα μαγευτικό μέρος, παράλιο, έξω απ’ τη Μυτιλήνη. Αντίκρυ είναι τα βουνά της Ανατολής, το Δικελή, η Πέργαμος, το Τραπέζι του Δαιμόνου, το Λιος, τα Κιμιντένια. Στο Ακλειδιού ο Ελευθέριος Βενιζέλος, επαναστάτης του πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, ξεμοναχιαζόταν και κοίταζε ονειροπόλος την απέναντι Μικρασία την Μεγάλη Ελλάδα των πατέρων μας. Εκεί στο Ακλειδιού, πήγαμε με τον Μυριβήλη και ξενυχτήσαμε, εκείνην την άνοιξη της νιότης μας, περιμένοντας ως την αυγή το ξακουστό αηδόνι. Δεν θυμάμαι πια, ύστερα από τόσα χρόνια που πέρασαν, αν ήρθε το αηδόνι και αν το ακούσαμε.
ΗΛΙΑΣ ΒΕΝΕΖΗΣ, περιοδικό ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ,
τ. 1033 (15/7/1970)
Από τις «Στιγμές» του Κώστα Μόντη:
Σκέφτομαι τι κακό όνομα θάχουμε βγάνει στο σύμπαν.
Θ’ ακούν “γήινος” και θα κουμπώνονται.
από τις “ΣΤΙΓΜΕΣ”
περιοδικό ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ, τ. 1701
ΠΡΟΣ ΖΩΗ (ΠΑΡΑΛΛΑΓΗ)
Πόσα “μάλιστα” μ’ ανάγκασες να πω,
πόσα “μάλιστα” φορτισμένα “όχι” μ’ ανάγκασες να πω!
από το περιοδικό ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ, τ. 1701
ΕΚΛΕΙΨΗ ΤΗΣ ΣΕΛΗΝΗΣ
Σκέφτομαι το Φεγγάρι
που μαζί με τη σκιά της Γης
πέφτουν απάνω του βαριές
κι οι δικές μας σκιές.
από το περιοδικό ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ, τ. 1701
Προσπαθήστε να μη φύγετε οφειλέτες,
να μη σας τραβάν εκεί απάνω στα δικαστήρια.
από τις “ΣΤΙΓΜΕΣ”
περιοδικό ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ, τ. 1760
Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΩΝ ΕΙΔΩΝ
Είχε εντέλει προσέξει
πως όσο προχωρούσε
τόσο χειροτέρευε η κατάσταση
κι έτσι αποφάσισε να διακόψει στον άνθρωπο
από το περιοδικό ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ, τ. 1733
ΓΙΑ ΤΗ ΓΗ
Την επάνδρωσες με δυο αποδιοπομπαίους αμαρτωλούς, Κύριε,
και να τ’ αποτελέσματα τώρα.
από το περιοδικό ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ, τ. 1733
Ο ΘΕΟΣ ΚΙ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ
Μας έκανε λίγους γιατί έχει πολλούς πούναι πολλοί.
από το βιβλίο του Γ. Κιτρομηλίδη: “ΜΟΡΦΕΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ”
ΠΡΟΣ ΧΑΡΟ Ι
Δε θάχω “όχι”.
Φτάνει μονάχα να ξέρω
πως δε θα με ζητήξη εκείνο το πρωί το εγγονάκι μου,
φτάνει μονάχα να ξέρω
πως δε θα περιέρχεται το σπίτι και να με γυρεύη
πως δε θα περιέρχεται το σπίτι και να με φωνάζη.
Σου το λέω από τώρα,
σε προειδοποιώ από τώρα υπό ποια προϋπόθεση!
από το βιβλίο του Γ. Κιτρομηλίδη “ΜΟΡΦΕΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ”
Το τελευταίο πράγμα που ξεχνά η μνήμη είναι οι ενοχές
από τις “ΣΤΙΓΜΕΣ”
Είναι πάντα φρονιμότερο να σηκώνουμε εμείς τις κουρτίνες πριν τις σηκώσουν οι άνεμοι!
Τι είν’ αυτό το «αιωνία η μνήμη»,
ποιος σάς το ζήτησε;
Αφήστε τον άνθρωπο να ξεχαστεί!
Περίεργο πράγμα η καρδιά.
Όσο τη σπαταλάς τόσο περισσότερη έχεις.
Πόση πτώση άραγε μας μένει ως την κορφή;
Κι ένα μνημείο στον Ακούσιο Στρατιώτη, κύριοι,
ένα μνημείο στο στρατιώτη που ακούσια πολέμησε,
που ακούσια σκότωσε,
που ακούσια σκοτώθηκε.
Ποιο “κράτος”, κύριοι, ποιο “κράτος”;
Σ’ αλλεπάλληλους σωρούς “κρατών” πατάμε.
Δεν καταλαβαίνετε πως με τεχνητά μέσα
κρατάμε την Ιστορία στη ζωή;
από τις «ΣΤΙΓΜΕΣ» Εκδόσεις ΚΕΔΡΟΣ
από το ΣΠΟΥΔΑΣΤΗΡΙΟ ΝΕΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
ΤΗΣ ΕΙΣΒΟΛΗΣ
Είναι δύσκολο να πιστέψω
πως μας τους έφερε η θάλασσα της Κερύνειας
είναι δύσκολο να πιστέψω
πως μας τους έφερε η αγαπημένη θάλασσα της Κερύνειας
*
Πικρή θάλασσα της Κερύνειας
που πρέπει ν’ αποσύρουμε πια
τους στίχους που σου γράψαμε (Α, 229)
από το “ΠΙΚΡΑΙΝΟΜΕΝΟΣ ΕΝ ΕΑΥΤΩ”
από το anagnostria. blogspot.com
ΓΙΑ ΤΟΝ ΘΕΟ
Λοιπόν νομίζω πως αν ο Ιησούς δεν ήταν Γιος του
μα εγγονός Του
δεν θα μας άφηνε να Τον σταυρώσουμε
κι ας γινόμαστε ό,τι θέλαμε.
από το anagnostria. blogspot.com
Ανησυχούμε που αρχίσαμε να μην ανησυχούμε,
ανησυχούμε που αρχίσαμε
να μη μένουμε πια άγρυπνοι τις νύχτες. (Α, 295)
από το anagnostria. blogspot.com
ΤΑ ΣΚΟΥΛΗΚΙΑ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ
Λέγε ό,τι θες. Θα συναντηθούμε μια μέρα.
από το greekpoems.wordpress.com
ΤΟΥΡΚΟΙ ΣΤΟΝ ΠΕΝΤΑΔΑΧΤΥΛΟ
Απορώ πώς συνεννοούνται μαζί του!
Απορώ τι γλώσσα του μιλούν!
από τα “ΚΥΠΡΙΑ ΕΙΔΩΛΙΑ”
Ο κίνδυνος δεν είν’ η μοναξιά,
ο κίνδυνος είναι να μη συνηθίσεις στη μοναξιά.
από τα “ΑΝΤΙΜΑΧΑ”
Υπομονή. Λίγη ακόμα κωπηλασία και τελειώνουμε,
λίγη ακόμα κωπηλασία και βουλιάζουμε.
από τα “ΑΝΤΙΜΑΧΑ”
ΖΩΗ
Δεν τη νοιάζει αν μας δυσαρεστεί.
Ξέρει πως δεν θα ξανασυναντηθούμε.
περιοδικό “η λέξη”, τ. 173
από το http://genesis.ee.auth.gr/dimakis/POETS/mi.html
Η ΦΥΛΑΚΗ
Το χειρότερο δεν είναι
που μ’ έκλεισαν σ’ αυτή τη φυλακή
και πήραν τα κλειδιά κι έφυγαν,
μα που δεν ξέρω ως πού φτάνει η φυλακή μου,
που δεν ξέρω το περίγραμμά της,
για να κάνω επιτέλους
σαν άνθρωπος κι εγώ
μιαν απόπειρα αποδράσεως.
από την “ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ ΠΑΠΥΡΟΥ”
ΔΕΥΤΕΡΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑ
Συγχώρεσέ τον Κύριε
που θα παρουσιαστεί αναμάρτητος
και δε θα ‘χη απάντηση όταν τον ρωτήξης:
“Εσύ τι έκανες τόσα χρόνια
Εσύ πού σπαταλήθηκες τόσα χρόνια”.
από το περιοδικό ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ, τ. 1628
Από τη Δυστυχία του να είσαι Έλληνας του Νίκου Δήμου:
Οι έλληνες εξακολουθούν πάντα να αντιμετωπίζουν το κράτος τους, σαν να ήταν το τούρκικο βιλαέτι. Έχουν δίκιο.
Εκμεταλλευτές του ελληνικού μόχθου δεν είναι τόσο οι καπιταλιστές μας, όσο οι συνεχιστές της ένδοξης ελληνικής παράδοσης των αεριτζήδων. Μεσάζοντες, παράγοντες, κομπιναδόροι (ελληνοαμερικανοί και μη).
Τον αιώνα που πέρασε, η ελληνική εκκλησία υπηρέτησε – πιστά και αφοσιωμένα – πολλούς κυρίους. Εκτός από τον Ένα.
Στατιστικές παράμετροι του μέσου έλληνα (1975): ζει στην ακριβότερη χώρα της Ευρώπης -σε σχέση με τις αμοιβές του- έχει τη χειρότερη κοινωνική ασφάλιση, τα περισσότερα τροχαία ατυχήματα, το φτωχότερο εκπαιδευτικό σύστημα και τις μικρότερες κυκλοφορίες βιβλίων. (Ελπίζω να βρεθεί καμιά Πορτογαλία, να με διαψεύσει σε κάτι απ’ όλα αυτά).
Όλη τη μεθοδικότητα και το σύστημα, που μας λείπουν από την καθημερινή μας ζωή και εργασία, τις συγκεντρώνουμε στη μυστική αποστολή μας: να καταστρέψουμε όσο γίνεται πιο αποτελεσματικά αυτόν τον ωραίο τόπο μας έταξεν η μοίρα.
Η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει! (Μην απελπίζεστε: Ας προσπαθήσουμε λίγο ακόμα…)
Οι έλληνες, καταναλωτές ευτυχίας… Το όνειρο του Καραγκιόζη! Αλλά πόσο οδυνηρό το ξύπνημα…
ΝΙΚΟΣ ΔΗΜΟΥ “Η ΔΥΣΤΥΧΙΑ ΤΟΥ ΝΑ ΕΙΣΑΙ ΕΛΛΗΝΑΣ”
Εκδόσεις ΕΡΜΕΙΑΣ¹
¹Το βιβλίο εκδίδεται τώρα από τις εκδόσεις ΠΑΤΑΚΗ
από “Το φως που καίει” του Κ. Βάρναλη:
Πάντα οι νικημένοι έχουνε τ’ άδικο. Και τ’ άβουλο πλήθος πάει ταχτικά με τους νικητές.
Ως τώρα η ιστορία του Κόσμου είναι ιστορία των Νικητών.
Λεφτεριά θα πει δύναμη.
Οι λαοί πιστεύουνε πιότερο τ’ αφτιά τους παρά τα μάτια τους. Πιότερο το Μύθο παρά τα γεγονότα. Πιότερο τη φαντασιά τους παρά την κρίση τους.
ΜΩΜΟΣ: Δεν μπορούνε να σωθούν οι ψυχές από τίποτα, όσο παραμένει όξω τους η αιτία του Κακού.
ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ: Ποια;
ΜΩΜΟΣ: Η Ανισότητα.
από “ΤΟ ΦΩΣ ΠΟΥ ΚΑΙΕΙ” Εκδόσεις ΚΕΔΡΟΣ
Τα παρακάτω λόγια του Γιάννη Τσαρούχη είναι από το βιβλίο του Φώτη Κρικζώνη¹ “Εγώ, ο μπάρμαν” Εκδόσεις Καστανιώτη:
Γιάννης Τσαρούχης:
«Μια μέρα συνέστηνε στον ποιητή Καρούζο: “Νίκο, να περνάτε από τις διαβάσεις μόνο όταν ανάψει το πράσινο για τους πεζούς. Εχετε δει Ελληνα οδηγό; Οδηγεί σαν τους τιμημένους ήρωες του αλβανικού μετώπου. Πιάνει το τιμόνι σαν την ξιφολόγχη, φωνάζει: ‘Αέρα!’ και ορμάει…”».
¹Ο Φώτης Κρικζώνης ήταν μπάρμαν στο θρυλικό αθηναϊκό μπαρ “17″.
από το άρθρο του Γ. ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΥ “Διασημότητες στην μπάρα”
εφημερίδα ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ 30/7/2009
Τα καραμανλίδικα: μια γλώσσα μόνο γραπτή
Οι Έλληνες της Αμάσειας, όπως είπαμε, ήταν τουρκόφωνοι. Οι περισσότεροι ήξεραν μόνο λίγες ελληνικές λέξεις μεμονωμένες: ψωμί, νερό, θέλω, έλα κ.τ.λ., απομεινάρια των όσων είχαν μάθει στα παιδικά τους χρόνια στο νηπιαγωγείο και τα είχαν ξεχάσει. Λιγότεροι ήταν αυτοί που μπορούσαν να σχηματίσουν απλές προτάσεις.
Όλοι σχεδόν όμως οι άντρες όπως και αρκετές γυναίκες, προπάντων οι νεότερες, ήξεραν να γράφουν και να διαβάζουν τα ελληνικά γράμματα, άσχετα αν δεν καταλάβαιναν αυτά που διάβαζαν, αν ήταν γραμμένα στην ελληνική γλώσσα. Συλλαβίζοντας με κόπο μάθαιναν τις προσευχές απ’ τα προσευχητάρια ή τις μάθαιναν, κυρίως οι γυναίκες προφορικά η μία απ’ την άλλη, πολλές φορές και με φωνητικά λάθη, για να τις διδάξουν στα παιδιά τους.
Η γραπτή γλώσσα των Ελλήνων της Αμάσειας ήταν τα καραμανλίδικα. Μια και δεν ήξεραν να διαβάζουν και να γράφουν τα ελληνικά γράμματα, έγραφαν με ελληνικά στοιχεία την τουρκική γλώσσα που μιλούσαν.
Η χρήση των καραμανλίδικων, και στην Αμάσεια και σ’ άλλα τουρκόφωνα μέρη, δεν νομίζω πως ήταν ένα απλό βόλεμα της ανάγκης. Το ότι προτίμησαν να αποδίδουν την τουρκική, που αναγκαστικά μιλούσαν, στον γραπτό λόγο μ’ ελληνικά στοιχεία, παρά να μάθουν τα τουρκικά γράμματα πήγαζε από μια συνειδητή λαχτάρα κι επιμονή να κρατηθούν Έλληνες.
αποσπάσματα από το βιβλίο της ΕΥΔΟΚΙΑΣ ΕΠΕΟΓΛΟΥ ΜΠΑΚΑΛΑΚΗ “Η ΑΜΑΣΕΙΑ”
Εκδόσεις ΑΔΕΛΦΩΝ ΚΥΡΙΑΚΙΔΗ
Να παίρνουν στο στόμα τους το Χριστό και την Παναγία
Ακούγοντας λοιπόν για τη λιτή διαίτα των Ελλήνων με λάδι, ελιές και ρέγγες, για το μέρα ψώνιζε – μέρα φάγε, για την απλυσιά τους μια και δεν είχαν χαμάμια, για την αχτενισιά των γυναικών μη χαλάσουν οι ψιλές κοτσίδες που έπλεκαν τα μαλλιά τους, και το πιο αδιανόητο, να μην έχουν “αναγκαίον” (αποχωρητήριο) στα σπίτια τους, κι αυτά όλα σε μια χώρα που την έκαιγε ο ήλιος και να μην είχαν κι “αμπέλια” να παραθερίζουν, έβλεπαν ότι σε τίποτε δεν τους έμοιαζαν, κι ας ήταν κι “εκείνοι” Έλληνες. Τίποτε δεν τους ταίριαζε κι η διαφορά μεγάλωνε και βάθαινε. Και πάνω απ’ όλα ακούγοντας ότι οι Ελλαδίτες πάνω στο θυμό τους μπορούσαν να παίρνουν στο στόμα τους το Χριστό και την Παναγία και να βρίζουν τα ιερά και τα όσια, διαφοροποιούσαν θρησκευτικά τον εαυτό τους, και φυσικά θεωρούσαν τους Γιονάν όχι καλούς χριστιανούς όπως ήταν οι Ρουμ.
ΕΥΔΟΚΙΑ ΕΠΕΟΓΛΟΥ ΜΠΑΚΑΛΑΚΗ “Η ΑΜΑΣΕΙΑ”
Εκδόσεις ΑΔΕΛΦΩΝ ΚΥΡΙΑΚΙΔΗ
Γιατί δεν έγινε σφαγή στην Αμάσεια
Μα πιο πολύ απ’ όλα φοβήθηκα το τάγμα του Τοπάλ Οσμάν, όταν ξαφνικά μια μέρα, βρεθήκαμε μπροστά του, την ώρα που πηγαίναμε με τη μητέρα μου κάπου. Και φυσικά γυρίσαμε πίσω. Ήταν η ώρα που, ύστερα απ’ τη σφαγή στη Μερζεφούντα, έμπαινε στην Αμάσεια για να συνεχίσει το μακελειό του.
Ένα θέαμα επιβλητικό, αλλά τρομαχτικό, που σε παρέλυε. Μαυροντυμένοι όλοι απ’ την κορυφή ως τα νύχια με φυσεκλίκια αστραφτερά, καβάλα σε πανομοιόμορφα νεαρά άλογα αραβικής ράτσας, και πρώτος ο αρχηγός τους. Όλοι οι Ρωμιοί -φυσικά τα γυναικόπαιδα, γιατί οι άντρες ήταν εξόριστοι- πίστεψαν πως είχαν πια την απάντηση στην επαναλαμβανόμενη απορία τους: “Άραγε θάρθει κι εδώ!” Ο σφαγέας ήταν πια μέσα στην πόλη. Χριστιανός χριστιανό δεν είδε, δεν του μίλησε κείνη τη μέρα. Κλειδομανταλωμένοι όλοι στα σπίτια μας περιμέναμε τη νύχτα, την ώρα της σφαγής. Στον παραμικρό θόρυβο κάποιος τιναζόταν: “Έρχονται!”. Κι οι άλλοι ξεψυχισμένα επαναλάμβαναν: “Ακόμα… ακόμα…;” Ήταν πραγματικά μια νύχτα που ακόμα την “τρέμει ο λογισμός”. Το ξημέρωμα επιτέλους μας βρήκε ζωντανούς!
Η γυναίκα του Μουτασαρίφη (νομάρχη) της Αμάσειας Εμίν-Μπέη, που ήταν βαριά άρρωστη, είχε παρακαλέσει τον άντρα της να μην επιτρέψει τη σφαγή, για να μη κλάψει τόσες καλές φίλες της!
ΕΥΔΟΚΙΑ ΕΠΕΟΓΛΟΥ ΜΠΑΚΑΛΑΚΗ “Η ΑΜΑΣΕΙΑ”
Εκδόσεις ΑΔΕΛΦΩΝ ΚΥΡΙΑΚΙΔΗ
Η Αμερικανοεβραία Ρέιτσελ Κόρι γεννήθηκε στις 10 Απριλίου 1979 στην Ολύμπια της Ουάσιγκτον των ΗΠΑ και πέθανε στις 16 Μαρτίου 2003, σε ηλικία 23 χρόνων, στη Λωρίδα της Γάζας. Για την ακρίβεια, καταπλακώθηκε από μια μπουλντόζα Caterpillar D9 των ισραηλινών δυνάμεων άμυνας στην προσπάθειά της να αποτρέψει την κατεδάφιση σπιτιών Παλαιστινίων σε κατοικήσιμη περιοχή της Ράφα, την οποία είχαν ορίσει ως ζώνη ασφαλείας. Τρία χρόνια μετά την προθεσμία που είχε η ίδια ορίσει για να αλλάξει ο κόσμος στη σχολική της έκθεση, η Ρέιτσελ βρέθηκε στην καρδιά των πιο τραγικών γεγονότων. Και έτσι απλά η καρδιά της σταμάτησε να χτυπάει. Τρεις ακτιβιστές που παρακολουθούσαν από μακριά την άνιση αναμέτρησή της με την μπουλντόζα έτρεξαν και άρχισαν να της δίνουν τις πρώτες βοήθειες. Είπε μόνο: «Η πλάτη μου έσπασε!». Τίποτε άλλο…
από το άρθρο της Αστερόπης Λαζαρίδου ”Από την Άννα Φρανκ στη Ρέιτσελ Κόρι”
εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ, 27/1/2010
Απεθεώθη η Ληντς από 50.000 φιλάθλους
ενώ η Μίλαν με 1-0 κατέκτησε το κύπελλο.
ΔΙΕΣΥΡΘΗ ΚΑΙ ΔΙΕΘΝΩΣ Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΙΑΙΤΗΣΙΑ
Με αγανάκτηση 50.000 Έλληνες φίλαθλοι είδαν χθες βράδυ στο Καυτατζόγλειο στάδιο Θεσσαλονίκης, να υφαρπάζη το ευρωπαϊκό τρόπαιο των κυπελλούχων, η ιταλική “Μίλαν” από την αγγλική “Ληντς”. Και την στιγμήν που ο διαιτητής σημείωσεν την λήξιν της δραματικής αναμετρήσεως, το αγριεμένο πλήθος ξέσπασε σε ζητωκραυγές για τους ηττημένους. Ήταν η πιο σκληρή στιγμή ενός γεμάτου τραχύτητα και συγκλονιστικές φάσεις αγώνος.
Οι Έλληνες φίλαθλοι που κατέκλυσαν το Καυτατζόγλειο περίμεναν να αποθεώσουν τους νικητάς ενός ωραίου αγώνος. Αντιθέτως, αποθέωσαν τους ηττημένους και ένοιωσαν βαθιά πληγωμένοι για το γεγονός ότι ένας Έλληνας υπήρξε η αιτία για τη νίκη του “κακού” επί του “καλού”, του “άσχημου” επάνω στο “ωραίο”, της αδικίας επάνω στη δικαιοσύνη. Για μια ακόμη φορά ένας λαός -φιλάθλων στη συγκεκριμένη περίπτωση- ένοιωσε να τον κλέβουν…
ΓΙΑΝΝΗΣ ΛΙΑΠΗΣ εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ 17/5/1973
Ολέ, ολέ, Ληντς!
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ του ανταποκριτού μας
Αγανακτισμένοι ξεχύθηκαν λίγο μετά το τέλος του χθεσινού αγώνος οι θεαταί του Καυτατζογλείου στους δρόμους της Θεσσαλονίκης φωνάζοντας:
“Ολέ, ολέ, Ληντς, Ληντς”!
Οι αποδοκιμασίες, εξάλλου, για τη διαιτησία εκφράζονταν με έντονο τρόπο και πολλά συνθήματα.
Η Θεσσαλονίκη πραγματικά χθες ντράπηκε για τη διαιτησία του κ. Μίχα και, αν ήξεραν τι επρόκειτο να συμβή στο στάδιο, κανείς Βορειοελλαδίτης φίλαθλος δεν θα πατούσε σ’ αυτό.
Αλλά ας ακούσουμε και μερικές δηλώσεις για το χθεσινό 1-0 Μίλαν – Ληντς:
• Η σύζυγος του Αντιβασιλέως Πρωθυπουργού κυρία Δέσποινα Παπαδοπούλου, που παρακολούθησε στο Καυτατζόγλειο τον αγώνα, είπε:
“Κέρδισε ο καλύτερος. Η διαιτησία, νομίζω, πως ήταν καλή. Οι φίλαθλοι δεν πρέπει να έχουν παράπονα”.
• Ο κ. Γ. Βλαδίμηρος (Γ.Γ.Α.): “Ευχαριστώ τους Έλληνες φιλάθλους για την αθρόα προσέλευσή τους στο Καυτατζόγλειο. Τίποτε άλλο”.
• Ντον Ρέβι (προπονητής της Ληντς): “Ευχαριστώ τους Έλληνες φιλάθλους για τη συμπαράστασή τους. Σήμερα αποχαιρετώ την Ληντς, με την οποία διακόπτω τη συνεργασία μου”.
• Νερέο Ρόκκο (προπονητής της Μίλαν): “Η ομάδα μου δεν απέδωσε σήμερα τεχνικό παιχνίδι. Πάντως και η διαιτησία δεν ήταν διαιτησία”.
Λες Σάννον (προπονητής του ΠΑΟΚ): “Έτσι μούρχεται να πάρω το αεροπλάνο και να φύγω! Δεν εξετέθη απόψε η ελληνική διαιτησία, αλλά ολόκληρο το ελληνικό ποδόσφαιρο. Λυπάμαι. Ήταν κρίμα”.
εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ 17/5/1973
από το Ιστορικό Αρχείο Δημοσιογραφικού Οργανισμού Λαμπράκη
Η συν-είδηση του θανάτου
Υπάρχουν πολλοί επιθετικοί προσδιορισμοί για τον άνθρωπο· αλλά ο πλέον καίριος είναι ότι ο άνθρωπος είναι θνητός. Και τούτο δεν σημαίνει απλώς πως ο άνθρωπος πεθαίνει, αλλά ότι ο άνθρωπος ζει γνωρίζοντας πως θα πεθάνει. Το ζώο ζει μη γνωρίζοντας πως θα πεθάνει. Η διαφορά είναι μεταξύ πνεύματος και φύσεως.
απόσπασμα από το δοκίμιο του ΧΡΗΣΤΟΥ ΜΑΛΕΒΙΤΣΗ “Η ΣΥΝ-ΕΙΔΗΣΗ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ”
από το βιβλίο του: “ΤΑ ΜΗΛΑ ΤΩΝ ΕΣΠΕΡΙΔΩΝ”
(1984) Εκδόσεις IMAGO
Ο πολιτισμός της ευχέρειας
Οι Δυτικές κοινωνίες εισέρχονται πλησίστιες στον πολιτισμό της ευχέρειας. Ενώ όλοι οι μέχρι τώρα πολιτισμοί ήσαν πολιτισμοί της δυσχέρειας. Η διαφορά είναι κρίσιμη. Διότι η δυσχέρεια συνθέτει τους πολιτισμούς, η δε ευχέρεια τους αποσυνθέτει.
Βέβαια, ο πολιτισμός έγινε από τον άνθρωπο για να μετατρέψει τη δυσχέρεια σε ευχέρεια. Οι παλιοί πολιτισμοί το καταφέρανε τούτο σε περιορισμένο βαθμό και για περιορισμένο αριθμό ανθρώπων. Μόνον ο δικός μας πολιτισμός στη δεύτερη φάση του, σε αυτήν της καταναλωτικής κοινωνίας, επέτυχε να μεταστοιχειώσει τη δυσχέρεια σε ευχέρεια σε μεγάλο βαθμό και για μεγάλο αριθμό ανθρώπων. Με τον καιρό δε αυξάνει και ο βαθμός της ευχέρειας. και ο αριθμός των ανθρώπων που την απολαμβάνουν. Αυτό ονειρευόταν ο άνθρωπος από καταβολής του· τώρα το επέτυχε· δεν νιώθει ευτυχής;
Εδώ ακριβώς βρίσκεται η μεγάλη αποκάλυψη: ότι στον πολιτισμό της ευχέρειας ο άνθρωπος δεν αισθάνεται ευτυχής. Αλλά και κάτι παραπάνω: δεν αισθάνεται ασφαλής. Και την πλέον ταπεινή συνείδηση του πολιτισμού της ευχέρειας την έχει σταυρώσει η κατήφεια και την έχει χαράξει η υποψία, ή και η βεβαιότητα της ριζικής ανασφάλειας. Πράγματι, αυτό το τελευταίο είναι πολύ απογοητευτικό· ατενίζομε πλέον και στις αμέτοχες συνειδήσεις τον κατοπτρισμό της ματαιότητας του πολιτισμού μας.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΜΑΛΕΒΙΤΣΗΣ “Ο ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΕΥΧΕΡΕΙΑΣ”
από το βιβλίο του: “ΤΑ ΜΗΛΑ ΤΩΝ ΕΣΠΕΡΙΔΩΝ”
(1984) Εκδόσεις IMAGO
Αλλά σου έλεγα για τις λαχτάρες που έκανα στη μάνα μου. Όταν, που λες, είσαι για εκτέλεση, έχεις κάθε μέρα επισκεπτήριο. Ε, ήρθε η κακομοίρα η μάνα μου την πρώτη μέρα να με δει. Για να πάω στο στρατοδικείο, μου είχαν φέρει ένα κοστούμι του αδερφού μου, γιατί εγώ δεν είχα καλά ρούχα. Αφού είδα τη μάνα μου, την αγκάλιασα, της λέω, κοίτα να δεις, αύριο που θα ‘ρθεις, να μου φέρεις τα παλιά μου τα ρούχα να φορέσω, γιατί, ε, αφού μεθαύριο θα μας σκοτώσουν, να μην πάει τζάμπα και το κουστούμι. Μπαμ η μάνα μου, κάτω, ξερή. Κάναμε επισκεπτήριο μαζί με τον Μαύρο, οπότε μου σφυρίζει μια σφαλιάρα, και μου λέει, τι λες, ρε τσόγλανε, στη μάνα σου, είναι κουβέντες αυτές; Όχι, δεν το ‘κανα επίτηδες, τα είχα χαμένα και γω ο φουκαράς, δεν ήξερα τι να της πω όπως σπάραζε στην αγκαλιά μου… Τέλος, χέσ’ τα. Το κακό είναι πως ποτέ δεν μπόρεσα να της εξηγήσω μερικά πράγματα, όπως να πούμε πόσο πολύ την αγαπούσα και τι καταφύγιο ήταν για μένα στα μεγάλα μου ζορίσματα… Αλλά έτσι είναι πάντα, ποτέ δεν προλαβαίνουμε να πούμε τα πιο ουσιαστικά πράγματα, και το καταλαβαίνουμε μόνο σα χαθούμε.
ΧΡΟΝΗΣ ΜΙΣΣΙΟΣ “…ΚΑΛΑ, ΕΣΥ ΣΚΟΤΩΘΗΚΕΣ ΝΩΡΙΣ”
Εκδόσεις ΓΡΑΜΜΑΤΑ
αφού δεν μπόρεσε το έργο να το κρατήσει η παράσταση…
Δεν μπορώ εδώ να μην κάνω μία ερώτηση, γιατί υπήρχε η φήμη ότι ήταν σκληρή.
Ναι, ήταν. Αλλά ήταν με τον εαυτό της πιο πολύ απ’ όλους. Όταν ανέβασε τη “Μικρή μας Πόλη” που ήταν ένα πολύ ωραίο έργο, παίχτηκε τελευταία, του Θόρντον Γουάιλντερ, ήταν μεγάλη αποτυχία, εδώ είναι το μυστήριο, δηλαδή σε δέκα μέρες μέσα έπρεπε το έργο να κατέβει και της λένε: πρέπει να το κατεβάσουμε, και είπε εντάξει, θα ανεβάσουμε “Το ανοιξιάτικο τραγούδι” του Τζων Βαν Ντρούτεν… και κάποια στιγμή, λίγο πριν κατέβει το έργο, έρχεται ο Ψαθάς, να δει το έργο, ο Ψαθάς τότε ήταν η ηλεκτρονική δύναμη του Τύπου, δηλαδή όταν το έγραφε ο Ψαθάς ήταν σα να λέμε σήμερα…
Σα να λέμε σήμερα για ποιον;
…Το ‘πε η τηλεόραση…
Μάλιστα.
Κάτι τέτοιο… Και ο Ψαθάς, αυτός ο πολύ τραχύς εισαγγελέας του ελληνικού Τύπου, δάκρυσε σε μία μάλιστα σκηνή που λέει: “αυτά που ζήσαμε τι κρίμα που δεν καταλαβαίναμε τότε τι αξία είχαν”, μία πραγματικά πολύ δυνατή σκηνή… και γράφει ένα χρονογράφημα – ύμνο την άλλη μέρα. Και αμέσως οι εισπράξεις ανεβαίνουν κάθετα. Και γίνεται ΤΟ πρώτο θέατρο. Και κρατάει αυτό για μέρες. Και βεβαίως όλοι περιμένουν ότι η Έλλη θα αλλάξει γραμμή και θα κρατήσει το έργο… και συνεχίζει τις πρόβες κι όταν την ρωτάνε: μα γιατί, αφού το έργο πάει τόσο καλά; λέει: αφού δεν μπόρεσε το έργο να το κρατήσει η παράσταση και το κράτησε ο Ψαθάς τότε πρέπει το έργο να κατέβει…
ΦΡΕΝΤΥ ΓΕΡΜΑΝΟΣ
από μια συζήτηση με την Εύη Κυριακοπούλου
στην εκπομπή της ΕΡΤ “ΑΝΤ’ ΑΥΤΟΥ” (1998)
Ούτε έναν!
Για τη σκληρότητα όμως, την είχε… ακόμα και σε πρόσωπα πολύ διάσημα και επώνυμα… στον Καραμανλή φερ’ ειπείν… κάποτε όταν της τον είχε συστήσει περιχαρής ο Χορν, γύρω στο ’57 – ’58, και της είπε ο Καραμανλής ότι, ξέρετε, εγώ… επί των ημερών μου, είναι μόνο 800 πολιτικοί κρατούμενοι στις φυλακές, του λέει η Λαμπέτη: “Δεν ντρέπεστε που το λέτε; 800 πολιτικοί κρατούμενοι! Ούτε έναν δεν έπρεπε να έχετε!” Και ο Χορν, βεβαίως, χλώμιασε.
ΦΡΕΝΤΥ ΓΕΡΜΑΝΟΣ
από μια συζήτηση με την Εύη Κυριακοπούλου
στην εκπομπή της ΕΡΤ “ΑΝΤ’ ΑΥΤΟΥ” (1998)
Ίσως Θεός για τον καθένα μας να ’ναι μονάχα τα όνειρά του.
ΚΟΣΜΑΣ ΠΟΛΙΤΗΣ “ΕΚΑΤΗ”
Ο δρόμος ο πιο μακρινός είναι ο πιο κοντινός στην καρδιά του Θεού.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ “ΡΩΜΙΟΣΥΝΗ”
Ο άνθρωπος βιάζεται, ο Θεός δε βιάζεται
ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ “Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΠΕΙΡΑΣΜΟΣ”
Η παρουσία του Θεού, από την καλοσύνη του ανθρώπου φαίνεται.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΑΓΚΛΗΣ “ΟΙ ΣΗΜΑΔΕΜΕΝΟΙ”
Η αγάπη του Θεού αρχίζει απ’ την αγάπη του ανθρώπου.
ΚΟΣΜΑΣ ΠΟΛΙΤΗΣ “ΣΤΟΥ ΧΑΤΖΗΦΡΑΓΚΟΥ”
Εύκολο να θυσιάσεις στο Θεό το τίποτα, δύσκολο να θυσιάσεις τα πάντα.
ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ “Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΞΑΝΑΣΤΑΥΡΩΝΕΤΑΙ”
Παίζουν οι άνεμοι, παίζουν τα σύννεφα, παίζει ο Θεός με τους ανθρώπους.
ΗΛΙΑΣ ΒΕΝΕΖΗΣ “ΑΙΟΛΙΚΗ ΓΗ”
Ένας δρόμος, ένας μονάχα οδηγάει στο Θεό, ο ανήφορος.
ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ “ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΟΝ ΓΚΡΕΚΟ”
Ή θα πεις: υπάρχει Θεός, ή θα πεις: “δεν ξέρω”. Άλλο τίποτα δεν μπορεί να πεις.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΤΣΑΤΣΟΣ “Η ΖΩΗ ΣΕ ΑΠΟΣΤΑΣΗ”
Δεν τον φοβάμαι το Θεό, αυτός καταλαβαίνει και συχωρνάει. Τους ανθρώπους φοβάμαι. Αυτοί δεν καταλαβαίνουν και δε συχωρνούν.
ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ “ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΟΝ ΓΚΡΕΚΟ”
Όσο υπάρχουν παιδιά που πεινούν, Θεός δεν υπάρχει!
ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ “ΟΙ ΑΔΕΡΦΟΦΑΔΕΣ”
Αν δε δει ο Θεός χέρι ανθρώπου, δε βάζει μήτε κι αυτός το δικό του.
ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ “ΚΑΠΕΤΑΝ ΜΙΧΑΛΗΣ”
Από τη μεταφυσική ανάγκη μιας υπερανθρώπινης στοργής ανακαλύψαμε το Θεό.
ΤΑΣΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΑΔΗΣ “ΟΙ ΠΑΝΘΕΟΙ”
Στιγμές – στιγμές συλλογίζομαι, όχι αν ο Θεός υπάρχει, παρά αν είναι αναγκαίος να υπάρχει.
ΑΓΓΕΛΟΣ ΤΕΡΖΑΚΗΣ “ΔΙΧΩΣ ΘΕΟ”
Ο Θεός με προστατεύει όταν όλοι πνιγούν κι εγώ μονάχα γλιτώσω. Ο Θεός με προστατεύει κι όταν όλοι γλιτώσουν κι εγώ μονάχα πνιγώ.
ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ “Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΠΕΙΡΑΣΜΟΣ”
Σκύβω απάνω στο μερμήγκι, θωρώ μέσα στο γυαλιστερό μαύρο μάτι του το πρόσωπο του Θεού.
ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ “Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΠΕΙΡΑΣΜΟΣ”
Τ’ είναι θεός; τι μη θεός; και τι τ’ ανάμεσό τους;
ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΕΦΕΡΗΣ “ΕΛΕΝΗ – ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΚΑΤΑΣΤΡΩΜΑΤΟΣ Γ΄”
αντιγραφή από το ΣΠΟΥΔΑΣΤΗΡΙΟ ΝΕΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
Το δράμα είναι πως ο Θεός είναι σύλληψη υποκειμενική. Η εποχή μας ζητάει αντικειμενικές αλήθειες.
ΑΓΓΕΛΟΣ ΤΕΡΖΑΚΗΣ “ΠΡΟΣΩΠΙΚΕΣ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ”
αντιγραφή από το ΣΠΟΥΔΑΣΤΗΡΙΟ ΝΕΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
Έχω μέσα μου λογής Θεούς: από το Θεό του παιδικού καιρού, το δεσπότη με τα κάτασπρα γένια, ίσα με το Θεό του Σπινόζα.
Πλήθος. Ποιος λέει πως χάθηκε η πολυθεΐα;
ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΛΑΜΑΣ “ΣΗΜΕΙΩΜΑΤΑ ΣΤΟ ΠΕΡΙΘΩΡΙΟ – ΠΕΖΟΙ ΔΡΟΜΟΙ Α΄”
αντιγραφή από το ΣΠΟΥΔΑΣΤΗΡΙΟ ΝΕΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
Θεός δεν είναι; Ό,τι του καπνίσει κάνει. Αν δεν μπορούσε να κάμει αδικίες, τι παντοδύναμος θα ’ταν;
ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ “Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΠΕΙΡΑΣΜΟΣ”
Γιατί μαθές ο Θεός τα βλέπει από κει πάνω και δεν απλώνει τ’ άγιο του το χέρι να μας γλιτώσει, πριν να μας γαντζώσει ο Εξ’ από δω!
ΑΡΓΥΡΗΣ ΕΦΤΑΛΙΩΤΗΣ “ΝΗΣΙΩΤΙΚΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ”
Νιώθω τη φωνή του Πλάστη να ορμά από τις πέτρες, απ’ το φως, τα χόρτα κι από μέσα μου σαν ένας ευαγγελισμός ελευθερίας και χαράς.
ΠΛΑΤΩΝ ΡΟΔΟΚΑΝΑΚΗΣ “ΤΟ ΦΛΟΓΙΣΜΕΝΟ ΡΑΣΟ”
Πρέπει να ευτυχή τις διά να είναι θερμός λάτρης του Θεού!
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΣΟΥΤΣΟΣ “Ο ΛΕΑΝΔΡΟΣ”
Α, ο Θεός, αυτή η άγνωστη δύναμη, είναι κακούργος, κακούργος!
ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ ΒΟΥΤΥΡΑΣ “Ο ΝΕΟΣ ΜΩΥΣΗΣ”
Ο Θεός, ο Θεός… Αυτός δα είναι που δε μοίρασε τίποτα στη γη σωστά. Αλλού με το τσουβάλι, αλλού με το κουτάλι.
ΡΙΤΑ ΜΠΟΥΜΗ ΠΑΠΑ “Η ΧΡΥΣΩ”
Ω! Ας ήτανε Θεός στον ουρανό, μονάχα για ν’ ακούσει τούτη την προσευκή μου κ’ εγώ θα του συχωρνούσα όλες τις δυστυχίες που αφήνει να δέρνουν έτσι αλύπητα τους ανθρώπους.
ΣΤΡΑΤΗΣ ΜΥΡΙΒΗΛΗΣ “Η ΖΩΗ ΕΝ ΤΑΦΩ”
Χτίση, χτίσματα και Χτίστης είναι από την ίδια ζύμη. Ένας ο πλάστης, ίδιος ο πηλός, αναρίθμητα τα καλούπια…
ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΠΡΕΒΕΛΑΚΗΣ “Ο ΑΓΓΕΛΟΣ ΣΤΟ ΠΗΓΑΔΙ”
Ποιο ’ναι το χρέος μας; Να σου το πω εγώ, με λίγα λόγια: Αν είσαι λύκος, να τρως. Αν είσαι αρνί, να σε τρώνε! Κι αν ρωτάς και για Θεό, αυτός είναι ο Μέγας Λύκος – αυτός δα τρώει αρνιά και λύκους συγκόκαλα!
ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ “ΚΑΠΕΤΑΝ ΜΙΧΑΛΗΣ”
Θεός δεν είναι εκείνος που μας πείθει περί της υπάρξεώς του και της ματαιότητος όλων των άλλων. Θεός είναι εκείνος που μας πείθει περί της υπάρξεως και της αξίας των πάντων.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΤΣΑΤΣΟΣ “Η ΖΩΗ ΣΕ ΑΠΟΣΤΑΣΗ”
Να δεχτώ πως η ανώτατη εξουσία που εφορεύει τον κόσμο δεν έχει για χαραχτηριστικό της την κακία… Ωραία! Τότε θα έχει για κύριο γνώρισμά της την αναισθησία…
ΑΓΓΕΛΟΣ ΤΕΡΖΑΚΗΣ “ΜΥΣΤΙΚΗ ΖΩΗ”
Το κάθε τι μέσα σ’ αυτή την εξαίσια φύση, είναι θαυμαστό κι αγαπητό. Θησαυρός για την καρδιά μας. Πίσω από όλα είναι ο Θεός που δίνει σε κάθε τι που έπλασε τη γλυκύτητα του Παραδείσου.
ΦΩΤΗΣ ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ “ΘΑΛΑΣΣΕΣ, ΚΑΪΚΙΑ ΚΑΙ ΚΑΡΑΒΟΚΥΡΗΔΕΣ”
Η αγαθότη του Θεού είναι άβυσσος της θαλάσσης, τους μωρούς κάνει σοφούς, τους σοφούς μωρούς, τους αντρείους δειλούς, τους δειλούς αντρείους, διά να δοξάζεται ο πλάστης του παντός.
ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ “ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ”
Έτσι μιλάω με το Θεό μου αυτήν την ώρα… Κι εκείνος, θα μου πεις, τι λέει; Εκείνος αποκρίνεται, με τα πάντα, με την καθεμιά ομορφάδα του κόσμου μ’ απαντάει, με το φεγγάρι, με τη θάλασσα, ακόμα και με τη μακρινή σιωπή…
ΘΡΑΣΟΣ ΚΑΣΤΑΝΑΚΗΣ “Ο ΧΑΤΖΗ ΜΑΝΟΥΗΛ”
Τάχατες ο Θεός φταίει για οι άνθρωποι; Κι αν φταίνε οι άνθρωποι, ο Θεός δεν είναι που τους έπλασε έτσι κι αλλιώς, κριματισμένους. Τρέχα γύρευε…
ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΑΓΚΛΗΣ “ΟΙ ΣΗΜΑΔΕΜΕΝΟΙ”
Πόσοι σοφοί απολογητές προσπάθησαν να συμφιλιώσουν την ύπαρξη ενός πανάγαθου και παντοδύναμου θεού με την παρουσία του κακού στον κόσμο… Ο πόνος και μόνον ενός αθώου αρκεί για να γκρεμίσει όλα τους τα επιχειρήματα.
ΝΙΚΟΣ ΔΗΜΟΥ “ΣΚΕΨΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΓΚΑΙΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ”
Γιατί να υπάρχει τέτοια ανισότητα, τέτοια σκληρότητα, τέτοια απανθρωπιά. Ποιος φταίει; Και τι κάνει επιτέλους αυτός ο πανάγαθος Πλάστης που στέκεται και σεργιανά αυτή την ασυναρτησία που δημιούργησε;
ΜΑΡΙΑ ΙΟΡΔΑΝΙΔΟΥ “ΣΑΝ ΤΑ ΤΡΕΛΑ ΠΟΥΛΙΑ”
Ένας θεός ανολοκλήρωτος που θέλησε να εκδηλωθεί, να βρει μια απασχόληση για να ξεφύγει από το βασανισμένο είναι του και να ξεχάσει τον εαυτό του. Και στο τέλος, από αδυναμία πάλι, πόθησε κι έναν θεατή για το τυραννισμένο έργο της ανίας του. Έτσι, δημιούργησε τον άνθρωπο.
ΚΟΣΜΑΣ ΠΟΛΙΤΗΣ “ΕΚΑΤΗ”
Να βλέπουμε τον κόσμο, τη Δημιουργία ολάκερη, παραδομένη στην αλληλοεξόντωση, κυλισμένη στο αίμα, να σπαράζει και ν’ αχνίζει, να βλέπουμε τη Φύση εχθρό ορκισμένο του ανθρώπου, και να λέμε το Δημιουργό αγαθό, αυτό – συμπαθάτε με – είναι κάτι που δεν το καταλαβαίνω.
ΑΓΓΕΛΟΣ ΤΕΡΖΑΚΗΣ “ΜΥΣΤΙΚΗ ΖΩΗ”
Μια εξίσωση αλγεβρική, μια διατύπωση κάποιου νόμου της μηχανικής, κάτι παρόμοιο τέλος πάντων που έχει σχέση με τη δημιουργική σκέψη, μας πλησιάζει πιο πολύ προς το Θεό παρά μια προσευχή όπως την εννοεί όλος ο κόσμος.
ΚΟΣΜΑΣ ΠΟΛΙΤΗΣ “ΕΚΑΤΗ”
Θεός είναι η ακατάλυτη δύναμη που μεταμορφώνει την ύλη σε πνέμα. Κάθε άνθρωπος έχει μέσα του ένα κομμάτι από το θεϊκό αυτό στρόβιλο και γι’ αυτό κατορθώνει να μετουσιώνει το ψωμί και το νερό και το κρέας και να το κάνει στοχασμό και πράξη.
ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ “ΒΙΟΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΕΙΑ ΤΟΥ ΑΛΕΞΗ ΖΟΡΜΠΑ”
Ανάμεσα σε ένα θεό παντοδύναμο (αλλά όχι πανάγαθο) και σε ένα θεό πανάγαθο (αλλά όχι παντοδύναμο) θα προτιμούσα τον δεύτερο. Προτιμώ να σκέπτομαι ένα θεό καλό που αγωνίζεται κι αυτός μαζί μας εναντίον του κακού – παρά έναν παντοδύναμο θεό που αδιαφορεί. (Έστω κι αν ένας θεός μη – παντοδύναμος, δεν είναι θεός…).
ΝΙΚΟΣ ΔΗΜΟΥ “ΣΚΕΨΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΓΚΑΙΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ”
Μωρέ τι υποφέρει κι αυτός ο Θεός, βρήκε τον μπελά του μαζί μας. Φωνάζουν τα ψάρια: Μη μας στραβώσεις, Κύριε, και μπούμε στα δίχτυα! Φωνάζουν οι ψαράδες: Στράβωσε τα ψάρια, Κύριε, να μπούνε στα δίχτυα! Ποιον από τους δυο ν’ ακούσει ο Θεός; Πότε ακούει τα ψάρια, πότε τους ψαράδες – κι έτσι πορεύεται ο κόσμος!
ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ “Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΠΕΙΡΑΣΜΟΣ”
Δεν είναι νερό δροσερό ο Θεός, όχι, δεν είναι νερό δροσερό, να το πιεις, να δροσερέψεις. Είναι φωτιά, και πρέπει να περπατάς απάνω της. Κι όχι μονάχα να περπατάς, παρά, κι αυτό ’ναι το πιο δύσκολο, παρά και να χορεύεις! Σίγουρα, ευτύς ως μπορέσεις να χορέψεις, η φωτιά γίνεται νερό δροσάτο, μα ώσπου να φτάσεις ως εκεί τι αγώνας, τι αγωνία, Θεέ μου!
ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ “ΟΙ ΑΔΕΡΦΟΦΑΔΕΣ”
Το μόνον που εφρόντισε για τον άνθρωπο ο Θεός είναι, κατά τη γνώμη μου, να τον κάμει ατελή, για να ‘χει διαρκώς την ανάγκη του Θεού του αυτού.
ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΚΑΜΠΟΥΡΟΓΛΟΥ “ΑΤΤΙΚΟΙ ΕΡΩΤΕΣ”
Τώρα θα παρακαλέσουν το Θεό, θα τον ευχαριστήσουν για τη νίκη και θα τον παρακαλέσουν να τους βοηθήσει να σκοτώσουν πολλούς εχθρούς! Απ’ την άλλη μεριά οι ιμάμηδες και οι λοιποί χοτζάδες θα παρακαλέσουν και αυτοί το Θεό για να τους βοηθήσει και έτσι ο Θεός θα βρεθεί σε δύσκολη θέση σε ποιον από τους δυο να δώσει βοήθεια…
ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ ΒΟΥΤΥΡΑΣ “Ο ΛΑΓΚΑΣ” Εκδόσεις ΣΤΑΧΥ
Φέρτε μου τον Θεό, θα συνεννοηθώ αμέσως. Με τους ανθρώπους είναι το δύσκολο.
ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ “ΤΑ ΔΗΜΟΣΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΙΔΙΩΤΙΚΑ” Εκδόσεις ΙΚΑΡΟΣ
Ρώτησε κάποιος τον κύριο Κ. αν υπάρχει Θεός, και ο κύριος Κ. είπε: “Σου συνιστώ να αναλογιστείς, αν η απάντηση στο ερώτημα αυτό θα σε κάνει ν’ αλλάξεις συμπεριφορά. Αν δεν πρόκειται ν’ αλλάξεις, τότε το ερώτημα δεν έχει νόημα. Αν πάλι πρόκειται ν’ αλλάξεις, τότε μόνο σε ένα μπορώ να σου φανώ χρήσιμος: να σου πω ότι έχεις ήδη αποφασίσει πως χρειάζεσαι έναν Θεό”.
ΜΠΕΡΤΟΛΤ ΜΠΡΕΧΤ “ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΤΟΥ κ. ΚΟΫΝΕΡ” Εκδόσεις ΓΡΑΜΜΑΤΑ (μετάφραση: Ι. Παπάζογλου)
Είν’ ο Θεός που αγαπιέται μέσα στον καθένα που αγαπιέται
Και
Είν’ ο Θεός που αγαπά μές στον καθένα που αγαπά.
ΙΜΠΝ ΕΛ ΑΡΑΜΠΙ (1165-1240)
μετάφραση Γ. Υφαντής
από το “Μυστικοί του ισλάμ (σούφηδες)”
περιοδικό “η λέξη” τ. 3 (Μάρ. – Απρ. 1981)
… Ποτέ να μη φτάνεις ως την έβδομη μέρα. Ποτέ να μη θεωρείς πως όλα είναι εντάξει. Η νιότη είναι το ανικανοποίητο. Ο Θεός πρέπει να ήταν ήδη πολύ γέρος όταν ξεκίνησε να δημιουργεί. Ειδάλλως δεν θα είχε σταματήσει το βράδυ της έκτης μέρας. Ούτε καν το βράδυ της χιλιοστής ημέρας. Ούτε καν σήμερα. Αυτό είναι που του καταλογίζω. Που κατάφερε να ξοδέψει όλες του τις δυνάμεις. Που θεώρησε πως το βιβλίο έφτασε στο τέλος του με τη δημιουργία του ανθρώπου και γι’ αυτό κατέθεσε την πένα του και περιμένει πια να δει πόσες επανεκδόσεις θα κάνει. Είναι τόσο λυπηρό που ο Θεός δεν ήταν καλλιτέχνης. Σε κάνει να θέλεις να κλάψεις και να χάνεις το κουράγιο σου για οτιδήποτε.
Άνθρωποι, όταν σας φέρνουν το Θεό τα υπάκουα και καλά εκπαιδευμένα σκυλιά, που τον κουβάλησαν με κίνδυνο της ζωής τους, πάρτε τον και ξαναπετάξτε τον μες στο απροσμέτρητο. Διότι το Θεό δεν κάνει να τον φέρουν στην όχθη τα υπάκουα και καλά εκπαιδευμένα σκυλιά. Δεν διατρέχει κανέναν κίνδυνο μες στα αφρισμένα νερά του, κι ένα μεγάλο μελλοντικό κύμα θα τον σηκώσει ως τη γη εκείνη, που θα ‘ναι αντάξιά του.
…Τίποτε δεν μειώνει πιο πολύ την ικανότητά μας να βιώσουμε πραγματικά το Θεό απ’ ό,τι η επιμονή μας να θέλουμε να βλέπουμε δικές του παρεμβάσεις εκεί όπου εκείνος ανέκαθεν απόφευγε ν’ αναμιχθεί. Για να μην πούμε ότι, έτσι καθώς τον φανταζόμαστε να συμμετέχει σε τόσα πράγματα που μας αφορούν, παραβλέπουμε πιθανότατα τα σημάδια των πραγματικών παρεμβάσεών του κάπου αλλού και τις πλέον κραυγαλέες αποδείξεις του.
ΡΑΪΝΕΡ ΜΑΡΙΑ ΡΙΛΚΕ «Η ΣΟΦΙΑ ΤΟΥ ΡΙΛΚΕ»
μετάφραση Α. ΝΙΚΟΛΑΚΟΠΟΥΛΟΥ Εκδόσεις ΠΑΤΑΚΗ
Η πρώτη ιστορία είναι απόσπασμα από μια διήγηση της Elizabeth Gilbert για τον Tom Waits και είναι πρόχειρη μετάφραση της ανάρτησης του εξαιρετικού site Kuxumuxu:
Ο Τομ Γουέιτς μια μέρα οδηγούσε σ’ έναν αυτοκινητόδρομο στο Λος Άντζελες, όπως μου είπε, και τότε άλλαξαν όλα γι’ αυτόν. Οδηγάει πολύ γρήγορα, μόνος του και, εντελώς ξαφνικά, ακούει ένα μικρό κομμάτι μελωδίας, που έρχεται στο μυαλό του, όπως έρχεται συχνά η έμπνευση, ακαθόριστη και βασανιστική, και τη θέλει, ξέρεις, είναι υπέροχη, και την επιζητάει, αλλά δεν έχει τρόπο να την αποκτήσει. Δεν έχει μαζί του ένα κομμάτι χαρτί, δεν έχει μολύβι, δεν έχει κασετόφωνο. Έτσι αρχίζει να νιώθει την ανησυχία να μεγαλώνει μέσα του, όπως «θα χάσω τη μελωδία, και μετά αυτό το τραγούδι θα με στοιχειώνει για πάντα. Δεν είμαι τόσο καλός και δεν μπορώ να το κάνω».
Και αντί να πανικοβληθεί ξαφνικά σταμάτησε. Σταμάτησε όλη αυτή τη νοητική διαδικασία και έκανε κάτι εντελώς απροσδόκητο. Κοίταξε ψηλά στον ουρανό και είπε: «Με συγχωρείς, είναι τόσο δύσκολο να δεις ότι οδηγάω; Δείχνω πως μπορώ να γράψω τώρα ένα τραγούδι; Αν θέλεις πραγματικά να υπάρξεις, έλα σε μια πιο κατάλληλη στιγμή, όταν θα μπορώ να σε φροντίσω. Αλλιώς πήγαινε να ενοχλήσεις κάποιον άλλον. Πήγαινε στον Λέοναρντ Κοέν.
από το Kuxumuxu Mythologies
Η δεύτερη ιστορία, που βρίσκεται στα όρια μεταξύ παράδοσης και πραγματικότητας, διασώζεται από την πέννα του Ηλία Βενέζη:
…Σαν πέθανε η Virginia, συνέχισε σε λίγο η κυρούλα της καλύβας του Fordham, ο Έντγκαρ άρχισε να πίνει πολύ. Ξαναγύρισε στη Βαλτιμόρη. Τότε έγραψε τους περίφημους στίχους των «The Bells». Γράφτηκαν οι στίχοι εδώ, στο Fordham; Γράφτηκαν στη Βαλτιμόρη; Μια νύχτα, λέει η παράδοση, ο Έντγκαρ είχε πάει στη δημόσια βιβλιοθήκη, στη Βαλτιμόρη. Γύριζε αργά στο σπίτι του της οδού Αγίου Παύλου. Χιόνιζε. Άκουσε τα κουδούνια μιας καρότσας. Ήταν μια χαρωπή, χαρωπή, μελωδία! Χύθηκε η μελωδία στην καρδιά του. Έψαξε στην τσέπη του γυρεύοντας μολύβι και χαρτί. Δεν είχε. Τα μαγαζιά είχαν κλείσει. Οι στίχοι έρχονταν ο ένας πίσω απ’ τον άλλον – εξαίσιες φράσεις θα χάνονταν. Ο Πόε όρμησε προς το πρώτο σπίτι που ήταν εκεί κοντά, χτύπησε το κουδούνι της πόρτας. Ήταν το σπίτι του δικαστή Gile. Άνοιξε ο ίδιος ο δικαστής. «Χαρτί και μελάνη, σας παρακαλώ!» είπε έξαλλος ο νυχτερινός ξένος. Ο δικαστής βλέποντας πως έχει να κάνει μ’ έναν κύριο τον κάλεσε μέσα, τον οδήγησε στη βιβλιοθήκη του, και αποσύρθηκε ευγενικά αφήνοντας μόνον τον ξένο. Όταν αργότερα μπήκε στη βιβλιοθήκη για να δει τι κάνει ο άγνωστος, αυτός δεν ήταν πια εκεί. Όμως πάνω στο τραπέζι, γραμμένοι σ’ ένα χαρτί, ήταν οι πρώτες τρεις στροφές των «The Bells» που αργότερα ο δικαστής τις κορνίζωσε και τις κρέμασε στο γραφείο του:
Hear the sledges with the bells –
Silver bells!
What a world of merriment their melody foretells!
How they tinkle, tinkle, tinkle,
In the icy air of night!
While the stars that oversprinkle
All the heavens, seem to twinkle
With a crystalline delight;
Keeping time, time, time,
In a sort of Runic rhyme,
To the tintinnabulation that so musically wells
From the bells, bells, bells, bells,
Bells, bells, bells –
From the jingling and the tinkling of the bells.
ΗΛΙΑΣ ΒΕΝΕΖΗΣ «Η ΚΑΛΥΒΑ ΤΟΥ ΠΟΕ»
απόσπασμα από άρθρο του στη ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ τ. 547, 15/4/1950
Θυμόμουν συχνά την περίπτωση του Νίκου του Καζαντζάκη, που με τίποτα δε δεσμεύτηκε σ’ όλη του τη ζωή. Δε σκλαβώθηκε τριάντα χρόνια πάνω στην έδρα, όπως ο Λευτέρης κι εγώ. Ετεροκίνητα ζήσαμε του κουδουνιού. Πεινούσαν κυριολεκτικά, άμα πρωτοπήρε τη Γαλάτεια κοντά του, μα αδιαφόρησε. Τον διόρισε ο Βενιζέλος Γραμματέα στο Υπουργείο της Παιδείας, σωτήρια λύση για την κατάσταση στην οποία βρίσκονταν τότε, μα βρήκε πρόφαση πως έπρεπε να τον κάμουν διευθυντή με το πρώτο και δε δέχτηκε το διορισμό. Υπουργό να τον έκαναν δε θα δεχόταν. Ήταν πλασμένος για να ασχολείται με ό,τι τον έσπρωχνε μπροστά. Έτσι είχε γεννηθεί. Όπου ο καημένος ο πατέρας μου υποχρεώθηκε να τους στέλνει από το υστέρημά του… Θυμούμαι που και τον καφέ ακόμα τους τον στέλναμε από το Ηράκλειο… και στο Ηράκλειο στέλνανε τα ρούχα τους και τους τα πλύναμε… Έζησαν τότε στην αρχή μαύρες μέρες φοβερής ανέχειας και δυστυχίας. Όταν το καλοκαίρι του 1911 αντίκρυσα τη Γαλάτεια στα Πατήσια που ζούσαν, μου φάνηκε το πρόσωπό της σαν κρανίο… Τις μέρες που κάναμε εκεί -είχαμε πάει εγώ κι ο Λευτέρης- γνωρίσαμε κι εμείς πρώτη φορά τι θα πει πείνα… Ύστερα τους πήραμε και κατεβήκαμε όλοι μαζί στην Κρήτη, και γαλήνεψε κάπως η Γαλάτεια από κείνη την ανομολόγητη συμβίωση με έναν άνθρωπο τόσο ασυνεννόητο στην κοινή ζωή. Και με τη Γαλάτεια δίπλα του εξακολουθούσε να ζει με τις έξεις και την ψυχολογία του εργένη. Με την ταχτική που ακολουθούσε ζώντας τόσα χρόνια φοιτητής ή σπουδαστής στο εξωτερικό. Και φυσικά αμίλητος. Μόλις ξυπνούσε, είχε δίπλα του στο τραπέζι το καμινέτο με το τσαγερό. Το άναβε κι έφτιαχνε το τσάι του. Έτρωγε ξαπλωτός στο κρεβάτι και συνέχιζε το διάβασμα ή το γράψιμό του. Δε μιλούσε τα πρωινά σε κανένα για να μη χάνει χρόνο. Αυτό κράτησε σ’ όλη τη ζωή του. Πώς λοιπόν θα ‘μπαινε στο ζυγό της υπαλληλίας, να πηγαινοέρχεται σε περιβάλλοντα που δεν τον ενδιέφεραν, να κάνει γραψίματα άσχετα από το δημιουργικό του στόχο; Δεν υπήρχε δύναμη για το Νίκο, ικανή να τον κάμει να ξεκόψει από τους στόχους του τους δημιουργικούς. Όλος ο κόσμος βέβαια έχει επιθυμίες και φροντίζει να τις ικανοποιεί. Η διαφορά με τον Νίκο έγκειται σέ τούτο: είχε τη δύναμη να ζει έξω από τις καταστάσεις που υπήρχαν γύρω του. Έμεινε πάντα αδέσμευτος προς ό,τι οι άνθρωποι ονομάζουν καθήκοντα στους γονείς, στη γυναίκα σου, καθήκοντα στο διπλανό σου…
ΕΛΛΗ ΑΛΕΞΙΟΥ “ΑΠΟ ΠΟΛΥ ΚΟΝΤΑ”
Εκδόσεις ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ
Τέλειωσε ο Πρώτος Παγκόσμιος κι απάνω στις χαρές μας και στις νίκες μας, αρχίσανε πάλι να τρώγουνται ο Βενιζέλος με τον Κωνσταντίνο… Κι όπως στα μικρά μας χρόνια είχαμε βενιζελικούς και πριγκιπικούς, τώρα στα μεγάλα μας είχαμε βενιζελικούς και βασιλικούς. Η δεξιά κόλλησε πάλι με τους βασιλιάδες. Αλλά τώρα η εχθρότητα προχώρησε ως το διχασμό. Μοιράσανε την Ελλάδα στα δυο. Και πήρε την “Παλιά Ελλάδα” ο Κωνσταντίνος με πρωτεύουσά του την Αθήνα, και τις “Νέες χώρες” ο Βενιζέλος με πρωτεύουσά του τη Θεσσαλονίκη. Η Κρήτη, που μόλις είχε ενωθεί με την Ελλάδα, και λογαριαζότανε για “Νέα”, έπεσε στην επικράτεια του Βενιζέλου. Αυτό ήταν καλό για μας. Εμείς καμαρώναμε και οι μπατζάκηδες φόρεσαν τα μαύρα.
Το βενιζελικό κράτος του 1917 ονομάστηκε “Εθνική Άμυνα” κι έτσι πέρασε στην Ιστορία. Κείνα τα τρία χρόνια της Εθνικής Άμυνας (τελικά το κράτος της Θεσσαλονίκης επικράτησε. Μεταφέρθηκε στην Αθήνα και η βασιλική οικογένεια εγκατέλειψε την Ελλάδα), είδε η εκπαίδευση κάποιο φως. Το υπουργείο Παιδείας το ανέλαβε η τριανδρία: Γληνός, Τριανταφυλλίδης, Δελμούζος, εισήχθηκε η Δημοτική στο Δημοτικό και γράφτηκαν βιβλία στη δημοτική γλώσσα, και Ιστορίες με κάπως προοδευτικό περιεχόμενο.
Ένα πρωινό, εφημερίδες και παραρτήματα του Ηρακλείου ανάγγελναν πως ο Βενιζέλος θα επισκεφθεί το Ηράκλειο. -Δεν είχε ακόμη επικρατήσει η Εθνική Άμυνα-. Χτυπούσαν οι καμπάνες. Οι κωνσταντινικοί κλείστηκαν στα σπίτια τους και μεις γιορτάζαμε στους δρόμους. Λίγο πιο κάτω από το σπίτι μας στην “Πλαθειά Στράτα”, κατεβαίνοντας προς των Χανιών την πόρτα, από τη δεξιά μεριά ήταν ένα κουρείο κι ακούστηκε πως εκεί είναι ο Βενιζέλος και κουρεύεται. Πήγαινε ο κόσμος για να τον δει και πήγα κι εγώ. Είδα απόξω από το κουρείο κόσμο μαζεμένο. Οι πόρτες του κουρείου ήσαν κλειστές, τζαμαρίες, ρώτησα τι περιμένουν και μου λένε: “Περιμένουν να τελειώσει το κούρεμα, για να μπουν να μαζέψουν από χάμω τα μαλλιά του Βενιζέλου για ανάμνηση, σαν κειμήλιο…” Πολύ άσχημη εντύπωση μου έκαμε αυτή η πληροφόρηση. Αηδίασα για τη φτηνή εκδήλωση κολακείας. Ίσως νέοι, είμαστε πιο μονοκόμματοι. Σήμερα όμως που έχω κορνιζωμένα τα ποιήματα της Πολυδούρη μαζί με μια τούφα από τα μαλλάκια της, τα ατενίζω με αγάπη και συγκίνηση και όχι σαν κολακεία.
ΕΛΛΗ ΑΛΕΞΙΟΥ “ΑΠΟ ΠΟΛΥ ΚΟΝΤΑ”
Εκδόσεις ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ
Δεν είμαι ειδικός σ’ αυτά τα θέματα, αλλά το πρόβλημα που με βασανίζει είναι σε ποια γλώσσα έγινε ο διάλογος μεταξύ Ποντίου Πιλάτου και Ιησού Χριστού. Η μητρική γλώσσα του Πιλάτου ήταν η λατινική, αλλά οι ανώτεροι κρατικοί λειτουργοί την εποχή εκείνη μιλούσανε μάλλον και την ελληνική. Ας πούμε ότι είχε μάθει, για πραχτικούς λόγους, και λίγα αραμαϊκά, αλλά οι Ρωμαίοι ήταν πολύ περήφανοι και σίγουρα δεν καταδεχόντουσαν να χρησιμοποιήσουν τοπικές γλώσσες και διαλέχτους σε τέτοιες περιστάσεις. Ίσως κάποιος απ’ τη γερουσία των Εβραίων να μιλούσε άνετα τη γλώσσα των Ρωμαίων καταχτητών.
Ο Χριστός όμως; Δεν μπορώ να φανταστώ έναν ξυλουργό γλωσσομαθή. Η όψη του Καίσαρα πάνω στα ρωμαϊκά νομίσματα ήταν σίγουρα γι’ αυτόν ό,τι ήξερε όλο κι όλο για τη Ρώμη. Επομένως, κατά τη γνώμη μου ο διάλογος ανάμεσα στους δύο έγινε ή με τη βοήθεια διερμηνέα ή περίπου με τον τρόπο με τον οποίο σήμερα ένας Αμερικανός πρεσβευτής που ξέρει τσάτρα πάτρα μερικές ιταλικές λέξεις θα μπορούσε να μιλήσει μ’ ένα Σικελό χωρικό.
Φανταστείτε το γλωσσικό δράμα εκείνης της στιγμής. Ποιο νόημα άραγε πήρανε για τον έναν ή τον άλλο λέξεις όπως “θεός”, “βασιλιάς”, “αλήθεια”; Οι αποικιακοί πόλεμοι είναι γεμάτοι από εκτελέσεις που έγιναν εξαιτίας γλωσσικών παρεξηγήσεων κι από διερμηνείς που έλυσαν τα προβλήματα όπως τους βόλευε, ξεγελώντας χωρίς ενδοιασμούς τα δύο αντιμέτωπα μέρη. Φανταστείτε την τραγωδία, ένα Κείμενο να ερμηνεύεται με διαφορετικούς Κώδικες. Ίσως εκείνη η στιγμή, η μία από τις πιο συγκινητικές κι ανθρώπινες στιγμές ενός δράματος που -στο ίδιο επίπεδο- εκτυλίσσεται ακόμη καθημερινά μέχρι τώρα. Όταν βλέπουμε έναν άνθρωπο καρφωμένο στο σταυρό σκεφτόμαστε ότι τα πάθη του είναι και δικά μας πάθη. Δικά μας είναι όμως και τα βάσανα των ανθρώπων που δεν καταφέρνουνε να εκφραστούνε. Ο εργάτης ξέρει εκατό λέξεις, τ’ αφεντικό χίλιες: γι’ αυτό κι ο δεύτερος είναι τ’ αφεντικό. Το είπε κι ο Dario Fo.
ΟΥΜΠΕΡΤΟ ΕΚΟ “ΔΥΟ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΠΑΝΩ ΣΤΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ”, (1977)
από το βιβλίο του Ουμπέρτο Έκο: “Η ΣΗΜΕΙΟΛΟΓΙΑ ΣΤΗΝ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΖΩΗ”
Μετάφραση: Α. Τσοπάνογλου
Εκδόσεις ΜΑΛΛΙΑΡΗΣ – ΠΑΙΔΕΙΑ
Σχολιάστε