όλος ο Περαίας

Ο Μιχάλης Γενίτσαρης θυμάται το ξεκίνημα της «χρυσής εποχής» του ρεμπέτικου τραγουδιού.

Τον Μάρκο Βαμβακάρη τον εγνώρισα το 1931 με 32 στου Μπάτη το μαγαζί. Το είχε κάποτε εκεί χοροδιδασκαλείο και καφενείο. Εκεί ερχότανε τότες ο Μάρκος από τα σφαγεία. Ήτανε σφάχτης. Ήτανε ένα παλικάρι λιανό, ψηλό, με μουστάκι πάντα αλά Χίτλερ. Και ερχόταν εκεί πέρα και μόλις έβλεπε τον Μπάτη, βγάζαν τα μπουζούκια, ο Μπάτης μαζί με τον Μάρκο, με τον Ανέστη τον Δελιά, με τον Ηλία τον Καμπανάο, με τον Σκλίβανο τον Νίκο και με πολλούς άλλους. Επαίζανε εκεί πέρα και αυτοσχεδιάζανε. Τότες ο Μάρκος δεν είχε βγάλει ούτε πλάκες σε γραμμόφωνο ούτε τίποτα και ούτε είχε αρχίσει να πηγαίνει σε πάλκα και τέτοια. Παίζανε για τον εαυτό τους. Πίνανε τον καφέ και παίζανε μπουζούκι.
Θυμάμαι μια περίπτωση, που ήρθε η Ασφάλεια. Και μπαίνοντας μέσα βλέπουνε τα μπουζούκια και τους μπαγλαμάδες του μπαρμπα-Γιώργου του Μπάτη, γιατί ο Μπάτης τότες ήταν 40 χρονών.
Και τον εβάλανε τον γερο-Μπάτη με μια χειράμαξα και κατέβασε όλα τα μπουζούκια και τους μπαγλαμάδες από πάνω και τα έβαλαν στη χειράμαξα και βάλαν τον Μπάτη από μπροστά και τον Μάρκο από πίσω και σπρώχνανε και τα πήγανε στην Ασφάλεια. Και τους τα δώκανε μετά από 10-15 μέρες… του γερο-Μπάτη… Γιατί ήταν απαγορευμένα.


Μ. Βαμβακάρης: Νόστιμο τρελό μικρό μου (1938)

Το τραγούδι αναρτήθηκε στο youtube από τον pankonstantopoulos

Κάνω τη τσάρκα μου, περνώ, για σε μικρό μελαχρινό
από τη γειτονιά σου
για τα γλυκά τα μάτια σου
και για την εμορφιά σου
Νόστιμο μικρό τρελό μου, μάγκικο μελαχρινό μου

Γιατί δε βγαίνεις να σε δω, που ξέρεις πόσο σ’ αγαπώ
κρυφά από τη μαμά σου
μελαχρινό με τρέλανες
με τη γλυκιά ματιά σου
με τρέλανες μελαχρινό
με τη γλυκιά ματιά σου
Μάγκικο τρελό μικρό μου, κορμί μελαχρινό μου

Ένα γλυκό φιλάκι σου βγάλε απ’ το στοματάκι σου
μη θες να με παιδεύεις
Εσύ για μένα είσαι γιατρός
Εσύ θα με γιατρέψεις
Νόστιμο μικρό τρελό μου, μάγκικο μελαχρινό μου

Κάποιος φίλος, Παναγιώτης, ήταν στου Σαραντόπουλου, γκαρσόνι. Και έρχεται μια μέρα στου γερο-Μπάτη το μαγαζί, ήθελε τον Μάρκο, λέει τι να τον κάνεις τον Μάρκο, λέει να κάνουμε ένα πάλκο στου Σαραντόπουλου. Λέει μες στην Κρεμμυδαρού θα βάλουμε μπουζούκια; Ναι, θα βάλουμε μπουζούκια κι ό,τι γίνει. Και παίρνουνε τον Μπάτη, τον Μάρκο Βαμβακάρη, τον Ανέστη Δελιά και πάνε στου Σαραντόπουλου και βάζουν ένα πάλκο… και μαζεύτηκε όλος ο Περαίας εκεί. Πολλή δουλειά. Γιόμιζε κάθε βράδυ το μαγαζί από κόσμο… Το αγάπαγε τόσο πολύ ο κόσμος το μπουζούκι.

Μετά πέσανε κάτι καταστηματάρχηδες πιο νταήδες και μάλωσε ο Κερετζάκης με τον Σαραντόπουλο και του παίρνει τον Μάρκο και τον πάει στην Ανάσταση, που ‘χε ο Κερατζάκης ένα μαγαζί. Και βάζουν εκεί μπουζούκια. Εκεί έγινε πανζουρλισμός. Πολύς κόσμος. Κάθε βράδυ. Ο Μάρκος ήτανε νούμερο ένα στο ρεμπέτικο με το μπουζούκι. Δεν υπάρχει άλλος.

ΜΙΧΑΛΗΣ ΓΕΝΙΤΣΑΡΗΣ
σε συνέντευξή του


Μικρούλα Πειραιώτισσα (1938)
Σύνθεση: Μ. Γενίτσαρης
Στίχοι: Δ. Σέμσης
Τραγούδι: Στράτος Παγιουμτζής, Στελλάκης Περπινιάδης

Στον Πειραιά που κατοικώ
από μικρό παιδάκι
μια κούκλα με σγουρά μαλλιά
με πότισε φαρμάκι.

Κάθε βραδάκι διάβαινα
από τη γειτονιά της
και μ’ έκανε να τρελαθώ
με τα καμώματά της.

Ξανθιά μου Πειραιώτισσα
μάζεψε τα μυαλά σου
γιατί θα γίνει φονικό
και θα ‘βρεις το μπελά σου

Σχολιάστε