δεν είμαι ένοχος, ήμασταν έντεκα!

Μοασίρ Μπαρμπόζα (1921-2000)
Βραζιλιάνος τερματοφύλακας

Στα τέλη της δεκαετίας του 1940, ο Μοασίρ Μπαρμπόζα, που πέθανε το έτος 2000 στα 79 του, ήταν αναμφίβολα ο καλύτερος τερματοφύλακας στον κόσμο. Κι όμως το όνομά του έγινε συνώνυμο με το πιο διάσημο λάθος στην ιστορία του βραζιλιάνικου ποδοσφαίρου. Η ημερομηνία είναι ακόμα χαραγμένη στη ομαδική συνείδηση της χώρας: 16 Ιουλίου 1950. Η Βραζιλία έπαιζε εναντίον της Ουρουγάης στα τελικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου. Το στάδιο Μαρακανά του Ρίο Ντε Τζανέιρο είχε γεμίσει με σχεδόν 200.000 θεατές.
Στα μέσα του δευτέρου ημιχρόνου, και ενώ το σκορ ήταν 1-1, ο Ουρουγουανός Τζίγκια ξεπέρασε από τα δεξιά τον Μπιγκότε και σούταρε. Ο Μπαρμπόζα, που περίμενε ότι θα κάνει σέντρα, πιάστηκε απροετοίμαστος. Η μπάλα μπήκε στα δίχτυα, αφήνοντας άφωνο το πλήθος και δίνοντας μια αναπάντεχη νίκη στην Ουρουγουάη.
Ήταν μια εθνική ταπείνωση. Όχι μόνο είχαν χάσει από τους γειτονικούς τους αντίζηλους, μα είχαν χάσει και μέσα στο δικό τους στάδιο, σε ένα στάδιο που είχε χτιστεί για να αναδείξει το μεγαλείο του βραζιλιάνικου ποδοσφαίρου.  Η Βραζιλία έπρεπε να περιμένει άλλα οχτώ χρόνια για να κερδίσει ένα Παγκόσμιο Κύπελλο.
Ο Μπαρμπόζα έγινε ο αποδιοπομπαίος τράγος. Η καριέρα του ποτέ δεν επανήλθε και σήκωσε το βάρος της ευθύνης για το υπόλοιπο της ζωής του. «Σύμφωνα με το νόμο της Βραζιλίας, η μεγαλύτερη ποινή είναι 30 χρόνια. Η δικιά μου όμως ποινή κράτησε 50 χρόνια», δήλωσε στα 79α γενέθλιά του.

Ποτέ δεν επέτρεψαν στον Μπαρμπόζα να ξεχάσει το ματς, κάτι που έδειχνε την άσχημη πλευρά του πάθους των Βραζιλιάνων για το ποδόσφαιρο. Σε ένα ντοκιμαντέρ δήλωσε πως η πιο στενάχωρη στιγμή της ζωής του δεν ήταν το γκολ του Τζίγκια αλλά ένα σχόλιο που άκουσε σε ένα σουπερμάρκετ 20 χρόνια αργότερα. Μια γυναίκα τον έδειξε με το δάχτυλο και είπε στο αγόρι που συνόδευε: «Κοίταξε τον αυτόν, παιδί μου. Είναι ο άνθρωπος που έκανε όλη τη Βραζιλία να κλάψει».
Ακόμα και φίλοι του, επαγγελματίες, δεν μπόρεσαν να τον συγχωρέσουν. Όταν το 1993 επισκέφτηκε τον τόπο προετοιμασίας της εθνικής ομάδας της Βραζιλίας για το Παγκόσμιο κύπελλο του 1994, δεν του επιτράπηκε να συναντήσει τους παίκτες. Ένας από τους προπονητές, ο αιώνια προληπτικός Μάριο Ζαγκάλο, είπε ότι ο Μπαρμπόζα μπορεί να φέρει ατυχία στην ομάδα.
Ένας αθλητικογράφος έγραψε ότι ήταν το θύμα της μεγαλύτερης αδικίας στην ιστορία του ποδοσφαίρου. «Αν δε μάθαινα να πάψω να ενοχλούμαι όταν οι άνθρωποι μιλούσαν για το γκολ, θα ήμουνα τώρα ή στη φυλακή ή στο νεκροταφείο», δήλωσε πρόσφατα ο Μπαρμπόζα.(…)


Ο Μπαρμπόζα γεννήθηκε στο Καμπίνας, στη νοτιοανατολική πολιτεία του Σάο Πάολο. Αφού έπαιξε σε τοπικές ομάδες, πήρε μεταγραφή για τη Βάσκο ντα Γκάμα στο Ρίο. Εκεί έμεινε 14 χρόνια. Ήταν ο πρώτος μαύρος γκολκίπερ που έκανε καριέρα στην εθνική ομάδα. Πολλοί θεωρούν ότι το χρώμα του δέρματός του ήταν αποφασιστικός παράγοντας στην αντιπάθεια που δημιουργήθηκε εναντίον του. Στα 1950 το βραζιλιάνικο ποδόσφαιρο δεν είχε ακόμα ξεπεράσει το ρατσιστικό του παρελθόν.
Ο Μπαρμπόζα αποσύρθηκε στα 42. Δούλεψε στη διοίκηση του σταδίου Μαρακανά για περισσότερο από δύο δεκαετίες και όταν αποσύρθηκε από τη δεύτερη καριέρα του μετακόμισε στην Praia Grande, στην ακτή του Σάο Πάολο. Η γυναίκα του, Κλοντίλντ, πέθανε σε ηλικία 50 ετών, το 1997, από καρκίνο των οστών. Τα χρήματα που είχε ο Μπαρμπόζα δεν του έφταναν ούτε για τα αναγκαία, μέχρι που η Βάσκο ντα Γκάμα έμαθε την κατάστασή του και του έδωσε ένα ποσό το μήνα για να μπορεί να νοικιάσει ένα δικό του διαμέρισμα.
Ζούσε μόνος του, δεν είχε παιδιά, και δεν ήταν σε επαφή με κανέναν από τους συγγενείς του. Μετά το θάνατο της Κλοντίλντ, τον βοηθούσε μια φίλη του η Τερέζα Μπόρμπα, η οποία δήλωσε: «Έφτασε να κλάψει στον ώμο μου. Μέχρι το τέλος του έλεγε συχνά: -Δεν είμαι ένοχος. Ήμασταν έντεκα!»

μετάφραση από το άρθρο του Alex Bellos
εφημερίδα The Guardian, 13/4/2000


1950: Βραζιλία – Ουρουγουάη: 1-2

 

περισσότερα για τον Μπαρμπόζα:

Μισό αιώνα μοιραίος άνθρωπος

49 χρόνια δεισιδαιμονίας

3 Σχόλια to “δεν είμαι ένοχος, ήμασταν έντεκα!”

  1. stokegeo Says:

    Κι άλλες πληροφορίες για τον Μοασίρ Μπαρμπόσα γράφει (πάλι) ο Άλεξ Μπέλος στο βιβλίο του Futebol: ο βραζιλιάνικος τρόπος ζωής (εκδ. Κέδρος).

  2. Θωμάς Says:

    Αγαπητέ, Stokegeo, με προβλημάτισε το σχόλιό σου, γιατί αναφέρεις τον Barbosa ως Μπαρμπόσα (ελπίζω εκ παραδρομής γιατί στην ανάρτησή σας τον ονομάζετε κι εσείς Μπαρμπόζα).
    Θεωρησα ότι το Barbosa προφέρεται Μπαρμπόζα εφαρμόζοντας έναν κανόνα της αγγλικής γλώσσας. Αλλά δυστυχώς πορτογαλικά δεν ξέρω, γι’ αυτό δεν είμαι σίγουρος…

    • Ανώνυμος Says:

      Αγαπητέ Θωμά, νομίζω και εγώ, παρότι μη γνώστης των πορτογαλικών αλλά των ισπανικών, ότι το «Μπαρμπόζα» είναι η σωστή προφορά. Έκανα λάθος. Ζητώ συγγνώμη!

Σχολιάστε