Οδυσσέας Ελύτης (ΙΙ): τη γλώσσα μου έδωσαν ελληνική


προμετωπίδα του Γεράσιμου Στέρη για τον «Μικρό Ναυτίλο» (1985)
από την έκδοση της ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑΣ:
«ΛΕΣΧΗ ΑΘΑΝΑΤΩΝ – ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ»
Εκδόσεις ΤΕΓΟΠΟΥΛΟΣ

 

Η Ποίηση έγινε για να διορθώνει τα λάθη του Θεού· ή εάν όχι, τότε, για να δείχνει πόσο λανθασμένα εμείς συλλάβαμε την δωρεά του. 

 «ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΟΝ ΑΝΔΡΕΑ ΕΜΠΕΙΡΙΚΟ», Εκδόσεις ΥΨΙΛΟΝ 

 

Ό,τι αγαπώ γεννιέται αδιάκοπα
Ό,τι αγαπώ βρίσκεται στην αρχή του πάντα. 

 «ΗΛΙΟΣ Ο ΠΡΩΤΟΣ» Εκδόσεις ΙΚΑΡΟΣ

 

αποσπάσματα από τα «ΔΟΛΩΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΑΝΕΝΑ»:

Μια φωτογραφική μηχανή κρυμμένη μέσα στην κακή ποίηση μας καταδικάζει να ξαναβλέπουμε αυτά που πολλές φορές είδαμε – και να μη βλέπουμε αυτά που δεν είδαμε ποτέ.
Σίγουρα η παρατηρητικότητα είναι μεγάλο ελάττωμα για τον ποιητή· που καταντά, στο τέλος, τα σύννεφα να τα παίρνει για σύννεφα.

Τη μαγεία δεν την πιάνεις με την ερμηνεία της μαγείας, πόσο μάλλον με την περιγραφή της ερμηνείας της μαγείας. Ή κελαηδάς ή σωπαίνεις. Δε λες: αυτό που κάνω είναι κελαηδητό. Αλίμονο. Αν νογούσανε τα πουλιά, θα μας έπαιρναν με τις πέτρες – συγγνώμην, με τις κουτσουλιές ήθελα να πω.

Νέε, θυμήσου: δε γίνεσαι δούλος όταν σε υποτάσσει μόνον αυτός που έχει την εξουσία – αλλά κι εκείνος που την πολεμάει.

Προσοχή στη συγκίνηση. Αν είναι γόησσα, δεν παύει να ’ναι και ρουφιάνα.

Η απόσταση από το «τίποτε» στο «ελάχιστο» είναι πολύ μεγαλύτερη παρ’ ό,τι από το «ελάχιστο» στο «πολύ».

από τα «ΜΙΚΡΑ ΕΨΙΛΟΝ»
«ΕΝ ΛΕΥΚΩ» Εκδόσεις ΙΚΑΡΟΣ

 

 

 χειρόγραφο του Ο. Ελύτη με εικαστική του παρέμβαση (Αρχείο Δ. Φωτόπουλου)
από την έκδοση της ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑΣ:
«ΛΕΣΧΗ ΑΘΑΝΑΤΩΝ – ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ»
Εκδόσεις ΤΕΓΟΠΟΥΛΟΣ

 

Η ΠΟΡΤΟΚΑΛΕΝΙΑ

Στον Aντρέα Kαμπά

Tόσο πολύ τη μέθυσε ο χυμός του ήλιου
Που έγειρε το κεφάλι της και δέχτηκε να γίνει
Σιγά-σιγά : η μικρή Πορτοκαλένια !

Έτσι καθώς γλαυκόλαμψαν οι εφτά ουρανοί
Έτσι καθώς αγγίξαν μια φωτιά τα κρύσταλλα
Έτσι καθώς αστράψανε χελιδονοουρές
Σάστισαν πάνω οι άγγελοι και κάτω οι κοπελιές
Σάστισαν πάνω οι πελαργοί και κάτω τα παγόνια
Kι όλα μαζί συνάχτηκαν κι όλα μαζί την είδαν
Kι όλα μαζί τη φώναξαν : Πορτοκαλένια !

Mεθάει το κλήμα κι ο σκορπιός μεθάει ο κόσμος όλος
Όμως της μέρας η κεντιά τον πόνο δεν αφήνει
Tη λέει ο νάνος ερωδιός μέσα στα σκουληκάκια
Tη λέει ο χτύπος του νερού μέσ’ στις χρυσοστιγμές
Tη λέει κι η δρόσο στου καλού βοριά το απανωχείλι :

Σήκω μικρή μικρή μικρή Πορτοκαλένια !
Όπως σε ξέρει το φιλί κανένας δεν σε ξέρει
Mήτε σε ξέρει ο γελαστός Θεός
Που με το χέρι του ανοιχτό στη φλογερή αντηλιά
Γυμνή σε δείχνει στους τριανταδυό του ανέμους !

Από το «ΗΛΙΟΣ Ο ΠΡΩΤΟΣ» Εκδόσεις ΙΚΑΡΟΣ

 

Αλλά με τις ξόβεργες μπορεί να πιάνεις πουλιά, δεν πιάνεις ποτέ το κελαηδητό τους. Χρειάζεται η άλλη βέργα, της μαγείας, και ποιος μπορεί να την κατασκευάσει αν δεν του ‘χει από μιας αρχής δοθεί;

 ΠΡΩΤΑ – ΠΡΩΤΑ Η ΠΟΙΗΣΗ «ΑΝΟΙΧΤΑ ΧΑΡΤΙΑ» Εκδόσεις ΙΚΑΡΟΣ

 


Προμετωπίδα (φωτογραφία) της Ιουλίτας Ηλιοπούλου
για τα «Δυτικά της λύπης» (1995)
από την έκδοση της ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑΣ:
«ΛΕΣΧΗ ΑΘΑΝΑΤΩΝ – ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ»
Εκδόσεις ΤΕΓΟΠΟΥΛΟΣ

 

Το νόημα του ονόματος Ελύτης:

Το νόημα του ονόματος Ελύτης αποδόθηκε σε στιγμές επισημότερες της ζωής του, στο συνδυασμό της συλλαβής ‘ελ’, αρχικής σε ονόματα σημαδιακά όπως Ελλάδα, Ελπίδα, Ελευθερία, Ελένη, με τη «γενική τοπωνυμική κατάληξη των ελληνικών ονομάτων ανάλογα με το ‘Πολίτης’ (Κ. Φράιερ, σ. 12). Παλαιότερα οι φίλοι του έδιναν μια λιγότερο ελληνοπρεπή και περισσότερο διασκεδαστική ερμηνεία αναφέροντας τρεις αφορμές: το όνομα του Eluard, τη λέξη elite που υπονοεί εκλεκτικότητα και που δηλώνει μιαν αντίθεση στην εύκολη τέχνη, τη λέξη ‘αλήτης’ για την ανταρσία στην αστική συμβατικότητα. Η ουσία είναι ότι ο ποιητής, έτσι κι αλλιώς, ήθελε να περιχαρακώσει με το όνομα που δημιουργούσε ένα χώρο αποκλειστικά δικό του κι ανεξάρτητο πριν απ’ όλα απ’ την οικογένειά του. Αυτό μαρτυρούν και τα λόγια του της Κατοχής: «Με τη σειρά μου κατάλαβα κι εγώ πως θα ’τανε ντροπή να φτιάξω ένα έργο για το οποίο αφιέρωνα όλες μου τις δυνάμεις, όλο το πάθος μου για την αφιλοκέρδεια και να το ταυτίσω ύστερα μ’ ένα όνομα συνυφασμένο με ό,τι εγώ μισώ στη ζωή, το πρακτικό δηλαδή πνεύμα, την εμπορική πίστη, τον άκρατο ωφελιμισμό» (Αιολικά Γράμματα 3, 1973, σ. 12).
Πέρα από τις ετυμολογικές ερμηνείες και τις ψυχολογικές άμυνες, μένει η υποβολή του ήχου και της γραφής του ονόματος. ‘Ελύτης’ είναι ένας ιαμβικός τρισύλλαβος, με την κεντρική συλλαβή υψωμένη χάρη στον τόνο της, με μεγαλύτερη διάρκεια, αλλά και με μια ειδική γεύση από το υγρό ‘λ’. Στηρίζεται σε μια ζυγισμένη ισομετρία που ανταποκρίνεται στους νόμους του μουσικού τονισμού της ελληνικής γλώσσας που προτιμά τις παροξύτονες καταλήξεις των λέξεων.
Όσο για την κατάληξη -ύτης, που μοιάζει τοπωνυμικός προσδιορισμός, δεν είναι δίχως σημασία το γεγονός ότι διακρίνεται από την άλλη κατάληξη, -ητής, που είναι χαρακτηριστική των επαγγελματικών ουσιαστικών (ο ποιητής μας απορρίπτει την ιδιότητα ενός ανθρώπου την εξαρτημένη από το επάγγελμα).
Για να επιμείνουμε στη γραφή, και σχετικά με τη διαφοροποίηση των δύο ‘ι’, το ένα ύψιλον, το άλλο ήτα, παρατηρούμε ότι το ύψιλον βρίσκεται εκεί που θα περιμέναμε ένα γιώτα και ασκεί έτσι τη γοητεία του άδηλου και του λογικά απροσδόκητου. Δεν υπάρχει αμφιβολία: το επώνυμο ‘Ελύτης’ είναι ευρηματικό και προγραμματικά ταιριαγμένο στο νέο που ξεκινά με επαναστατικές προθέσεις και με ασυνήθιστους οραματισμούς, που γρήγορα θα ξεχωρίσει μέσα στις προσπάθειες άλλων, πρεσβύτερων ή συνομηλίκων. 

MARIO VITTI «ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ – ΚΡΙΤΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ» Εκδόσεις ΕΡΜΗΣ

 

ΤΟ ΘΑΛΑΣΣΙΝΟ ΤΡΙΦΥΛΙ

Μια φορά στα χίλια χρόνια
     του πελάγου τα τελώνια
Μες στα σκοτεινά τα φύκια
     μες στα πράσινα χαλίκια
Το φυτεύουνε και βγαίνει
     πριν ο ήλιος ανατείλει
Το μαγεύουνε και βγαίνει
     το θαλασσινό τριφύλλι
 
Κι όποιος τό βρει δεν πεθαίνει
κι όποιος τό βρει δεν πεθαίνει

Μια φορά στα χίλια χρόνια
     κελαηδούν αλλιώς τ’ αηδόνια
Δε γελάνε μήτε κλαίνε
     μόνο λένε μόνο λένε:
― Μια φορά στα χίλια χρόνια
     γίνεται η αγάπη αιώνια
Να ’χεις τύχη να ’χεις τύχη
     κι η χρονιά να σου πετύχει
 
Κι από τ’ ουρανού τα μέρη
     την αγάπη να σου φέρει. 

Το θαλασσινό τριφύλλι
ποιος θα βρει να μου το στείλει
Ποιος θα βρει να μου το στείλει
το θαλασσινό τριφύλλι.

  από «ΤΑ ΡΩ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ» Εκδόσεις ΥΨΙΛΟΝ

 


Προμετωπίδα του Οδυσσέα Ελύτη για τα «Ρω του έρωτα» (1972)
από την έκδοση της ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑΣ:
«ΛΕΣΧΗ ΑΘΑΝΑΤΩΝ – ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ»
Εκδόσεις ΤΕΓΟΠΟΥΛΟΣ

 

Χρυσωμένες έχουν τις παγίδες οι άνθρωποι. 

 “VILLA NATACHA” από τα “ΕΤΕΡΟΘΑΛΗ” 

 

Τη γλώσσα μου έδωσαν ελληνική
το σπίτι φτωχικό στις αμμουδιές του Ομήρου… 

Μονάχη έγνοια η γλώσσα μου στις αμμουδιές του Ομήρου…

 “ΤΟ ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ” 

 

Με τι πέτρες τι αίμα και τι σίδερο
και τι φωτιά είμαστε καμωμένοι
ενώ φαινόμαστε από σκέτο σύννεφο. 

 “ΗΛΙΟΣ Ο ΠΡΩΤΟΣ XVI” Εκδόσεις ΙΚΑΡΟΣ 

 

 

από την ΜΕΘΟΔΟ ΤΟΥ «ΑΡΑ»¹:

Μπαίνοντας ο εικοστός αιώνας στο τελευταίο του τέταρτο, αισθάνομαι άστεγος και περιττός. Όλα είναι κατειλημμένα – ως και τ’ άστρα. Οι άνθρωποι έχουν απαλλαγεί από κάθε παιδεία, όπως στην εποχή του Τσέγκις Χαν, και δεν ερωτεύονται ούτε κατ’ ιδέαν. Πρωθυπουργοί συναλλάσσονται με προσωπιδοφόρους, ποικίλες ομάδες καταλαμβάνουν αεροπλάνα και συλλαμβάνουν ομήρους, ενώ οι κολεγιόπαιδες λύνουν εκπληκτικές εξισώσεις με μιαν ευκολία που είναι ν’ απορείς: συν, πλην, διά, επί -άρα. Το μυστικό στη ζωή αυτή, φαίνεται, δεν είναι αν είσαι δούλος ή όχι· καθόλου. Είναι να οδηγείσαι με συνέπεια σε κάποιο «άρα» και να ‘χεις έτοιμη την απάντηση. Πολύ ωραία. Μπροστά όμως σε μια φράση ποιητική, για ποιο λόγο αυτό το «άρα» στομώνει;
Το μυαλό μας κάνει μαιάνδρους απίθανους προκειμένου στο μέλλον να σταδιοδρομήσει στα εργαστήρια, στους ηλεκτρονικούς εγκεφάλους, οπουδήποτε οσφραίνεται όφελος χειροπιαστό. Προκειμένου όμως να καταλήξει σε μια συνειδητοποίηση του είναι παραμένει στην πρώτη του Δημοτικού. Γιατί; 
Λευκό βουνάκι πρόβατα κινούμενο βελάζει· άρα; Μηδέν ο μαθητής. -Ο ήλιος κυκλοδίωκτος, ως αράχνη, μ’ εδίπλωνε· άρα; Κενό.
Το τρανζίστορ μας, ναι· αυτό ξέρουμε να το λύνουμε και να το επανασυνδέουμε στο άψε σβήσε.

 

Επειδή -να το πούμε κι αυτό- ελευθερία δεν είναι να κινείσαι ανεμπόδιστα στο πεδίο που σου έχει δοθεί. Να διευρύνεις αυτό το πεδίο, και δη κατά τη διάσταση της αναλογίας των αισθήσεων, αυτό είναι. Διαθέτοντας καινούριες μονάδες για τη μέτρηση του κόσμου. Τότε μόνον προχωρείς ταυτόχρονα προς όλες τις κατευθύνσεις, που σημαίνει: αναπτύσσεις ένα πρίσμα διάφανο, ικανό να σε κάνει να βλέπεις όπως ακούς, ή ν’ ακούς όπως βλέπεις, και ούτω καθεξής, όπως μόνον η ψύχη γίνεται να το επιτρέψει. Ένα ρυάκι δεν είναι απλώς λίγο νερό που κατρακυλάει τον κατήφορο· είναι η λαλούσα κι εύχαρις υποδήλωση της παιδικής ηλικίας των πραγμάτων. Λίγη ξερή, τριμμένη στα δάχτυλά σου, μέντα σε πάει ολόισια στη σκέψη των Ιώνων. Τα χάδια σου είναι η μετάθεση μιας απαλής μουσικής, με όλα τα andante και τα allegro της, πάνω στην επιδερμίδα. Κι εκείνο το φυτό αντικρύ σου, που διαιρεί άνισα πλην σωστά το χώρο, είναι η αόρατη γεωμετρία που διέπει στο βάθος ολάκερη την οικουμένη. Να, αυτή είναι μια ελευθερία πραγματική, που έχει τη δύναμη τη γενική ν’ αναστέλλει όλες τις επιμέρους αναστολές σου και να σε κάνει, κάθε φορά που τρως μια συναγρίδα ψητή, να τρως κι από λίγο Αιγαίο, με αντίς  λεμόνι δυο τρεις οξείς στίχους του Αρχίλοχου.

«ΕΝ ΛΕΥΚΩ» Εκδόσεις ΙΚΑΡΟΣ

¹Η ΜΕΘΟΔΟΣ ΤΟΥ «ΑΡΑ» (1976) δημοσιεύτηκε στο ειδικό αφιέρωμα στον Οδυσσέα Ελύτη του περιοδικού ΧΑΡΤΗΣ 21-23, 1986

 


Προμετωπίδα του Κώστα Πανιάρα για τα «Ελεγεία της οξώπετρας» (1991)
από την έκδοση της ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑΣ:
«ΛΕΣΧΗ ΑΘΑΝΑΤΩΝ – ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ»
Εκδόσεις ΤΕΓΟΠΟΥΛΟΣ

 

«ΗΛΙΟΣ Ο ΠΡΩΤΟΣ» XIV

Στα χτήματα βαδίσαμε όλη μέρα
Με τις γυναίκες τους ήλιους τα σκυλιά μας
Παίξαμε τραγουδήσαμε ήπιαμε νερό
Φρέσκο καθώς ξεπήδαγε από τους αιώνες

Το απομεσήμερο για μια στιγμή καθήσαμε
Και κοιταχτήκαμε βαθιά μέσα στα μάτια.
Μια πεταλούδα πέταξε απ΄ τα στήθια μας
Ήτανε πιο λευκή
Απ΄ το μικρό λευκό κλαδί της άκρης των ονείρων μας
Ξέραμε πως δεν ήταν να σβηστεί ποτές
Πως δε θυμότανε καθόλου τι σκουλήκια έσερνε 

Το βράδυ ανάψαμε φωτιά
Και τραγουδούσαμε γύρω τριγύρω:

Φωτιά ωραία φωτιά μη λυπηθείς τα κούτσουρα
Φωτιά ωραία φωτιά μη φτάσεις ως τη στάχτη
Φωτιά ωραία φωτιά καίγε μας
                         λέγε μας τη ζωή.

 
Εμείς τη λέμε τη ζωή την πιάνουμε απ΄ τα χέρια
Κοιτάζουμε τα μάτια της που μας ξανακοιτάζουν
Κι αν είναι αυτό που μας μεθάει μαγνήτης, το γνωρίζουμε
Κι αν είναι αυτό που μας πονάει κακό, τόχουμε νιώσει
Εμείς τη λέμε τη ζωή, πηγαίνουμε μπροστά
Και χαιρετούμε τα πουλιά της που μισεύουνε.

Είμαστε από καλή γενιά.

 

Ο ασυγχρονισμός της φύσης και του ανθρώπου, έφερε τον ασυγχρονισμό της ψυχής και του σώματος. 

ΠΡΩΤΑ ΠΡΩΤΑ Η ΠΟΙΗΣΗ “ΑΝΟΙΧΤΑ ΧΑΡΤΙΑ” Εκδόσεις ΙΚΑΡΟΣ  

 

Μια μέρα το παρελθόν θα μας αιφνιδιάσει με τη δύναμη της επικαιρότητάς του. 

«ΕΝ ΛΕΥΚΩ» Εκδόσεις ΙΚΑΡΟΣ


Προμετωπίδα του Νίκου Χατζηκυριάκου – Γκίκα για τα «Ετεροθαλή» (1974)
από την έκδοση της ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑΣ:
«ΛΕΣΧΗ ΑΘΑΝΑΤΩΝ – ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ»
Εκδόσεις ΤΕΓΟΠΟΥΛΟΣ

 

«Δυο χρόνια της ζωής σας θα πάνε χαμένα»

Ο Οδυσσέας Ελύτης μιλάει για τις συνέπειες του βραβείου Νόμπελ:

Δύο ειδών μπορεί να είναι οι συνέπειες: ψυχολογικές και πρακτικές. Από τις πρώτες, ευτυχώς, ούτε μία δεν σημειώθηκε στην περίπτωση τη δική μου. Θέλω να πω ότι στην πνευματική μου υπόσταση, το γεγονός αυτό δεν εβάρυνε καθόλου. Θα ήταν ανόητο να νιώσω ότι έγινα ξαφνικά σπουδαίος ή ότι έπρεπε ν’ αλλάξει ο τρόπος που ζω ή αντιμετωπίζω τα πράγματα. Πολύ περισσότερο να προσπαθήσω να προσαρμόσω την τέχνη μου στις απαιτήσεις ενός κοινού που από ελληνικό γινότανε διεθνές. Έχω κληρονομήσει από τους Αρβανίτες προγόνους της μητέρας μου ένα πείσμα που μου βγήκε σε καλό. Από τα πρώτα μου βήματα μου εδόθηκε να συλλάβω σε γενικές γραμμές το οικοδόμημα που θα ήθελα να πραγματοποιήσω. Το έφερα ως εδώ με μερικές επιτυχίες αλλά και με αβαρίες πολλές. Σήμερα, το μόνο που με νοιάζει είναι να ‘χω υγεία και χρόνους, για να το ολοκληρώσω. Πάντοτε με χίλιες δυσκολίες και πάντοτε πλησιάζοντας κατά προσέγγιση το ιδανικό. Δεν βλέπω λοιπόν σε τι θα μπορούσε το γεγονός του Νόμπελ να ωφελήσει ή να βλάψει, όταν οι επιδιώξεις μου είναι αυτές. «Τομή» από την άποψη την πνευματική, το επαναλαμβάνω, δεν υπάρχει. Βεβαιότατα όμως υπάρχει από την άποψη την πρακτική. Έγινε η ζωή μου άνω – κάτω. Αυτόν το σωρό από αιτήματα που αναγκαζόμουν ως τώρα με δυσφορία να υφίσταμαι στα όρια τα ελληνικά, φαντασθήτε τον πολλαπλασιασμένο επί 20 ή 30. Στην αρχή είπα: Θα βάλω τα δυνατά μου να τα βγάλω πέρα, εωσότου γίνει η επίσημη απονομή. Κι ύστερα θα ησυχάσω.
Πού να ‘ξερα ότι το μεγάλο κακό θα συνεχιζότανε ύστερα. Ξέρετε, πριν να φύγω από την Στοκχόλμη, πήγα ν’ αποχαιρετήσω τον Γραμματέα της Ακαδημίας, τον κ. Γκύλλενστεν, ένα θαυμάσιο άνθρωπο. «Έχετε υπ’ όψιν σας», μου είπε, «ότι θέλοντας, και μη, δύο χρόνια της ζωής σας θα πάνε χαμένα». Το θεώρησα μιαν υπερβολή, ένα σχήμα λόγου. Και όμως ο ενάμισης χρόνος πέρασε και ακόμα να βρω λίγη ώρα ν’ ανοίξω τα χειρόγραφά μου. Βέβαια φταίει και ο χαρακτήρας μου. Δεν είχα ποτέ το ταλέντο να βάζω τους άλλους να δουλεύουν για μένα. Συνήθισα να τα κάνω όλα μόνος μου. Έχω απαντήσει με το χέρι μου σε πάνω από χίλια διακόσια γράμματα. Έχω στείλει εκατοντάδες αυτόγραφα. Έχω κάνει εννέα φιλμς για ξένες τηλεοράσεις. Αλλά το πιο δύσκολο απ’ όλα είναι οι αρνήσεις. Επειδή δεν αρκεί ν’ αρνείσαι προσκλήσεις, κάποτε πολύ συγκινητικές, πρέπει και να δικαιολογηθείς και να ευχαριστήσεις. Χώρια το άλλο μαρτύριο: των εκδοτών που ερίζουν μεταξύ τους και σε εμπλέκουν σε μυστηριώδη συμβόλαια ή των μεταφραστών που σου υποβάλλουν τριάντα και σαράντα ερωτήματα και διευκρινίσεις. Αυτά όλα είναι πολύ αντιποιητικά πράγματα που οφείλεις να τα ξεπεράσεις όσο γίνεται πιο γρήγορα. Προσπαθώ. Με τις αρνήσεις μου έχω ήδη δημιουργήσει πολλές δυσαρέσκειες. Αλλ’ αυτό, φαίνεται, είναι το τίμημα του βραβείου εφόσον το δέχτηκες. Κι εγώ το δέχτηκα.

από μια συνομιλία του Ο. Ελύτη με τον Αντώνη Φωστιέρη και το Θανάση Νιάρχο που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «η λέξη» Μάρτης – Απρίλης 1981

 

 

Οι 2 στους 3 δεν τον ήξεραν!

Η εφημερίδα ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ έγραψε στις 18/10/1979:

Οι 2 στους 3 δεν τον ήξεραν! Γκάλοπ στους δρόμους της Αθήνας.
Πόσο γνωστός είναι στον απλό κόσμο ο Οδυσσέας Ελύτης;
Τιμήθηκε δίκαια κατά τη γνώμη τους με το βραβείο Νόμπελ ο Έλληνας ποιητής;

Στα ερωτήματα αυτά θέλησε να δώσει μια απάντηση το γκάλοπ της Ελευθεροτυπίας που έγινε χθες το μεσημέρι σε ανύποπτους διαβάτες. Να οι απαντήσεις που πήραμε:
Σ.Κ. (φοιτήτρια): Δικαιολογημένα έδωσαν το Νόμπελ στον Ελύτη. Είναι ένας μεγάλος ποιητής.
Ι. Γ. (νοικοκυρά): Ελύτης; Ζωγράφος δεν είναι αυτός;
Θ.Μ. (σπουδαστής): Ξέρω ότι είναι πολύ καλός ποιητής. Δεν έχω όμως μελετήσει το έργο του.
Α.Κ. (νοικοκυρά): Α! δεν θυμάμαι καλά. Είναι λογοτέχνης ή συνθέτης.
Γ.Κ. (ιδιωτικός υπάλληλος): Καλλιτέχνης νομίζω πως είναι. Δεν θυμάμαι καλά.
Γ.Κ. (οδηγός ταξί): Άκουσα στο ραδιόφωνο ότι είναι ποιητής και πήρε το Νόμπελ.
Γ.Τ. (δικηγόρος): Είναι ποιητής. Δεν ξέρω αν άξιζε για το Νόμπελ.
Μ.Κ. (ιδ. υπάλληλος): Νομίζω ότι είναι συγγραφέας. 
Κ.Σ. (επιπλοποιός): Ελύτης; Δεν ξέρω, ποιος είναι αυτός;
Ν.Κ. (υπάλληλος): Είναι ένας από τους μεγαλύτερους σύγχρονους ποιητές. Δίκαια τιμήθηκε με το Νόμπελ.
Μ.Σ. (μοδίστρα): Δεν τον ξέρω. Πρώτη φορά ακούω αυτό το όνομα.
Ε.Π. (δασκάλα): Είναι ένας από τους μεγαλύτερους ποιητές μας. Τιμή μας που τιμήθηκε με το Νόμπελ.

εφημερίδα ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, Πέμπτη 18/10/1979

 

 

ΑΣΜΑ ΗΡΩΙΚΟ ΚΑΙ ΠΕΝΘΙΜΟ ΓΙΑ ΤΟΝ ΧΑΜΕΝΟ ΑΝΘΥΠΟΛΟΧΑΓΟ ΤΗΣ ΑΛΒΑΝΙΑΣ (ΣΤ΄)

Ήταν ωραίο παιδί. Την πρώτη μέρα που γεννήθηκε
Σκύψανε τα βουνά της Θράκης να φανεί
Στους ώμους της στεριάς το στάρι που αναγάλλιαζε·
Σκύψανε τα βουνά της Θράκης και το φτύσανε
Mια στο κεφάλι, μια στον κόρφο, μια μέσα στο κλάμα του·
Bγήκαν Ρωμιοί με μπράτσα φοβερά
Kαι το σηκώσαν στου βοριά τα σπάργανα…
Ύστερα οι μέρες τρέξανε, παράβγαν στο λιθάρι
Kαβάλα σε φοραδοπούλες χοροπήδηξαν
Ύστερα κύλησαν Στρυμόνες πρωινοί
Ώσπου κουδούνισαν παντού οι τσιγγάνες ανεμώνες
Kι ήρθαν από της γης τα πέρατα
Oι πελαγίτες οι βοσκοί να παν των φλόκων τα κοπάδια
Eκεί που βαθιανάσαινε μια θαλασσοσπηλιά
Eκεί που μια μεγάλη πέτρα εστέναζε!
 
Ήταν γερό παιδί·
Tις νύχτες αγκαλιά με τα νεραντζοκόριτσα
Λέρωνε τις μεγάλες φορεσιές των άστρων
Ήταν τόσος ο έρωτας στα σπλάχνα του
Που έπινε μέσα στο κρασί τη γέψη όλης της γης,
Πιάνοντας ύστερα χορό μ’ όλες τις νύφες λεύκες
Ώσπου ν’ ακούσει και να χύσ’ η αυγή το φως μες στα μαλλιά του
H αυγή που μ’ ανοιχτά μπράτσα τον έβρισκε
Στη σέλα δυο μικρών κλαδιών να γρατσουνάει τον ήλιο
Nα βάφει τα λουλούδια
Ή πάλι με στοργή να σιγονανουρίζει
Tις μικρές κουκουβάγιες που ξαγρύπνησαν…
Α τι θυμάρι δυνατό η ανασαιμιά του
Τι χάρτης περηφάνιας το γυμνό του στήθος
Όπου ξεσπούσαν λευτεριά και θάλασσα…
 
Ήταν γενναίο παιδί.
Με τα θαμπόχρυσα κουμπιά και το πιστόλι του
Mε τον αέρα του άντρα στην περπατηξιά
Kαι με το κράνος του, γυαλιστερό σημάδι
(Φτάσανε τόσο εύκολα μες στο μυαλό
Που δεν εγνώρισε κακό ποτέ του)
Mε τους στρατιώτες του ζερβά δεξιά
Kαι την εκδίκηση της αδικίας μπροστά του
―Φωτιά στην άνομη φωτιά!―
Με το αίμα πάνω από τα φρύδια
Tα βουνά της Αλβανίας βροντήξανε
Ύστερα λιώσαν χιόνι να ξεπλύνουν
Tο κορμί του, σιωπηλό ναυάγιο της αυγής
Kαι το στόμα του, μικρό πουλί ακελάηδιστο
Kαι τα χέρια του, ανοιχτές πλατείες της ερημίας
Βρόντηξαν τα βουνά της Αλβανίας
Δεν έκλαψαν
Γιατί να κλάψουν
Ήταν γενναίο παιδί! 

από το «ΑΣΜΑ ΗΡΩΙΚΟ ΚΑΙ ΠΕΝΘΙΜΟ ΓΙΑ ΤΟΝ ΧΑΜΕΝΟ ΑΝΘΥΠΟΛΟΧΑΓΟ ΤΗΣ ΑΛΒΑΝΙΑΣ», (ΣΤ΄) 

 

8 Σχόλια to “Οδυσσέας Ελύτης (ΙΙ): τη γλώσσα μου έδωσαν ελληνική”

  1. Κωστας Τσιαντής Says:

    Μια τέτοια καθαρότητα χρειαζόμαστε, έστω κι αν οι πολλοί δεν θα μπορέσουμε ποτέ κάτι καινούργιο να φέρουμε στο φως. Μακάρι να ευτηχήσουμε κάποτε να εισχωρήσουμε στη Χάρη που μας δώθηκε σ’ αυτόν τον τόπο- έστω μόνοι μας, χωρίς κρατική παιδεία!.

    • Θωμάς Says:

      Κώστα, συμφωνώ πως ο μόνος τρόπος να γνωρίσει κάποιος τη Χάρη του ελληνικού πνεύματος είναι να το κάνει μόνος του, γιατί δυστυχώς κρατική αλλά και ιδιωτική παιδεία στον τόπο μας σημαίνει προετοιμασία για το πανεπιστήμιο και τίποτε άλλο. Όπως λέει και ο Ελύτης στη «Μέθοδο του άρα» όλα στην εποχή μας πρέπει να καταλήγουν σε κάποιο «άρα»…

  2. Τελευταίος Says:

    Άλλη μια υπέροχη ανάρτηση. Θερμά συγχαρητήρια Θωμά…

  3. Μαρία Λάσκου Says:

    Ο Ελύτης ήταν πράγματι πολύ μεγάλος, ο μεγαλύτερο ίσως μέσα στους αιώνες. Στα δάχτυλά του η γλώσσα παίρνει άλλες διαστάσεις, γίνεται μάννα που χορταίνει, αεράκι που δροσίζει και αγκαλιά που προστατεύει με αγάπη περισσή. ΄Ισως από όλες αυτές τις πράξεις του έργου του Ελύτη, αλλά και της Ποίησης γενικότερα, εξαρτηθεί η επιβίωσή μας ο έθνος …

  4. Θωμάς Says:

    Μαρία, συγκινούμαι πολύ όταν διαπιστώνω ότι υπάρχουν αναγνώστες που διαβάζουν παλιότερες αναρτήσεις μου και ειδικά τις τρεις αναρτήσεις που ήταν αφιερωμένες στον Οδυσσέα Ελύτη. Τώρα που το σκέφτομαι ήταν πολύ λίγες. Ο Ελύτης αξίζει περισσότερο σεβασμό από μέρους μου.
    Σ’ ευχαριστώ για το σχόλιο.
    Πάντα καλοδεχούμενα θα είναι και άλλα σχόλια σου.

  5. JS Says:

    Εγώ για τον Ελύτη έμαθα τα ελληνικά. Όσο οι Έλληνες θα έχετε τέτοιους ποιητές, δεν έχετε ανάγκη από κρατική παιδεία. Κανένα υπουργείο του κόσμου δεν μπορεί να ανακηρύξει το «ανθ’ ημών η αγάπη» και το «θα λάβουνε τα όνειρα εκδίκηση».

  6. Θωμάς Says:

    Αγαπητέ, JS, ευχαριστώ για το σχόλιο σας.
    Συμφωνώ απόλυτα μαζί σας, και είναι ένα ερώτημα αν συνεχίζει η Ελλάδα να βγάζει ποιητές του διαμετρήματος ενός Ελύτη ή ενός Σεφέρη. Δε θα ήθελα να είμαι απόλυτος, σίγουρα υπάρχουν αξιόλογοι νέοι ποιητές, ίσως λείπει σήμερα ένας Θεοδωράκης να τους μελοποιήσει και να φτάσουν έτσι τα ποιήματά τους στο στόμα των απλών ανθρώπων.

Σχολιάστε