Γιάννης Βλαχογιάννης

«Έτσι ήτανε»

Παππού, σήκου, παππούλη: Σήμερα είναι μέρα επίσημη: Τι φυλάς το στρώμα και βογγάς; Όλο βογγάς κι όλο μαλώνεις – σώνεις πια: Έβγα να ιδής: Έλα ν’ αλλάξης και να πας στην αγορά. Ο κόσμος έχει πανηγύρι σήμερα – Σάββατο Λαζάρου:
Το μαθητούδι ζωηρό, καθώς μπήκε στο σπίτι, έφυγε κιόλα. Τόξερε ο παππούς πως ήταν η τρανή. Παραμονή, της Έξοδος η μέρα… Αχ, τέτοια μέρα δε θα ξαναφανή – μήτε ο θεός να δώση:
Τόξερε ο παππούς, κι αυτό από μέρες κι από νύχτες συλλογιόταν. Ο πονεμένος νους του σερνότανε τριγύρω στη μεγάλη Θύμηση. Και την περίμενε τη μέρα αυτή, σα νάτανε ναρχόταν άλλη μια φορά, πρώτη φορά – του κάκου:
Μα του μικρού ταγγόνου οι χαρωπές φωνές του ξάφνισαν το νου. Κι εκεί, να πάλι το τρελόπαιδο μπροστά του. Άφησε τις τρεχάλες για να ξαναρθή και να του γίνη πειρασμός και πάλι.
-Ακόμα κάθεσαι, παππούλη; Λεχώνα θα μου γίνης αυτού πέρα; Απόλυσε κι η εκκλησιά:
-Καλά, καλά, μωρέ παιδί, μη με μαλώνεις τόσο· γέρος είμαι, δε μπορώ να σηκωθώ. Εδώ άσε με να σήπωμαι…
-Τι είπες; Δεν ακούς; Περνάει η Έξοδο!
Αυτός ο λόγος χτύπησε το γέρο αλλόκοτα. Της λιτανείας η βοή, που έφτανε απ’ τον άλλο δρόμο, κρυφή τρεμούλα τούχυσε στα σωτικά· ο νους του σάλεψε άξαφνα.
-Έφτασα: Τ’ άρματά μου:
Ορθός τινάχτηκε σαν παλληκάρι. Ανάλλαγος, ανάμαλλος ζώστηκε το σπαθί. Και βγήκε.
Τα μάτια αγριωπά στυλώνει γύρω του. Κάτι σα να ζητή. Το κανόνι και το τουφέκι γεμίζει όλη τη χώρα μ’ αμέτρητη βοή. Κόσμος πολύς στην αγορά. Όλοι ντυμένοι τα καλά τους. Όλοι τ’ άρματα κρατούν – και ρίχνουν:
Ο λαός παίζει με τη φαντασιά του το παιγνίδι αυτό, στο χρόνο μια φορά. Θέλει να ξαναζωντανέψη τη μεγάλη εικόνα, έτσι για να δη “πώς ήτανε” – κι ο γέρος πάει να το πιστέψη.
Βρίσκεται με ταγγόνι στης λιτανείας την ουρά, κι ακολουθούν. Τέλος στους Τάφους έφτασαν. Εκεί χιλιάδες συναγμένοι στέκονται κι ακούν έναν που βγάνει λόγο, μα ο λόγος είν’ ατέλειωτος. Ο γέρος ακούει, και δεν καταλαβαίνει. Ακούει, και καρτερεί· σαν κάτι φαίνεται να καρτερή…
-Ωρέ, δεν ήταν έτσι: κράζει με δυνατή φωνή.
Άφησε στη μέση τη γιορτή και πήρε το δρόμο πίσω για το σπίτι. Θυμωμένος φαίνεται. Βογκάει, στ’ αγγόνι δε μιλεί. Άξαφνα σταματάει. Εκεί κοντά του κάποιος τραγουδεί. Ένας τυφλός, χωριάτης διακονιάρης, στρωμένος καταγής, παίζει τη λύρα του και τραγουδεί. Λέει το θλιμμένο, το μοιρολόγι του Μεσολογγιού.
Ορθός ο γέρος, άσειστος ακούει. Βρύση πάνε τα μάτια του. Κλαίει ήσυχα, και δε μιλεί. Τέλος κόπηκε το τραγούδι.
-Να, ωρέ, έτσι ήτανε:
Αυτό είπε μοναχά. Και γύρισε στο σπίτι του και στον καϊμό του.

ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΛΑΧΟΓΙΑΝΝΗΣ 16/12/1911
“ΕΤΣΙ ΗΤΑΝΕ” από το βιβλίο “ΜΕΓΑΛΑ ΧΡΟΝΙΑ” Εκδόσεις ΕΣΤΙΑ

vlaxo

Γιάννης Βλαχογιάννης (1867-1945)

Ο Γιάννης Βλαχογιάννης ασχολήθηκε ιδιαίτερα με την αναζήτηση παλαιών κειμένων και χειρογράφων που σχετίζονταν με την ελληνική επανάσταση. Γι’ αυτό ανασκάλισε τα ημερολόγια και τα απομνημονεύματα όλων των αγωνιστών, αναζήτησε ντοκουμέντα και άφησε στο τέλος της ζωής του ένα πλουσιότατο αρχείο (Αρχείο Βλαχογιάννη).

 

Το αν εσπάρθη πολλές φορές, αλλά δεν εφύτρωσε.

ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ (Φωτάκου απομνημονεύματα) συλλογή Γ. ΒΛΑΧΟΓΙΑΝΝΗ από το βιβλίο «ΚΑΡΑΪΣΚΑΚΗ – ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ – ΠΑΤΡΙΩΤΙΚΑ ΚΑΤΟΡΘΩΜΑΤΑ» Εκδόσεις ΔΑΜΙΑΝΟΣ

 

«Κρίμα που δεν είσαι Τούρκος»

Ένας ανιψιός του Αλή Φαρμάκη (πριν από το 1821) όταν ήταν κλεισμένοι στον πύργο του θείου του, έλεγε στον Κολοκοτρώνη:
-Κρίμα, που δεν είσαι Τούρκος, μέγας αφέντης θα γινόσουνα.
-Αν γίνω Τούρκος θα με σουνουτέψουν;
-Βέβαια.
-Εμείς όταν μας βαφτίζουν, μας κόβουν από τα μαλλιά του κεφαλιού μας τρίχες και τις βάζουν στο εικόνισμα του Χριστού. Αν γίνω Τούρκος, στον άλλο κόσμο θα με τραβούν ο Χριστός από τα μαλλιά και ο Μωάμεθ από την … και δεν θέλω να βάλω σε παρόμοια διαφορά δυο τέτοιους προφήτες.

(Γ. Τερτσέτης) συλλογή Γ. ΒΛΑΧΟΓΙΑΝΝΗ από το βιβλίο «ΚΑΡΑΪΣΚΑΚΗ – ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ – ΠΑΤΡΙΩΤΙΚΑ ΚΑΤΟΡΘΩΜΑΤΑ» Εκδόσεις ΔΑΜΙΑΝΟΣ

 

«Να με φάνε τα πουλιά της πατρίδας μου»

Ο Κολοκοτρώνης πρωτοπάτησε το πόδι του στη Μάνη, αρχίζοντας η Επανάσταση. Από εκεί τράβηξε με Μανιάτες και Μεσσήνιους για την Τριπολιτσά, με σκοπό να την πολιορκήσει. Στο δρόμο, με το πρώτο τουφέκι που κάνανε με τους Τούρκους, ο κόσμος άμαχος κι άπειρος φοβήθηκε και σκόρπισε. Οι άλλοι καπετάνιοι είπανε στον Κολοκοτρώνη:
-Τι θα κάνουμε πια εδώ; Να πάμε κατά το Λιοντάρι, να δούμε τι γίνεται κι εκείνος ο κόσμος.
– Εγώ δεν πάω πουθενά! είπε ο Κολοκοτρώνης. Αν θέλετε εσείς τραβάτε. Εγώ θα μείνω εδώ, να με φάνε τα πουλιά της πατρίδας μου, που με ξέρουνε.

(Ο Γέρων Κολοκοτρώνης, Φιλήμονος Δοκίμιον Ιστορικόν) συλλογή Γ. ΒΛΑΧΟΓΙΑΝΝΗ από το βιβλίο «ΚΑΡΑΪΣΚΑΚΗ – ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ – ΠΑΤΡΙΩΤΙΚΑ ΚΑΤΟΡΘΩΜΑΤΑ» Εκδόσεις ΔΑΜΙΑΝΟΣ

 

«Πρόσεξε τα μικροπούλια»

Ο Κολοκοτρώνης παράγγειλε στον Φωτάκο να πάει να κατασκοπεύσει κατά τον Άι-Σώστη το χωριό.
-Να πας τριγύρω και ξέμακρα, είπε, να μη σε τρώει το βόλι. Πρόσεξε στο δρόμο τα μικροπούλια, αν τα σηκώνεις και περνάνε πάνω απ’ το χωριό, ή κάθονται μέσα άφοβα, τότε δεν είναι Τούρκοι μέσα. Αν τα δεις όμως να γυρίζουν πίσω φοβισμένα και κάνουν ξαφνιασμένους γύρους, τότε είναι Τούρκοι στο χωριό!

(Φωτάκου Απομνημονεύματα) συλλογή Γ. ΒΛΑΧΟΓΙΑΝΝΗ από το βιβλίο «ΚΑΡΑΪΣΚΑΚΗ – ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ – ΠΑΤΡΙΩΤΙΚΑ ΚΑΤΟΡΘΩΜΑΤΑ» Εκδόσεις ΔΑΜΙΑΝΟΣ

 

 

«Η πατρίδα θέλει σε ανταμείψει»

Πήγαινα (διηγείται ο Κολοκοτρώνης) στην τέντα μου κι έτρωγα λίγο ψωμί. Μου είπε κάποιος:
-Άιντε Κολοκοτρώνη, παιδεύσου, παιδεύσου κι η πατρίδα σου θέλει σε ανταμείψει.
Εγώ του αποκρίθηκα ότι:
-Εμένα η πατρίδα θα πρωτοεξορίσει.
Και η τύχη το έφερε και επαληθεύτηκα.

(«Ο Γέρων Κολοκοτρώνης» Φιλήμονος Δοκίμιον Ιστορικόν) συλλογή Γ. ΒΛΑΧΟΓΙΑΝΝΗ από το βιβλίο «ΚΑΡΑΪΣΚΑΚΗ – ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ – ΠΑΤΡΙΩΤΙΚΑ ΚΑΤΟΡΘΩΜΑΤΑ» Εκδόσεις ΔΑΜΙΑΝΟΣ

 

Ο πλάτανος που κρέμαγαν τους Έλληνες

Όταν μπήκα στην Τριπολιτσά μου έδειξαν στο παζάρι τον πλάτανο που κρέμαγαν τους Έλληνες και είπα:
-Άιντε, πόσοι από το σόι μου και από το έθνος μου κρεμάσθηκαν εκεί.
Και διέταξα να τον κόψουν.

(«Ο Γέρων Κολοκοτρώνης» Φιλήμονος Δοκίμιον Ιστορικόν) συλλογή Γ. ΒΛΑΧΟΓΙΑΝΝΗ από το βιβλίο «ΚΑΡΑΪΣΚΑΚΗ – ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ – ΠΑΤΡΙΩΤΙΚΑ ΚΑΤΟΡΘΩΜΑΤΑ» Εκδόσεις ΔΑΜΙΑΝΟΣ

 

«Έφτανε να μου στείλουν ένα σκυλί»

Όταν σαράντα χωροφύλακες με το Μοίραρχο πήγαν, νύχτα, να πάρουν τον Κολοκοτρώνη από το περιβόλι του, είπε:
-Έφτανε να μου στείλουν ένα σκυλί μαλλιαρό από εκείνα όπου κάνουν θελήματα, με ένα γράμμα να πάω στ’ Ανάπλι και με ένα φανάρι στο στόμα του να μας φέγγει και των δυο μας.

Όταν μετά την καταδίκη του του δόθηκε είδηση ότι ο βασιλιάς του χαρίζει τη ζωή και μόνο τον αφήνει είκοσι χρόνους φυλακή είπε:
-Θα γελάσω τον βασιλιά, δεν θα ζήσω τόσους χρόνους.

(Γ. Τερτσέτης) συλλογή Γ. ΒΛΑΧΟΓΙΑΝΝΗ από το βιβλίο «ΚΑΡΑΪΣΚΑΚΗ – ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ – ΠΑΤΡΙΩΤΙΚΑ ΚΑΤΟΡΘΩΜΑΤΑ» Εκδόσεις ΔΑΜΙΑΝΟΣ

 

«Οι εχθροί του Κολοκοτρώνη»

Ο Πρόεδρος της Αντιβασιλείας Άρμανσπεργ είπε στον Γερο-Κολοκοτρώνη:
-Έχετε, Στρατηγέ, πολλούς εχθρούς.
-Ναι, του απάντησε ο Κολοκοτρώνης. Είχα και έχω πολλούς. Αλλά δύο μόνο μου ήταν και είναι οι μεγαλύτεροι και πιο θανάσιμοι απ’ όλους τους εχθρούς μου.
-Και ποιοι είναι αυτοί; ρώτησε με θαυμασμό ο Άρμανσπεργ.
-Είναι, απάντησε ο Κολοκοτρώνης, ο ένας το όνομά μου και ο άλλος οι εκδουλεύσεις μου.
-Έχετε δίκιο Στρατηγέ, ομολόγησε ο Άρμανσπεργ.

«Αιών» 17/4/1853 – «Εβδομάς» 24/11/1848 συλλογή Γ. ΒΛΑΧΟΓΙΑΝΝΗ από το βιβλίο «ΚΑΡΑΪΣΚΑΚΗ – ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ – ΠΑΤΡΙΩΤΙΚΑ ΚΑΤΟΡΘΩΜΑΤΑ» Εκδόσεις ΔΑΜΙΑΝΟΣ

 

 

«Τώρα θα σε δω, Μαυρομάτα» 

Φεύγοντας από το Μεσολόγγι οι Τούρκοι το 1823, τραβήξαν να περάσουν από του Κοράκου το γιοφύρι (δήμος Αργιθέας). Ο Καραϊσκάκης, ήταν στο μοναστήρι της Τατάρνας. Μπήκε στην εκκλησιά και προσευχήθηκε.
-Τώρα θα σε δω, Μαυρομάτα. Αν νικήσουμε, θα σε προσκυνώ για Παναγία, ειδέ…
Κι έκοψε το λόγο του πριν τελειώσει. Τότε έπιασε τον Αϊ Βλάση. (…)

Η νίκη του Αϊ Βλάση ήταν από τα πρώτα κατορθώματα του Καραϊσκάκη και μεγάλωσε τ’ όνομά του.

(Κ. Ζησίου) συλλογή Γ. ΒΛΑΧΟΓΙΑΝΝΗ από το βιβλίο «ΚΑΡΑΪΣΚΑΚΗ – ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ – ΠΑΤΡΙΩΤΙΚΑ ΚΑΤΟΡΘΩΜΑΤΑ» Εκδόσεις ΔΑΜΙΑΝΟΣ

 

«Τους έδειξε…»

Στο Κομπότι της Αρτας, στον πόλεμο που στις 8 Ιουνίου του 1821, ο Καραϊσκάκης αφού νίκησε τους Τούρκους και τους πήρε στο κυνήγι, ανέβηκε σε μια πέτρα και τους έβριζε δυνατά. Και για να τους προσβάλει χειρότερα και να δώσει θάρρος στους δικούς του σήκωσε τη φουστανέλα του και έβγαλε το βρακί του και τους έδειξε τον πισινό του. Τότε ένας Αρβανίτης Γκέκας, κρυμμένος κάπου στα κλαδιά, τον τουφέκισε και τον λάβωσε στους δυο μηρούς από κάτω και σ’ ένα άλλο μέρος…

(Γ. Γαζής) συλλογή Γ. ΒΛΑΧΟΓΙΑΝΝΗ από το βιβλίο «ΚΑΡΑΪΣΚΑΚΗ – ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ – ΠΑΤΡΙΩΤΙΚΑ ΚΑΤΟΡΘΩΜΑΤΑ» Εκδόσεις ΔΑΜΙΑΝΟΣ

 

«Οσάκις οργίζετο»

Ο Καραϊσκάκης οσάκις οργίζετο ύβριζε δεινότατα ου μόνον στρατιώτας, αλλά και οπλαρχηγούς και στρατηγούς ακόμη. Αι ηπιότεραι τότε των ύβρεων ήσαν σαπιοκοιλιά και παλιογελάδα.

«ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΩΝ ΣΥΖΗΤΗΣΕΩΝ» 7/5/1895 συλλογή Γ. ΒΛΑΧΟΓΙΑΝΝΗ από το βιβλίο «ΚΑΡΑΪΣΚΑΚΗ – ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ – ΠΑΤΡΙΩΤΙΚΑ ΚΑΤΟΡΘΩΜΑΤΑ» Εκδόσεις ΔΑΜΙΑΝΟΣ

 

«Τα χαρακώματα»

Στην εκστρατεία του Πειραιά ένας στρατιωτικός φιλέλληνας ήθελε να κατασκευάσει χαρακώματα με ευρωπαϊκά σχέδια.
Περνώντας ο Καραϊσκάκης στάθηκε περίεργος να δει τα έργα. Φαίνεται τα ‘βρισκε πολύ ρηχά. Ήξερε αυτός τα κλειστά ή τυφλά (αδιέξοδα) ταμπούρια των ατάχτων, που και να ‘θελε να φύγει ο δειλός, δεν θα μπορούσε.
-Γιατί τα ‘καμες έτσι; ρώτησε ο Καραϊσκάκης δήθεν αθώα.
-Αυτό το μέρος είναι το «πρανές», αυτό είναι το «προπέτασμα», εκεί είναι η «βάσις»… Έτσι μας διδάσκουν εμάς τα βιβλία μας, Στρατηγέ.
-Όλα καλά, ωρέ παιδί μου, είπε ο Καραϊσκάκης, μα πού είναι οι…
Κι έδειξε τον πισινό του. Ο Ευρωπαίος απόρησε.
-Πού είναι οι κ…! ωρέ παιδί μου, που θα καθίσουνε στα χαρακώματά σου, και θα τα βαστάξουν; Τέτοια σχέδια όσα θέλεις κάνω κι εγώ!

εφ. «ΧΡΟΝΟΣ» 22/1/1910, υπό Σ. Γρανίτσα) συλλογή Γ. ΒΛΑΧΟΓΙΑΝΝΗ από το βιβλίο «ΚΑΡΑΪΣΚΑΚΗ – ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ – ΠΑΤΡΙΩΤΙΚΑ ΚΑΤΟΡΘΩΜΑΤΑ» Εκδόσεις ΔΑΜΙΑΝΟΣ

 

Ο Γιώργος Θεοτοκάς περιγράφει τη θαυμαστή ιστορία της εύρεσης των Απομνημονευμάτων του Στρατηγού Μακρυγιάννη:

Η οικογένεια Μακρυγιάννη δεν ήξερε την ύπαρξη των Απομνημονευμάτων. Ο Βλαχογιάννης, οδηγημένος από κάποια πληροφορία που είχε βρει σε κάποιο παλιό βιβλίο ή χειρόγραφο (δε θυμάται πια) αποτάθηκε στο συνταγματάρχη Κίτσο Μακρυγιάννη, γιο του Στρατηγού, και τον παρακίνησε να ψάξει. Σε καμιά δεκαπενταριά μέρες ο Κίτσος τον ειδοποίησε πως είχε βρει ένα χειρόγραφο, χωμένο σ’ ένα τενεκέ παραριγμένο σε μια απόμερη γωνιά του σπιτιού. Το χειρόγραφο ήτανε μουχλιασμένο από την υγρασία, μα δεν είχε ακόμα αποσυντεθεί. Υπό τις συνθήκες αυτές είναι θαύμα πως διατηρήθηκε απάνω από πενήντα χρόνια.

ΓΙΩΡΓΟΣ ΘΕΟΤΟΚΑΣ “ΤΕΤΡΑΔΙΑ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ” Εκδόσεις ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟΝ ΤΗΣ ΕΣΤΙΑΣ