Archive for Αύγουστος 2011

τι απέγιναν τα χέρια της Αφροδίτης της Μήλου;

30/08/2011

Η Αφροδίτη της Μήλου βρέθηκε σε αγροτική περιοχή της Μήλου, την άνοιξη του 1820, από το Γιώργο ή Θεόδωρο Κεντρωτά.
Η Βικιπαίδεια γράφει πως μια ομάδα Γάλλων που έκαναν εκεί κοντά ανασκαφές διαπίστωσαν αμέσως την αξία του αγάλματος και θέλησαν να το αγοράσουν για λογαριασμό τους, όμως οι κάτοικοι του νησιού ήταν διχασμένοι γιατί είχαν ήδη συμφωνήσει με τον Νικόλαο Μουρούζη, μέγα δραγουμάνο του Οθωμανικού στόλου, που ήθελε το άγαλμα για λογαριασμό του Σουλτάνου. Οι διαπραγματεύσεις πήραν χρόνο και έτσι «καθυστερούσε το πλοίο που θα μετέφερε το άγαλμα με ασφάλεια στη Γαλλία». Τελικά ο υποκόμης ντε Μαρκέλους έπεισε τους ντόπιους να φορτωθεί η Αφροδίτη στο πλοίο των Γάλλων, το γλυπτό όμως «ταλαιπωρήθηκε και φορτώθηκε μετ’ εμποδίων» στο γαλλικό καράβι γιατί οι κάτοικοι της Μήλου «τραβολογούσαν τους Γάλλους μεταφορείς».

Αυτά περίπου γράφει η Βικιπαίδεια, για την αρπαγή του αγάλματος. Όσο για τα σπασμένα χέρια γράφει πως…

…εκείνο που πιθανόν αληθεύει είναι ότι τμήματα των χεριών είχαν βρεθεί σε διάφορα σημεία και ότι το αριστερό κρατούσε μήλο, αλλά χάθηκε κατά τη μεταφορά ή ότι επάνω στη συμπλοκή (η οποία όντως συνέβη για την απόκτησή της), κάποια από αυτά τα κομμάτια που συνόδευαν το γλυπτό (όπως το αριστερό χέρι) έπεσαν στη θάλασσα από τα βράχια και χάθηκαν για πάντα.

Εδώ γίνεται λόγος για «συμπλοκή», αλλά η μόνη συμπλοκή που αναφέρεται στο άρθρο της Βικιπαίδεια είναι το «τραβολόγημα» των ντόπιων κατοίκων σε βάρος των Γάλλων μεταφορέων που ήθελαν να μεταφέρουν το άγαλμα «με ασφάλεια» στη Γαλλία.


Η Αφροδίτη της Μήλου θεωρείται έργο του 1ου αιώνα π.Χ.
Λούβρο, Παρίσι
(από τη Βικιπαίδεια)

Όσο για τα  χέρια της Αφροδίτης η Βικιπαίδεια γράφει πως…

…έλειπαν εξαρχής και γι’ αυτό το σχέδιο του Βουτιέ που έγινε επί τόπου, παριστάνει την Αφροδίτη ακρωτηριασμένη από την πρώτη στιγμή. Κι αυτά που βρέθηκαν όμως δεν αξιοποιήθηκαν σωστά, επειδή οι περισσότεροι θεώρησαν ότι ανήκαν σε άλλη εποχή ή έργο. Έτσι παρότι βρέθηκαν στην ανασκαφή και περισυλλέχθηκαν, όταν πάνω στην επεισοδιακή μεταφορά χάθηκαν, δεν αναζητήθηκαν με ιδιαίτερη ζέση. Οι ειδικοί τώρα πια ξέρουν ότι στα ελληνιστικά χρόνια όταν ένα έργο προοριζόταν να φαίνεται από τη μία μεριά, π.χ. τη δεξιά, οι γλύπτες έδιναν βαρύτητα σε αυτή την πλευρά και όχι σε εκείνη που δεν φαινόταν από το κοινό ή που πιθανά καλυπτόταν με ύφασμα. Ετσι ερμηνεύεται σήμερα δηλαδή το κάπως «άτεχνο» αριστερό χέρι της Αφροδίτης που οι Γάλλοι νόμισαν τότε ότι ήταν «άσχετο από το άγαλμα» και το οποιο αναφέρεται ότι κρατούσε μήλο, παραπέμποντας πιθανά στο μήλο του Πάρι.


Το σχέδιο του Βουτιέ που έγινε τη μέρα που βρέθηκε η Αφροδίτη
(από το www.milosunion.com/)

Διαβάζοντας όμως το βιβλίο του Κυριάκου Σιμόπουλου «Ξένοι ταξιδιώτες στην Ελλάδα – τόμος Γ2» διαπιστώνουμε ότι υπάρχουν και άλλες εκδοχές.

Πρώτα πρώτα ο Marcellus αφηγείται στο χρονικό του πως το άγαλμα είχε ήδη φορτωθεί σε ελληνικό μπρίκι με οθωμανική σημαία, το οποίο όμως «ήταν αδύνατο να αποπλεύσει επειδή ο άνεμος ήταν ενάντιος». Τότε ο Marcellus μπήκε στη λέμβο του γαλλικού πολεμικού με μερικούς αξιωματικούς και άρχισε να πλησιάζει το πλοίο. Ο Αλβανός πλοίαρχος κάλεσε το πλήρωμα στα όπλα και αρνήθηκε να επιτρέψει την άνοδο των Γάλλων στο πλοίο. Στη συνέχεια όμως ο Marcellus προσπάθησε  να πείσει τους προεστούς να του πουλήσουν τα άγαλμα, αλλά οι προεστοί του απάντησαν πως το είχε αγοράσει ένας καλόγερος για λογαριασμό του δραγουμάνου του Οθωμανικού Στόλου. Αργότερα όμως κατάφερε να τους πείσει κι έτσι η Αφροδίτη μεταφέρθηκε στο γαλλικό πολεμικό.
Ο Σιμόπουλος τονίζει πως στην εκδοχή του Marcellus, -που είναι και η επίσημη άποψη της Γαλλίας- δεν αναφέρεται πουθενά λέξη για την αιματηρή ελληνογαλλική συμπλοκή και την ωμή βία που ασκήθηκε με αποτέλεσμα η Αφροδίτη να πάθει φθορές.

Στο γαλλικό πολεμικό όμως υπήρχαν και άλλοι δύο αξιωματικοί, ο Matterer και ο d’ Uvrille, ο οποίοι έγραψαν στα δικά τους ημερολόγια τους πως η Αφροδίτη είχε δύο χέρια, το αριστερό ήταν υψωμένο και κρατούσε ένα μήλο, ενώ το δεξί σύμφωνα με τον d’ Uvrille συγκρατούσε το φόρεμα και σύμφωνα με τον Matterer ήταν κομμένο στο ύψος του αγκώνα. Η μαρτυρία τους βέβαια έρχεται σε αντίθεση με το σχεδιάγραμμα του Voutier. Η εξήγηση που δίνει ο Σιμόπουλος σ’ αυτή την «παραφωνία» είναι πως ο Κεντρωτάς για να χωρέσει το άγαλμα στην κρύπτη του, αποσυνέδεσε τα χέρια που άλλωστε ήταν πρόσθετα.
O Matterer όμως περιγράφει με λεπτομέρειες και τη συμπλοκή που προηγήθηκε της αρπαγής του αγάλματος. Γράφει πως ο Marcellus πήρε είκοσι οπλισμένους ναύτες και όρμησε εναντίον των Ελλήνων που είχαν το άγαλμα σε κασόνι στην ακτή και ήταν έτοιμοι να το φορτώσουν σε ένα καράβι που θα έκανε πανιά για την Κωνσταντινούπολη.

«-Ναύτες, πάρτε το κασόνι και ρίχτε το στη λέμβο!
Τότε άρχισε η μάχη. Σπαθιά και ρόπαλα ανέμισαν. Ο δύστυχος παπάς δέχτηκε πολλά χτυπήματα στο κεφάλι και τη ράχη. Το ίδιο και οι Έλληνες που έσκουζαν απελπισμένα και ζητούσαν βοήθεια από το Θεό… Ο πρόξενος οπλισμένος με ένα χοντρό ρόπαλο και σπαθί πολεμούσε καλά. Κόπηκε ένα αυτί, το αίμα κυλούσε και μέσα σ’ αυτή τη μάχη οι ναύτες τραβολογούσαν το κασόνι που τραμπαλιζόταν κι έπεφτε δεξιά κι αριστερά και το μετέφεραν στο “Estafette”. Εκεί έχασε η Αφροδίτη το αριστερό της χέρι».

Η επιμονή των Ελλήνων να φύγει το άγαλμα για την Κωνσταντινούπολη εξηγείται και από τη μαρτυρία του Marcellus που γράφει πως όταν ο δραγουμάνος του Οθωμανικού Στόλου έμαθε την αρπαγή της Αφροδίτης από τους Γάλλους «διέταξε να συλληφθούν οι προεστοί της Μήλου και να οδηγηθούν στη Σίφνο. Εκεί, μπροστά στους αντιπροσώπους των άλλων νησιών, τους ανάγκασε να γονατίσουν, τους μαστίγωσε ο ίδιος και τους επέβαλε πρόστιμο 7.000 πιάστρων».

Λίγους μήνες αργότερα ο Γάλλος πρόξενος Brest επιβεβαίωσε πως στο λιμάνι της Μήλου σημειώθηκε άγρια σύγκρουση και κατά τη διάρκεια της μάχης και της βιασύνης το άγαλμα που σερνόταν με σκοινιά πάνω στους βράχους, έπαθε μεγάλες φθορές.

Και τα χέρια τι απέγιναν;

«Αν παραδεχτούμε ότι τα χέρια ήταν πρόσθετα», γράφει ο Σιμόπουλος, «κι αυτό προκύπτει από τη μαρτυρία του Voutier, που πρώτος είδε το άγαλμα στην υπόγεια κρύπτη, πρέπει να μεταφέρθηκαν στο γιαλό σε χωριστό κασόνι ή με διαφορετική συσκευασία. Αλλά και το γλυπτό αποσυναρμολογήθηκε στα δυο του τμήματα για τη διευκόλυνση της μεταφοράς στο λιμάνι. Αποκλείεται λοιπόν να αποσπάσθηκαν ή να θρυμματίσθηκαν κατά τη διάρκεια της συμπλοκής. Μόνο οι φθορές στον κορμό, στις πτυχές και στην κεφαλή πρέπει να αποδοθούν στη βιαστική επαναφόρτωση από το ένα καράβι στο άλλο. Τι έγιναν όμως τα χέρια της θεάς; Μπορεί, καθώς ήταν χωριστά συσκευασμένα, να έμειναν στο ελληνικό μπρίκι ύστερα από την αρπαγή. Οι Γάλλοι του πολεμικού δεν ήξεραν αν το άγαλμα ήταν ακρωτηριασμένο. Και αν το ήξεραν δεν είχαν καιρό να ασχοληθούν με τέτοιες λεπτομέρειες. Το πλήρωμα πάλι του ελληνικού καραβιού δεν θα είχε καμιά διάθεση να παραδώσει και τα χέρια του αγάλματος στους επιδρομείς. Και άλλες εικασίες θα μπορούσε κανείς να διατυπώσει. Ότι οι Γάλλοι παρέλαβαν το δέμα με τα χέρια και το εγκατέλειψαν στο μουράγιο, κατά τη βιαστική αναχώρησή τους. Ότι καταστράφηκαν στην ακτή κατά τη μεταφορά. Ότι κατέπεσαν στη θάλασσα από τη λέμβο ενώ γινόταν η φόρτωση και η εκφόρτωση. Ή ακόμα ότι δεν είχαν καν μεταφερθεί, για άγνωστους λόγους, στο γαλαξειδιώτικο καράβι.».

Από το βιβλίο του ΚΥΡΙΑΚΟΥ ΣΙΜΟΠΟΥΛΟΥ
«ΞΕΝΟΙ ΤΑΞΙΔΙΩΤΕΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ», ΤΟΜΟΣ Γ2


Η Αφροδίτη της Μήλου
από το http://en.wikipedia.org/wiki/Venus_de_Milo 

«εθυμιάτιζον» τα αγάλματα!

26/08/2011

Σήμερα, Παρασκευή, εγκαινιάζουμε την καινούρια διαδικτυακή χρονιά με μια αλλαγή στον τρόπο επιλογής των θεμάτων. Σκέψη μου είναι, δεν ξέρω αν τελικά τα καταφέρω, να υπάρχει ένα θέμα κάθε εβδομάδα, αντί της λογικής των «ατάκτως ερριμμένων» αναρτήσεων.
Θέμα λοιπόν της πρώτης εβδομάδας είναι η αρχαιολογία και ένας άνθρωπος που ήξερε να κάνει την αρχαιολογία συναρπαστική ήταν βέβαια ο Μανόλης Ανδρόνικος (1919-1992).
Η σημερινή μας ανάρτηση περιλαμβάνει δύο ενδιαφέροντα αποσπάσματα από το βιβλίο του «Ιστορία και ποίηση», εκδόσεις ΕΡΜΗΣ. Το πρώτο απόσπασμα μιλάει κυριολεκτικά από μόνο του, γι’ αυτό έδωσε και τον τίτλο στην ανάρτηση.

Στις 21 Οκτωβρίου 1829, προτού ακόμα συντελεσθεί επίσημα η διεθνής αναγνώριση του ελληνικού κράτους, ο Ιωάννης Καποδίστριας ιδρύει στην Αίγινα το πρώτο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, όπου συγκεντρώνονται για πρώτη φορά αρχαία έργα τέχνης. Αξιοσημείωτη και χαρακτηριστική για τη στάση των απλών ανθρώπων απέναντι στην πολιτιστική τους κληρονομιά είναι η προσφορά ενός ιερέα, του Οικονόμου Λεβαντή από τα Θερμιά της Κύθνου. Γράφει ο ίδιος προς τον Κυβερνήτη: «…προσφέρω και αφιερώ εις το Μουσείον τούτο τα δύο αγάλματα, τα οποία, αναμοχλεύσας το έδαφος της νήσου μου και ανακαλύψας, μετεκόμισα εις τον οίκον μου, και τα διεφύλαττον όχι μόνον ως κόρην οφθαλμού, αλλά από ενθουσιασμόν και τα εθυμιάτιζον» (!). Και προσθέτει: «Πολλοί κατά καιρόν διαβάντες από την νήσον περιηγηταί με εζήτησαν επιμόνως προσφέροντές μου ικανήν ποσότητα χρημάτων και υποσχόμενοι να εξαποστείλωσιν ένα των υιών μου εις την Ευρώπην να σπουδάση με ιδικά των έξοδα, αλλά ποσώς δεν υπέμεινα να αποξενώσω τα μόνα κειμήλια και ως αληθώς αγάλματα και εγκαλλωπίσματα της οικίας μου. Αλλά σήμερον, ότε ήλθε το πλήρωμα του χρόνου και ηυδόκησεν ο Ύψιστος να με καταξιώση να ιδώ το Έθνος μου πάλιν να ανατρέχη προς την παλαιάν του δόξαν, … να συσταίνωνται καταστήματα και μουσεία προς εκπαίδευσιν της ελληνικής νεολαίας, προσφέρω και ο δούλος σας το οποίον έχω πολυτιμότερον…»

ΜΑΝΟΛΗΣ ΑΝΔΡΟΝΙΚΟΣ «ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΙΗΣΗ»
Εκδόσεις ΕΡΜΗΣ


Το Ορφανοτροφείο της Αίγινας χτίστηκε το 1828 και στο ίδιο κτίριο συστεγάστηκε το 1829 το πρώτο Αρχαιολογικό Μουσείο της Ελλάδας. Διευθυντής ήταν ο Κερκυραίος Ανδρέας Μουστοξύδης.
(η φωτογραφία είναι από το http://www.aegina.com.gr/sightseings/)

Το δεύτερο απόσπασμα από το βιβλίο του Μανόλη Ανδρόνικου αναφέρεται σε ένα περιστατικό που έχει σχέση με τη δεύτερη πολιορκία της Ακρόπολης (1821-22) από τους Έλληνες, ένα περιστατικό όμως που υπάρχουν αρκετές αμφιβολίες για το αν πράγματι συνέβη έτσι ακριβώς όπως το διηγήθηκε ο Αλέξανδρος Ρίζος Ραγκαβής στην κηδεία του αρχαιολόγου Κυριάκου Πιττάκη.

Στην πολιορκία της Ακρόπολης της Αθήνας από τους Έλληνες, τους πρώτους κιόλας μήνες της Επανάστασης του 1821, ο κίνδυνος για τα μνημεία της Ακρόπολης ήταν μεγάλος. «Γι’ αυτό η Προσωρινή Διοίκηση ζήτησε από το συνταγματάρχη Voutier, τον αρχηγό του πυροβολικού των Ελλήνων, να σεβαστεί τα αρχαία μνημεία, κατά την επίθεσή του εναντίον των Τούρκων, που ήταν κλεισμένοι μέσα στην Ακρόπολη». Κι αυτή όμως η ενέργεια, τόσο χαρακτηριστική για το ήθος των επαναστατημένων Ελλήνων, ξεπερνιέται από ένα απίστευτο κι όμως αληθινό περιστατικό που συμπτωματικά μνημονεύεται στον επικήδειο του Κυριάκου Πιττάκη. Κι αυτό σχετίζεται με την πολιορκία της Ακρόπολης. Όταν οι πολιορκητές πληροφορήθηκαν πως οι Τούρκοι πελεκούσαν τα αρχαία κτίρια για να βγάλουν το μολύβι που υπάρχει στους συνδέσμους των λίθων, ύστερα από υπόδειξη του Πιττάκη, τους έστειλαν βόλια για να σταματήσουν την καταστροφή!

ΜΑΝΟΛΗΣ ΑΝΔΡΟΝΙΚΟΣ «ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΙΗΣΗ»
Εκδόσεις ΕΡΜΗΣ


Η δεύτερη πολιορκία της Ακρόπολης έληξε στις 10 Ιουνίου του 1822. Ένας σημαντικός λόγος της παράδοσής της ήταν η έλλειψη νερού που αντιμετώπιζαν οι Τούρκοι. Ήδη από το Νοέμβριο του 1821 οι πολιορκητές είχαν καταλάβει τα πηγάδια του Σερπεντζέ και τα αχρήστευσαν ρίχνοντας μέσα πτώματα Τούρκων. Το βρόχινο νερό που χρησιμοποίησαν οι Τούρκοι ήταν λίγο και εξαντλήθηκε. Στην εικόνα των Π. Ζωγράφου – Ι. Μακρυγιάννη απεικονίζεται η κατάληψη του Σερπεντζέ από τους Έλληνες.
(από την Ιστορία του Ελληνικού Έθνους)

Τι συνέβη τελικά στη πολιορκία της Ακρόπολης; Έδωσαν πράγματι οι Έλληνες επαναστάτες βόλια στους Τούρκους για να μη βγάλουν το μολύβι από τους συνδέσμους των λίθων;
Το περιστατικό δε μνημονεύτηκε μόνο από τον Α. Ρ. Ραγκαβή το 1863 στην κηδεία του Πιττάκη, αλλά και από τον Αριστοτέλη Βαλαωρίτη, ο οποίος σε μια επιστολή του στα 1859 προς τον Ανδρέα Λασκαράτο γράφει μεταξύ άλλων:

Εξύπνησαν κάποια παλληκάρια του Οδυσσέως πρωί πρωί και ρίχνοντας κατά τύχη το μάτι επάνω εις την Ακρόπολι, ροδοκόκκινη από το πρώτο γλυκοχάραμα έμειναν εκστατικά, βλέποντας τους Τούρκους επάνω εις τον Παρθενών και εργαζομένους με μεγάλη βία να χαλούν τα ωραία εκείνα μνημεία. Τόσο παράξενη και ακατανόητη τους εφάνη τέτοια ανωφελής βαρβαρότης, όπου έτρεξαν αμέσως να ειδοποιήσουν τον Οδυσσέα. Αφού ο στρατηγός εβεβαιώθηκε με τα μάτια του απόλυσε τρία τέσσαρα από τα παλληκάρια του να πλησιάσουν εις την Ακρόπολι και να ερωτήσουν τους Τούρκους διατί έδειχναν τέτοια αγριότητα με μάρμαρα, τα οποία δεν τους επροξενούσαν καμμιά βλάβη. Επέταξαν με μιας εκείνοι οι γενναίοι και ύστερα από λίγη ώρα έφεραν εις το στρατηγό την απόκρισι ότι οι Τούρκοι μη έχοντας άλλο μολύβι διά να χύσουν βόλια και ξανοίξαντες ότι μέσα εις εκείνα τα μάρμαρα ευρίσκετο τούτο το μέταλλο, χυμένο επίτηδες διά να δίδη δύναμι και σταθερότητα, είχαν αποφασίσει να προστρέξουνε εις εκείνο το χαλασμό διά να δυνηθούνε να εξακολουθήσουνε τον πόλεμο.
Τέτοια απόκρισι επροξένησε μεγάλη απελπισία εις τους Έλληνας και αφού εστοχάστηκαν τι να πράξουν διά να σώσουν από τον όλεθρον τα μνημεία του μεγαλείου των, όλοι με μια φωνή αποφάσισαν να μηνύσουν εις τους αποκλεισμένους να παύσουν την καταστροφή και ήσαν έτοιμοι να τους προμηθεύσουν όσο μολύβι τους εχρειάζετο διά την υπεράσπισί τους. Ούτω και εγένετο. Έστερξαν οι Τούρκοι και οι Έλληνες εξαγόρασαν με το αίμα τους, δίδοντες εις τους εχθρούς βόλια διά να τους σκοτώσουν, τα πολύτιμα εκείνα μάρμαρα, τα οποία ήσαν προωρισμένα να ζήσουν διά να ιδούν και πάλιν αναστημένο ολόγυρά τους εκείνο το έθνος, το οποίο από τόσους αιώνας εφαίνετο βυθισμένο εις λήθαργο.

Η διήγηση του Βαλαωρίτη διασώζεται σε μελέτη του Ηλία Βουτιερίδη (1874-1941) που δημοσιεύτηκε στο τεύχος 820 του περιοδικού ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ, (1/9/1961), ο Βουτιερίδης όμως εκφράζει τις αμφιβολίες του για την αλήθεια του περιστατικού καθώς η Ακρόπολη παραδόθηκε στους Έλληνες τον Ιούνιο του 1822, ενώ ο Ανδρούτσος έφτασε εκεί τον Αύγουστο του ίδιου έτους.
Ακόμα όμως και ως μύθευμα, γράφει ο Βουτιερίδης, δείχνει πως οι Έλληνες επαναστάτες δεν έμειναν ασυγκίνητοι μπροστά στην καταστροφή των αρχαίων μνημείων.
Αντιθέτως δεν αμφισβητείται ιστορικά η εντολή της επαναστατικής κυβέρνησης προς τον συνταγματάρχη Voutier να σεβαστεί τα μνημεία της Ακρόπολης. Ο Voutier είχε μαζί του δύο πυροβόλα όπλα, τα οποία όμως δίσταζε να χρησιμοποιήσει εναντίον της Ακρόπολης, αφενός γιατί φοβόταν μήπως σκοτώσει αρκετούς από τους άμαχους Τούρκους που είχαν καταφύγει στην Ακρόπολη, αφετέρου για να προστατέψει τα αρχαία μνημεία.  

Εις τους δισταγμούς του Voutier οι πολιορκηταί Αθηναίοι απήντων: «Δεν έχουμε κι εμείς γυναίκες, παιδιά και πατέρες, που μαραίνονται στην ξενιτιά και στη δυστυχία, ενώ ο θάνατος τους φοβερίζει από παντού; Όσο για τα μνημεία των προγόνων μας, αν είναι ανάγκη, ας θυσιάσουμε τ’ απομεινάρια τους για ν’ αποκτήσουμε την ελευθερία που θα μας δώσει τους Μεταγένηδές μας και τους Καλλικράτηδές μας.
Αι αντιρρήσεις αύται των Αθηναίων διέλυσαν τους δισταγμούς του Voutier διά την χρησιμοποίησιν των πυροβόλων του, τα οποία έστησεν επί του λόφου της Πνυκός, αφού άλλως τε, ως λέγει ο ίδιος, έβλεπε «καθ’ εκάστην τους Τούρκους να θραύωσι τα μάρμαρα του Παρθενώνος ίνα αφαιρώσι τον μόλυβδον, όστις συνέδεε ταύτα, και κατασκευάζωσιν εξ αυτών σφαίρας».

Η παραπάνω διήγηση, που ανήκει στον ίδιο τον Voutier, περιλαμβάνεται στη μελέτη του Βουτιερίδη και σίγουρα αποτελεί ένα ακόμη στοιχείο που κλονίζει την αξιοπιστία της ιστορίας.

Ο Κυριάκος Σιμόπουλος στο βιβλίο του «Η λεηλασία και η καταστροφή των ελληνικών αρχαιοτήτων» προχωράει ένα βήμα περισσότερο, γράφοντας με σιγουριά πως η ιστορία της προσφοράς μολυβιού στους Τούρκους είναι ψεύδος και ως απόδειξη αναφέρει την απολύτως όμοια μεταχείριση που επεφύλαξαν στα αρχαία μνημεία τόσο οι Έλληνες όσο και οι Τούρκοι κατά τη διάρκεια των διαφόρων πολιορκιών της Ακρόπολης:

Οι πολιορκημένοι Τούρκοι γκρέμιζαν τους κίονες των ναών και κυλούσαν τους σπονδύλους από το τείχος πάνω στα ελληνικά οχυρώματα. Οι Έλληνες έσκαβαν λαγούμια, τα γέμιζαν με μπαρούτη και προκαλούσαν σεισμικές εκρήξεις. Οι Τούρκοι θρυμμάτιζαν τα μάρμαρα των αρχαίων ναών, αφαιρούσαν τους γόμφους, τον συνδετικό μόλυβδο, και τον έλιωναν για την κατασκευή βλημάτων. Οι Έλληνες πολιορκητές κατέστρεφαν τα αρχαία υδραγωγεία για τον ίδιο σκοπό.

Κανόνια από το λόφο του Φιλοπάππου, τον Άρειο Πάγο, το Θησείο και την Πύλη του Ανδριανού εξαπέλυαν κατά του φρουρίου χιλιάδες «τόπια» γκρεμίζοντας ή τραυματίζοντας τα μνημεία. Ο πόλεμος δεν αφήνει περιθώρια για πολιτιστικούς συναισθηματισμούς. Ο κίνδυνος ζωής, η ανάγκη, το μίσος, η οργή, η αυτοπροστασία εξαγριώνουν, τυφλώνουν, αποθηριώνουν. Τα μνημεία που κατακρημνίζονται, τα έργα τέχνης που θρυμματίζονται δεν προκαλούν ηθικές αναστολές. Η καταστροφή του αντιπάλου με όλα τα μέσα, η σωτηρία των μαχητών που απειλούνται με θάνατο κυριαρχούν σε κάθε πολεμική σύγκρουση.

Δε διάβασα ολόκληρο το βιβλίο του Σιμόπουλου ώστε να έχω πλήρη άποψη των επιχειρημάτων του, παρά μόνο το  απόσπασμα που υπάρχει στην ιστοσελίδα: http://www.hellenicpantheon.gr/Simopoulos.htm
Ωστόσο στο απόσπασμα αυτό υπάρχει και μια συγκλονιστική περιγραφή του αυτόπτη αγωνιστή Νικ. Καρώρη που μιλάει για την πολιορκία του 1826 όταν οι ρόλοι είχαν αλλάξει. Οι Έλληνες ήταν τώρα πολιορκούμενοι και οι Τούρκοι πολιορκητές. Ίσως είναι ο καλύτερος επίλογος σε μια όμορφη ιστορία που μάλλον δε θα μάθουμε ποτέ με σιγουριά αν συνέβη ή δε συνέβη.

«21 Ιουλίου 1826. Με θλίψιν μας παρατηρούμεν να κτυπούν διάφοροι βόμβαι εις τον Παρθενώνα, εις το Πανδρόσιον και λοιπάς αρχαιότητας του φρουρίου και να βλάπτουν οπωσδήποτε αυτάς. Ομοίως και το μνημείον του Φιλοπάππου εις το Μουσείον κατακτυπιέται και αυτό από σφαίρας κανονίου από το φρούριον.
22 Οκτωβρίου 1826. Εδούλευε κατά το σύνηθες το μικρόν εχθρικόν κανόνι, σκοπεύει δε πάντοτε το εδικόν μας κανονοστάσιον έμπροσθεν του μεγάλου Ναού, και αι σφαίραι κτυπούν αι περισσότεραι και συντρίβουν τα μάρμαρα του κτιρίου.
23 Νοεμβρίου. Το δειλινόν ο εχθρός έρριψεν ολίγες κανονιές με το μικρόν του κανόνι κατά της ντάπιας του Ναού αι δε σφαίραι κτυπούν όλαι κατά δυστυχίαν εις τας στήλας του Ναού».

Ναι, άσχετα με το αν συνέβη ή δε συνέβη τελικά η προσφορά μολυβιού στους Τούρκους, όπως φαίνεται από τη διήγηση του Καρώρη, οι Έλληνες δεν έμειναν ασυγκίνητοι στην καταστροφή των αρχαίων μνημείων του βράχου της Ακρόπολης.

επιστροφή

23/08/2011

Επέστρεψα χθες από τις διακοπές, αλλά δυστυχώς ένα πρόβλημα με τα μάτια μου -ή με τα γυαλιά μου, δεν είμαι ακόμα σίγουρος- μου κάνει τη ζωή δύσκολη. 
Συγκεκριμένα μόλις βάζω τα γυαλιά μου τα γράμματα αρχίζουν να κινούνται σαν να «κολυμπούν» μπροστά μου. Ο οπτικός είπε πως τα γυαλιά μου είναι μια χαρά, ο οφθαλμίατρος που με εξέτασε δε βρήκε κάποια απότομη άνοδο της πρεσβυωπίας μου, συνεπώς το πρόβλημα μάλλον βρίσκεται αλλού και πρέπει να το λύσω μόνος μου. Ελπίζω μέχρι τη Δεύτερα να έχω βρει τη λύση…


Θωμάς: «Καλοκαιρινές αναμνήσεις», 2011

Αυτό το καλοκαίρι πάντως διάβασα αρκετά βιβλία, μην τρομάξετε δεν τα διάβασα όλα στις 15 μέρες που κράτησαν οι διακοπές μου, αναφέρω παρακάτω τα βιβλία που διάβασα ολόκληρο το καλοκαίρι (από 15 Ιουνίου μέχρι σήμερα):

ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ, Τζόναθαν Φράνζεν:
Πολύ καλό βιβλίο, περιμένω να τελειώσω και τις ΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ του ίδιου συγγραφέα για να αφιερώσω μια ανάρτηση και για τα δύο. Πάντως στην ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ο Φράνζεν, που θεωρείται από τους σημαντικότερους αμερικανούς συγγραφείς, είναι καταπέλτης κατά της αμερικανικής πολιτικής και γενικότερα κατά της πολιτικής της «ανάπτυξης» που μας έχει φτάσει εδώ που μας έφτασε. Περισσότερα για τον Φράνζεν το φθινόπωρο.

ΟΙ ΚΑΤΑΡΡΑΚΤΕΣ, Ίαν Ράνκιν:
Αυτό το βιβλίο το διάβασα τον περασμένο χειμώνα, αλλά το αναφέρω γιατί περίμενα περισσότερα από έναν από τους κορυφαίους σήμερα συγγραφείς αστυνομικών μυθιστορημάτων. Εντάξει, ήταν καλό βιβλίο αλλά δε με συγκίνησε σε σημείο που να σκεφτώ να του αφιερώσω κάποια ανάρτηση.

ΤΑ ΣΤΑΦΥΛΙΑ ΤΗΣ ΟΡΓΗΣ, Τζον Στάινμπεκ:
Έχω υποσχεθεί στον εαυτό μου να διαβάζω ένα βιβλίο κλασικής λογοτεχνίας κάθε δυο ή τρεις μήνες και τα Σταφύλια της Οργής, που αναφέρονται στις συνέπειες του οικονομικού κραχ του 1929, έγινε δυστυχώς επίκαιρο βιβλίο.

ΕΓΩ Ο ΚΛΑΥΔΙΟΣ, Ρόμπερτ Γκρέηβς:
Προχθές το ξεκίνησα, βρίσκομαι ακόμη στη σελίδα 67, αλλά έχω τη γνώμη πως θα το διαβάσω με μεγάλη άνεση και ευχαρίστηση.

ΤΟ ΚΟΙΜΗΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΠΡΑΓΑΣ, Ουμπέρτο Έκο:
Το παράτησα μετά τις πρώτες 90 σελίδες. Αν βρεθεί κάποιος να μου πει πως αξίζει, δεσμεύομαι να το ξαναρχίσω. Λυπάμαι, είμαι πλέον προκατειλημμένος με τον Έκο, θεωρώ πως το μόνο αξιόλογο βιβλίο του είναι το Όνομα του Ρόδου. Και όσο βλέπω κάθε Κυριακή να προηγείται στα ευπώλητα, τόσο νευριάζω περισσότερο.

ΓΙΑΤΙ Η ΕΛΛΑΔΑ;, Ζακλίν ντε Ρομιγί:
Πάντα βρίσκω στα βιβλία της Ρομιγί όμορφα αποσπάσματα γεμάτα αγάπη και άρτια γνώση για την αρχαία Ελλάδα.

Πάμε τώρα στους Έλληνες:

ΑΓΙΟΙ ΔΑΙΜΟΝΕΣ ΕΙΣ ΤΑΝ ΠΟΛΙΝ, Γιάννης Καλπούζος:
Εξαιρετικό, απολαυστικό, συναρπαστικό, τι άλλο να πω; Το διαβάζω ακόμα, και παρακαλάω να μην τελειώσει.

ΣΤΗ ΣΚΙΑ ΤΗΣ ΠΕΤΑΛΟΥΔΑΣ, Ισίδωρος Ζουργός:
Πάλι Ζουργός; Ναι, γιατί όχι, αφού διάβασα δυο φορές τα Ανεμώλια, είπα να ξαναδιαβάσω και τη Σκιά της Πεταλούδας και ανταμείφθηκα γι’ αυτή μου την επιλογή. Πρόκειται τελικά για ένα σπουδαίο βιβλίο με απίστευτη εμβάθυνση στους χαρακτήρες των ηρώων του, που προσφέρει μοναδική συγκίνηση στον αναγνώστη.

Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΔΙΑΙΤΕΡΟΤΗΤΑ τόμος Α΄, Κορνήλιος Καστοριάδης:
Εδώ να δείτε τη συγκίνησή μου, που επιτέλους κατάλαβα τον Καστοριάδη. Πρόκειται για μια σειρά διαλέξεών του, στις οποίες αναλύει με μοναδική σαφήνεια θέματα για την αρχαία Ελλάδα με βάση τον Όμηρο και τον Ηράκλειτο.

ΚΡΑΥΓΕΣ ΤΗΣ ΜΝΗΜΗΣ, Βασιλική Παπαγιάννη:
Πρόκειται για μαρτυρίες που αφορούν την Κατοχή, την Αντίσταση και τον Εμφύλιο πόλεμο. Μοναδικό βιβλίο που, ειδικά για τον Εμφύλιο, φιλοξενεί μαρτυρίες και από τις δύο αντιμαχόμενες πλευρές.

ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΙΗΣΗ, Μανόλης Ανδρόνικος
Το βιβλίο περιλαμβάνει μια σειρά άρθρων που έγραψε στο ΒΗΜΑ ο μεγάλος Έλληνας αρχαιολόγος. Με τον Ανδρόνικο έχω σκοπό να ξεκινήσω τις αναρτήσεις τη Δευτέρα.

Δ. ΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ, Απόστολος Κώστιος:
Οι βιογραφίες είναι πάντα η αγαπημένη μου ανάγνωση και η βιογραφία του μεγάλου Έλληνα διευθυντή ορχήστρας είναι ένα πολύ σημαντικό έργο γραμμένο με επιστημονικό τρόπο.

Γ. ΖΑΜΠΕΤΑΣ: ΒΙΟΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΕΙΑ, Ιωάννα Κλειασίου:
Η βιογραφία του Ζαμπέτα είναι απολαυστική όπως απολαυστικός ήταν και ο ίδιος.

ΕΝΑ ΠΑΙΔΙ ΤΗΣ ΚΑΤΟΧΗΣ ΘΥΜΑΤΑΙ, Αντώνης Δούκας:
Ο κ. Δούκας υπήρξε καθηγητής μου στο Γυμνάσιο και ίσως γι’ αυτό ένιωσα δυο φορές δέος διαβάζοντας το βιβλίο του που αποτελεί μια συγκλονιστική μαρτυρία για πολλά γεγονότα τόσο της περιόδου του ελληνοϊταλικού πολέμου όσο και της κατοχής.

ΑΠΑΝΤΑ, Παπαδιαμάντης:
Τι ωραίος που είναι ο Παπαδιαμάντης αν αφεθείς στη μαγεία του κι αν ξεπεράσεις τις δυσκολίες με την καθαρεύουσα… Διαβάζω ένα διήγημα κάθε φορά προσπαθώντας να φτιάξω ένα θεατρικό που σκοπεύω να ανεβάσω φέτος με τους μαθητές μου.

Η ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ, αφιέρωμα του περιοδικού ΙΣΤΟΡΙΑ και 70 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗ ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ, αφιέρωμα της ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑΣ:
Και τα δύο αναφέρουν συγκλονιστικές λεπτομέρειες όχι μόνο για τη μάχη της Κρήτης μα κυρίως για τα φρικιαστικά αντίποινα των Γερμανών και θα παρουσιαστούν σε συνδυασμό με το βιβλίο ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΣΗΜΕΙΩΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΡΗΤΗ του Μανόλη Καρέλλη που είχα διαβάσει πριν δυο χρόνια.

Υπάρχουν κι άλλα βιβλία που έχω σκοπό να διαβάσω, δεν τα έχω όμως ξεκινήσει κι έτσι δεν αναφέρομαι σ’ αυτά.

Αν κάποιος φίλος ή φίλη διάβασε κάτι αξιόλογο φέτος το καλοκαίρι παρακαλώ ας μας ενημερώσει… 

μ’ ένα τίποτα έζησα

02/08/2011

«Ποτέ δεν μπόρεσα να αντικρίσω, ώρα πολλή, το φωτόδεντρο», γράφει ο Νίκος Δήμου. «Αντέχω το κείμενο σε μικρές δόσεις. Κάθε λίγο αναστέλλω. Αλλάζω βλέμμα. Η συμπύκνωση της ουσίας, η ευφορία των στιγμών ζαλίζει, σαν το πολύ οξυγόνο». 
Πάντως ολόκληρο το ποίημα του Οδυσσέα Ελύτη «Το Φωτόδεντρο και η δέκατη τέταρτη ομορφιά» υπάρχει στο http://www.scribd.com/doc/8660655/-1971. Εμείς θα περιοριστούμε σε κάποια αποσπάσματα πλαισιωμένα από μια συνέντευξη του Ελύτη καθώς και μια ιστορία από τα χρόνια που πολεμούσε στο αλβανικό μέτωπο.

 

Η ΚΟΡΗ ΠΟΥ ‘ΦΕΡΝΕ Ο ΒΟΡΙΑΣ

Σε μεγάλη απόσταση μέσα στην ευωδιά του δυόσμου αναλογίστηκα
που πάω κι είπα για να μη μ’ έχει του χεριού της η ερημιά να
βρω εκκλησάκι να’χω να μιλήσω.
(…)
Όπου απάνου κει από τον ερειπιώνα της αποσπασμένη φάνηκε να κερδίζει σε ύψος κι όμορφη που δε γίνεται άλλο μ’ όλα τα
χούγια των πουλιών στο σείσιμό της η κόρη που’φερνε ο Βοριάς
κι εγώ περίμενα
(…)
Ύστερα μου’ρθε η μυρωδιά της όλο φρέσκο ψωμί κι άγρια βουνίσια γιάμπολη
Έσπρωξα τη μικρή ξύλινη πόρτα και άναψα κερί Που μια ιδέα μου είχε γίνει αθάνατη.

ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ «ΤΟ ΦΩΤΟΔΕΝΤΡΟ ΚΑΙ Η ΔΕΚΑΤΗ ΤΕΤΑΡΤΗ ΟΜΟΡΦΙΑ»
Εκδόσεις ΙΚΑΡΟΣ
http://www.scribd.com/doc/8660655/-1971

.

λίγο βόρειον άνεμο, λίγο λουλακί θαλάσσης, λίγο δέρμα νέας κοπέλας, λίγη κατάνυξη αγιότητας.

Μιλώ για την ποιητική λειτουργία και ως προς αυτήν υπάρχουνε δύο μέθοδοι. Υπάρχει η μέθοδος η εξομολογητική, που αποτελεί, ας πούμε, τον κανόνα. Ο ποιητής, δεχόμαστε ότι εκφράζει την γύρω του πραγματικότητα. Στα έργα του, που αποτελούν ένα είδος εσωτερικού ημερολογίου, καταγράφει τις ψυχικές του αντιδράσεις, που, βέβαια, είναι οδυνηρές, αφού ζητούν ν’ αποδώσουν τη δυσαρμονία του με το φυσικό και κοινωνικό του περιβάλλον. Στο βαθμό μάλιστα που η θλίψη του ή η διαμαρτυρία του είναι οξύτερες, αξιολογείται και η ποιότητα της ευαισθησίας του. Οπόταν εγώ, με τέτοια κριτήρια, ευρέθηκα να είμαι τέρας αναισθησίας, άμοιρος των δεινών που μαστίζουν την ανθρωπότητα, με άλλα λόγια ένας απερίσκεπτος έφηβος που τα βρίσκει όλα ωραία και τα εξυμνεί. Ενώ εγώ ήμουν, απλά και μόνον, ένας χημικός που έβαζε λίγο βόρειον άνεμο, λίγο λουλακί θαλάσσης, λίγο δέρμα νέας κοπέλας, λίγη κατάνυξη αγιότητας, για να βγάλει το αποτέλεσμα που η ζωή του στερούσε. Ήταν ο μηχανισμός του εξορκισμού που λειτουργούσε μέσα μου; Δεν ξέρω. Πάντως ήταν η αντίδραση που θα δοκίμαζε φερ’ ειπείν ένας αρχιτέκτονας που βλέπει ένα φριχτό οικοδόμημα και ξέρει ότι με τα ίδια υλικά θα μπορούσε να είχε γίνει κάτι διαφορετικό, κάτι που να «στέκει» καλύτερα. Σημειωτέον ότι τα «υλικά» που είχα βαλθεί να επικαλούμαι δεν ήταν διόλου φανταστικά πράγματα. Υπήρχαν δοσμένα απ’ την ίδια τη ζωή – πλην καταδικασμένα σε αδράνεια από τους ίδιους τους ανθρώπους, από την άγνοια και τις προκαταλήψεις αιώνων.

ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ, «Η ΥΠΕΡΒΑΣΗ ΚΑΙ Η ΓΕΩΜΕΤΡΗΣΗ»
περιοδικό «η λέξη», τ. 27
από μια συνομιλία του με τον Δημήτρη Άναλι
http://www.ekebi.gr/magazines/showimage.asp?file=32602&code=1337&zoom=800

 

ΤΡΕΙΣ ΦΟΡΕΣ Η ΑΛΗΘΕΙΑ

Τέτοια η αλήθεια Όταν αποτραβήχτηκαν τα λόγια τι να πεις πια φάνηκε περιτριγυρισμένο κυπαρίσσια σαν παλιό υποστατικό το πέλαγος
Καθισμένη στα ρηχά μια γυναίκα πέτρινη κει που χτενίζονταν
απόμεινε με το χέρι της ψηλά στον αέρα Δυο βαπόρια πέρα ταξι-
δεύανε όλο καπνούς δίχως να προχωράνε Και παντού στις βρύ-
σες και στα δεντρολίβανα εκμυστηρευμένο ένα πάτερ ημών που ανέβαινε πριχού σπάσει σε δρόσο
Πάτερ ημών ο εν τοις ουρανοίς εγώ που αγάπησα εγώ που τήρησα το κορίτσι μου σαν όρκο που’φτασα να πιάνω τον ήλιο απ’ τα
φτερά σαν πεταλούδα Πάτερ ημών
Μ’ ένα τίποτα έζησα.
(…)
Ώσπου τέλος ένιωσα κι ας πα’ να μ’ έλεγαν τρελό πως από’να τί-
ποτα γίνεται ο Παράδεισος.

ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ «ΤΟ ΦΩΤΟΔΕΝΤΡΟ ΚΑΙ Η ΔΕΚΑΤΗ ΤΕΤΑΡΤΗ ΟΜΟΡΦΙΑ»
Εκδόσεις ΙΚΑΡΟΣ
http://www.scribd.com/doc/8660655/-1971

 

η μειωμένη αντίληψη

Ανέκαθεν, έτσι, από μειωμένη αντίληψη γράφεται η Ιστορία. Ειλικρινά θα προτιμούσα να ‘ναι από κακοπιστία. Και όμως είναι από μειωμένη αντίληψη. Να τι με δυσκόλεψε περισσότερο κι από τους πολέμους κι από τις δικτατορίες κι από τους διωγμούς στη ζωή μου: η μειωμένη αντίληψη. Που, ευτυχώς, αντί να εξουδετερώνει το πνεύμα μου, το γιγάντωνε.

ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ, «Η ΥΠΕΡΒΑΣΗ ΚΑΙ Η ΓΕΩΜΕΤΡΗΣΗ»
περιοδικό «η λέξη», τ. 27
από μια συνομιλία του με τον Δημήτρη Άναλι
http://www.ekebi.gr/magazines/showimage.asp?file=32602&code=1337&zoom=800


Προμετωπίδα του Οδυσσέα Ελύτη για τα “Ρω του έρωτα” (1972)
από την έκδοση της ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑΣ:
“ΛΕΣΧΗ ΑΘΑΝΑΤΩΝ – ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ”
Εκδόσεις ΤΕΓΟΠΟΥΛΟΣ

 

ΠΕΡΙ ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ

Από τέσσερις πέτρες και λίγο θαλασσινό νερό είχα κάνει Ναό που
καθόμουν να τον φυλάγω
(…)
Μέσα στην Αποκάλυψη περάσανε με τη σειρά τα τέσσερα αλόγα:
το μαύρο το ασημί το ένοχο και τ’ ονειροπαρμένο δίχως σέλα
ή αναβάτη θέλοντας να δείξουν πως η δόξα τους παρήλθε
Και πως τα πλήθη πίσω τους που οδεύουν πανστρατιά παν να κα-
ταποθούν από τη γέννα του Παραδείσου καθώς ήτανε γραμμένο

ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ «ΤΟ ΦΩΤΟΔΕΝΤΡΟ ΚΑΙ Η ΔΕΚΑΤΗ ΤΕΤΑΡΤΗ ΟΜΟΡΦΙΑ»
Εκδόσεις ΙΚΑΡΟΣ
http://www.scribd.com/doc/8660655/-1971

.

με γνώμονα πάντοτε την καθαρότητα

Εάν εξαιρέσω μερικά φωτεινά διαλείμματα –που γι’ αυτά θα σας μιλήσω παρακάτω- δε θυμάμαι παρά πένθη της οικογένειας, μαυροντυμένους συγγενείς, επαναστάσεις, βομβαρδισμούς από στόλους ξένων δυνάμεων, διωγμούς του πατέρα μου που ήταν αντίθετος με το Παλάτι. Βλέπετε, την εποχή εκείνη οι αστοί – πρέπει να το παραδεχθούμε – ακολουθούσαν μια πολιτεία που δικαίωνε την ύπαρξή τους. Στις ημέρες μας είναι που αποξενώθηκαν από οτιδήποτε δεν είναι κέρδος υλικό, κι έχουν χωρίς να το αντιλαμβάνονται, υπογράψει την καταδίκη τους. Ας είναι.
Στα δεκαοχτώ μου χρόνια, λοιπόν, κάτω από τέτοιες συνθήκες, εάν εκφραζόμουν αυτοβιογραφικά, μπορείτε να φανταστείτε τι μαύρα ποιήματα θα είχα γράψει. Ο νους μου όμως εμένα ήταν αλλού. Ήταν σε μιαν ιδανική κατάσταση, ξεσηκωμένη από την τρέχουσα και όμως διαφορετική στο βαθμό που άλλαζα τη διάταξη των στοιχείων της. Καλώς ή κακώς υπήρχε σχηματισμένος μέσα μου ένας μύθος πέραν του πιθανού ή του απίθανου, που έπρεπε, με κάθε ποίημα – όπως ένα κτίριο με κάθε πέτρα – να λαμβάνει υπόσταση, να υλοποιείται και συνάμα, ν’ αποσπάται από μένα, θέλω να πω από την προσωπική μου περίπτωση. Να γιατί δεν έγραφα στο Λονδίνο για ομίχλες και στο Παρίσι για μετρό, αλλά εκεί, όταν ζούσα στις πόλεις αυτές, έβαζα τα θεμέλια του «Άξιον Εστί» και αργότερα ολοκλήρωνα έργα όπως το «Φωτόδεντρο» ή το «Μονόγραμμα». Με γνώμονα πάντοτε την καθαρότητα.

ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ, «Η ΥΠΕΡΒΑΣΗ ΚΑΙ Η ΓΕΩΜΕΤΡΗΣΗ»
περιοδικό «η λέξη», τ. 27
από μια συνομιλία του με τον Δημήτρη Άναλι
http://www.ekebi.gr/magazines/showimage.asp?file=32602&code=1337&zoom=800

 

ΜΙΚΡΗ ΠΡΑΣΙΝΗ ΘΑΛΑΣΣΑ

Μικρή πράσινη θάλασσα δεκατριώ χρονώ
Που θα’θελα να σε υιοθετήσω
Να σε στείλω σχολείο στην Ιωνία
Να μάθεις μανταρίνι και άψινθο
Μικρή πράσινη θάλασσα δεκατριώ χρονώ
Στο πυργάκι του φάρου το καταμεσήμερο
Να γυρίσεις τον ήλιο και ν’ ακούσεις
Πως η μοίρα ξεγίνεται και πως
Από λόφο σε λόφο συνεννοούνται
Ακόμα οι μακρινοί μας συγγενείς
Που κρατούν τον αέρα σαν αγάλματα
Μικρή πράσινη θάλασσα δεκατριώ χρονώ
Με τον άσπρο γιακά και την κορδέλα
Να μπεις απ’ το παράθυρο στη Σμύρνη
Να μου αντιγράψεις τις αντιφεγγιές στην οροφή
Από τα Κυριελέησον και τα Δόξα σοι
Και με λίγο Βοριά λίγο Λεβάντε
Κύμα το κύμα να γυρίσεις πίσω
Μικρή πράσινη θάλασσα δεκατριώ χρονώ
Για να σε κοιμηθώ παράνομα
Και να βρίσκω βαθιά στην αγκαλιά σου
Κομμάτια πέτρες τα λόγια των Θεών
Κομμάτια πέτρες τ’ αποσπάσματα του Ηράκλειτου.

ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ «ΤΟ ΦΩΤΟΔΕΝΤΡΟ ΚΑΙ Η ΔΕΚΑΤΗ ΤΕΤΑΡΤΗ ΟΜΟΡΦΙΑ»
Εκδόσεις ΙΚΑΡΟΣ
http://www.scribd.com/doc/8660655/-1971

.

Ο πατέρας μου, που ήταν ερασιτέχνης ναυτικός, με ανέβαζε στη γέφυρα ενώ ταξιδεύαμε, άλλοτε για την Τήνο και τη Σαντορίνη, άλλοτε για τη Μυτιλήνη κι άλλοτε για τα κοντινά νησιά, Αίγινα, Πόρο, Ύδρα, Σπέτσες.
Αυτό που έβλεπα δεν ήταν με κανένα τρόπο απλώς «τοπίο». Ήταν ένα αλφάβητο από φυσικά στοιχεία που αργότερα θα ζητούσα να βρω την ηθική τους αντιστοιχία στο πνεύμα.

ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ, «Η ΥΠΕΡΒΑΣΗ ΚΑΙ Η ΓΕΩΜΕΤΡΗΣΗ»
περιοδικό «η λέξη», τ. 27
από μια συνομιλία του με τον Δημήτρη Άναλι
http://www.ekebi.gr/magazines/showimage.asp?file=32602&code=1337&zoom=800

 

Η ΤΟΙΧΟΓΡΑΦΙΑ

Έχοντας ερωτευθεί και κατοικήσει αιώνες μες στη θάλασσα έμαθα
γραφή και ανάγνωση
Ώστε τώρα να μπορώ σε μεγάλο βάθος πίσω τις γενιές απανωτές
όπως αρχίζει ένα βουνό προτού τελειώσει το άλλο
Να κοιτάζω

ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ «ΤΟ ΦΩΤΟΔΕΝΤΡΟ ΚΑΙ Η ΔΕΚΑΤΗ ΤΕΤΑΡΤΗ ΟΜΟΡΦΙΑ»
Εκδόσεις ΙΚΑΡΟΣ
http://www.scribd.com/doc/8660655/-1971

.

μια ελληνική γραφή

Εάν είμαι μια «ελληνική γραφή» όπως λέτε, μπορώ να πεθάνω ήσυχος. Κάθε ποιητής πραγματώνεται μέσ’ απ’ τη γλώσσα του. Κι ακόμη πιο βαθιά: μέσ’ απ’ το δεύτερο και τρίτο στρώμα της γλώσσας του. Στο κεφάλαιο αυτό, είναι αλήθεια, ο Έλληνας – ο σε όλα του άτυχος – βγαίνει τυχερός. Καμιά γλώσσα δε διαθέτει μια τέτοιαν απέραντη προοπτική προς τα πίσω  και – το κυριότερο – με αδιάσπαστη συνέχεια. Δεν το λέω με υπερηφάνεια, το λέω με δέος, αφού οι ευθύνες του ποιητή σε μια τέτοια περίπτωση, πολλαπλασιάζονται. Και με πιάνει αληθινή απόγνωση όταν βλέπω συναδέλφους μου ν’ απομακρύνονται και ν’ αδιαφορούν για αυτό που είναι η διακλάδωση των νεύρων μέσα στο σώμα της γλώσσας, ένα σώμα, που, όπως και να το κάνουμε, είναι τριών χιλιετιών και όμως αγέραστο.

ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ, «Η ΥΠΕΡΒΑΣΗ ΚΑΙ Η ΓΕΩΜΕΤΡΗΣΗ»
περιοδικό «η λέξη», τ. 27
από μια συνομιλία του με τον Δημήτρη Άναλι
http://www.ekebi.gr/magazines/showimage.asp?file=32602&code=1337&zoom=800

.

Η ΟΔΥΣΣΕΙΑ

Σκαμπανέβαζε το σπίτι μες στα περιβόλια κι από τα μεγάλα τζάμια
του θωρούσες μια να χάνονται αντίκρυ τα βουνά μια ν’ ανεβαί-
νουνε ως τα ύψη πάλι
Από το κεφαλόσκαλο ψηλά μ’ ένα χιτώνιο ναυτικό στους ώμους
ο πατέρας μου έμπηγε τις φωνές κι όλοι τρεχοκοπούσανε δεξιά
κι αριστερά ποιος να στεριώσει ένα μαδέρι ποιος να μαζέψει
βιαστικά τις τέντες προτού ένας τέτοιος ξαφνικός πουνέντες μας
μπατάρει
Έτσι κι αλλιώς στα μέρη τα δικά μας πάντα ταξιδεύαμε
Πρόσω
Και με προσοχή σαν να το ξέραμε από τότε πως ανέκαθεν υπήρξε
η πίκρα κι η Ελλάδα δεν υπήρξε ποτέ
(…)
Δόξα να’χει ο Θεός εμείς γυρίζαμε παντού ξεφορτώναμε λάδι
και κρασί και παίρναμε σ’ αντάλλαγμα λουλούδια τόνους απ’ αυτά
που τα λεν στη γλώσσα τους οι ιθαγενείς τριαντάφυλλα μπουκαλά-
κια με απόσταγμα σπάνιο γιασεμιού ή ακόμη και γυναίκες
Έξαφνα μια κοπέλα χτυπημένη από το βλέμμα του Ταξιάρχη που
την πήρα σκλάβα μου και ακόμη ως σήμερα που γράφω μόνο αυτή
μου παραστέκει
(…)
Που να δώσω να το καταλάβουν οι πλειοψηφίες πως η δύναμη μόνο
σκοτώνει και πως το σπουδαιότερο:
Η άνοιξη και αυτή προϊόν του ανθρώπου είναι

ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ «ΤΟ ΦΩΤΟΔΕΝΤΡΟ ΚΑΙ Η ΔΕΚΑΤΗ ΤΕΤΑΡΤΗ ΟΜΟΡΦΙΑ»
Εκδόσεις ΙΚΑΡΟΣ
http://www.scribd.com/doc/8660655/-1971

.

μου αναλογεί το λευκό

Πρέπει να το καταλάβουμε ότι ο ποιητής π ο ι ε ί. Εάν θέλει να βγάζει από μαύρο, μαύρο – λογαριασμός δικός του. Αναλαμβάνει το βάρος της ευθύνης που αναλογεί στην ψυχή του. Εμένα, όπως σας είπα και στην αρχή, μου αναλογεί το λ ε υ κ ό. Και σας εξομολογούμαι πως η κατεργασία του λευκού μέρους της ψυχής είναι πιο σκληρή κι από του μαρμάρου. Αλλά πώς να κάνω αλλιώς; Σε τι θα ωφελούσε να γίνω ένας απλός αναμεταδότης της ασχήμιας, με το δικαιολογητικό ότι υπάρχει στην πραγματικότητα; Είναι κάτι που το ξέρουμε και δεν υπάρχει λόγος να το επαναλαμβάνουμε. Τουλάχιστον εγώ αποβλέπω στην μεταμόρφωση.

ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ, «Η ΥΠΕΡΒΑΣΗ ΚΑΙ Η ΓΕΩΜΕΤΡΗΣΗ»
περιοδικό «η λέξη», τ. 27
από μια συνομιλία του με τον Δημήτρη Άναλι
http://www.ekebi.gr/magazines/showimage.asp?file=32602&code=1337&zoom=800

 

ΤΟ ΦΩΤΟΔΕΝΤΡΟ

Τι λογής είναι η αλήθεια όλο φύλλα στρογγυλά κι από το μέ-
ρος του ήλιου κασσιτερωμένα κόκκινα πέντε δέκα εκατον-
τάδες αρπαγμένα εφ’ όρου ζωής απ’ το άγνωστο
Ακριβώς όπως εμείς Και ας μαίνονταν οι συμφορές τριγύρω ας
πέθαιναν οι άνθρωποι ας έφτανε από τα κατάβαθα του Αρνιού ξα-
νασταλμένος ο απόηχος του πολέμου τίποτε αυτό μια στιγμή
σταματούσε να δοκιμαστεί αν θ’ αντέξει
Τέλος επροχωρούσε αμείλικτο μέσα στο φως όπως ο Ιησούς
Χριστός κι όλοι οι ερωτευμένοι.
(…)
(Λύπη λύπη μου που δε μιλιέσαι αλλά σκάφος βρεμένο στην παν-σέληνο είσαι και αστείρευτη παραμυθία μες στον ύπνο μου να ρυ-
μουλκείς μοσχονήσια με αναμμένο το μισό στερέωμα ένας
Αχ ερωτευμένος είμαι και το μόνο που ζητώ αχ μόνο αυτό δεν έχω)Έπλεαν κομμάτια ξύλα κι ευτυχίες καμένες απ’ το πέρασμα του θυ-
μιατού στης κοντινής Ανατολής τους λόφους χρυσοποίκιλτα σερά-
για και σοφία χυμένη στο γυαλί
Το ελάχιστο θέλησα και με τιμώρησαν με το πολύ.

ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ «ΤΟ ΦΩΤΟΔΕΝΤΡΟ ΚΑΙ Η ΔΕΚΑΤΗ ΤΕΤΑΡΤΗ ΟΜΟΡΦΙΑ»
Εκδόσεις ΙΚΑΡΟΣ
http://www.scribd.com/doc/8660655/-1971

.

Ο ΚΗΠΟΣ ΤΟΥ ΕΥΩΧΕΙΡ

Κι έχε στο νου σου έχε στο νου σου πάντοτε μ’ ακούς;
το αχ που βγάνει ο σκοτωμός το αχ που βγάν’ η αγάπη

ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ «ΤΟ ΦΩΤΟΔΕΝΤΡΟ ΚΑΙ Η ΔΕΚΑΤΗ ΤΕΤΑΡΤΗ ΟΜΟΡΦΙΑ»
Εκδόσεις ΙΚΑΡΟΣ
http://www.scribd.com/doc/8660655/-1971

 

ΔΩΡΟ ΑΣΗΜΕΝΙΟ ΠΟΙΗΜΑ

Ξέρω πως είναι τίποτε όλ’ αυτά και πως η γλώσσα που μιλώ δεν
έχει αλφάβητο
Αφού και ο ήλιος και τα κύματα είναι μια γραφή συλλαβική που την
αποκρυπτογραφείς μονάχα στους καιρούς της λύπης και της εξορίας
Κι η πατρίδα μια τοιχογραφία μ’ επιστρώσεις διαδοχικές φράγκι-
κες ή σλαβικές που αν τύχει και βαλθείς για να την αποκαταστή-
σεις πας αμέσως φυλακή και δίνεις λόγο
Σ’ ένα πλήθος Εξουσίες ξένες μέσω της δικής σου πάντοτε
Όπως γίνεται για τις συμφορές
Όμως ας φανταστούμε σ’ ένα παλαιών καιρών αλώνι που μπορεί να
‘ναι και σε πολυκατοικία ότι παίζουνε παιδιά και ότι αυτός που χάνει
Πρέπει σύμφωνα με τους κανονισμούς να πει στους άλλους και να
δώσει μιαν αλήθεια
Οπόταν βρίσκονται στο τέλος όλοι να κρατούν στο χέρι τους ένα μικρό
Δώρο ασημένιο ποίημα.

ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ «ΤΟ ΦΩΤΟΔΕΝΤΡΟ ΚΑΙ Η ΔΕΚΑΤΗ ΤΕΤΑΡΤΗ ΟΜΟΡΦΙΑ»
Εκδόσεις ΙΚΑΡΟΣ
http://www.scribd.com/doc/8660655/-1971

.

“Το βιβλίο που με κράτησε στη ζωή”

Το ένιωσα αυτό, πολύ περισσότερο κι από τη σκηνή στο μέτωπο που διηγήθηκα πριν, δυο μήνες αργότερα, όταν βρέθηκα στο κρεβάτι ενός νοσοκομείου των Ιωαννίνων, με όλες τις ενδείξεις τις επιστημονικές ότι δεν πρόκειται να ξανασηκωθώ. Πριν από τ’ αντιβιοτικά, ο τύφος δεν είχε άλλη σωτηρία από την αντοχή του οργανισμού σου. Έπρεπε να υπομένεις, ακίνητος υποχρεωτικά, με πάγο στην κοιλιά και μερικά κουταλάκια γάλα ή πορτοκαλόζουμο για τροφή, όλες τις ατέλειωτες μέρες που βαστούσε ο πυρετός, σαράντα ακατέβατα. Κι ο Θεός βοηθός. Έτυχε να περάσω τη μεγάλη κρίση τις ημέρες ακριβώς που άρχισε η επίθεση των Γερμανών. Δεν ήταν και τόσο ρόδινα τα πράγματα. Το κρεβάτι μου βρισκότανε πλάι στο παράθυρο και κάθε φορά, θυμάμαι, που σήμαινε συναγερμός όλοι οι άλλοι άρρωστοι (το νοσοκομείο ήταν παθολογικό και δεν είχε τραυματίες) μαζί με τις νοσοκόμες και τους γιατρούς τρεχοκοπούσανε στα καταφύγια.
Με τους Γερμανούς δεν ήτανε φρόνιμο να παρασταίνουν το παλικάρι. Πριν φύγουν από το θάλαμο μού άνοιγαν τα τζάμια, μήπως και σπάσουν και με χτυπήσουν τα θραύσματα. Κι απόμενα έτσι ολομόναχος μέσα στον άδειο θάλαμο, που μου φαινότανε ξαφνικά ότι μεγάλωνε, γινότανε απέραντος, με τα ξέστρωτα κρεβάτια, τα κουβαριασμένα σεντόνια, τις εφημερίδες, τα σακίδια, μια σταματημένη απότομα ζωή, ένα είδος Πομπηίας του κλειστού χώρου, απ’ όπου αναδυόμουν και επέπλεα μετέωρος, βουτηγμένος μέσα σε μια παράξενη ηρεμία. Ώσπου σε λίγο άρχιζαν οι εκρήξεις, που ολοένα πλήθαιναν και πλησίαζαν. Αυτό πια δεν ήταν πόλεμος, ήταν μια μονομαχία. Δεν υπήρχανε στρατεύματα, όπλα, υπηρεσίες, επιτελεία. Τίποτε. Μονάχα το αόρατο εκείνο τέρας που μπουμπούνιζε από ψηλά. Κι εγώ ασάλευτος, με την πληγιασμένη ράχη και το κομμάτι τ’ ουρανού απ’ τ’ ανοιχτό παράθυρο. Ένα αίσθημα που δεν είχα δοκιμάσει ποτέ όσο ήμουν τριγυρισμένος από τους στρατιώτες μου αναπηδούσε τώρα μέσα μου, πολλαπλασιαζότανε, με χίλιες φωνές μου έκρενε: “πρέπει, πρέπει, πρέπει να ζήσεις, να νικήσεις, να τα βγάλεις πέρα”.
Θα ‘ναι φαίνεται, στη μοναξιά και στον άνισο αγώνα που ξυπνάει όλος ο άντρας. Και ο ποιητής. Η ιδέα ενός βιβλίου με κρατούσε – όπως άλλους ένα εικόνισμα. Το έβλεπα, το φυλλομετρούσα, τα ποιήματα που δεν είχα γράψει, και που θα ήθελα να είχα γράψει, γεμίζανε με το εξωτερικό τους σχήμα τις σελίδες του, δεν απόμενε παρά να τα “γεμίσω”, όπως γεμίζεις μια σειρά από άδεια ποτήρια, και αμέσως τι δύναμη, τι ελευθερία, τι αψηφησιά στις βόμβες και στο θάνατο. Να ‘χεις βγάλει τον εαυτό σου τον πραγματικό, από τον άλλο τον καθημερινό, έξω, και να τον βλέπεις αντίκρυ σου άτρωτον, άφθαρτον, προσιτό στα μέλλοντα όπου πια εσύ δε θα συμμετέχεις, τι ανακούφιση!
(…)
Την άλλη μέρα, όταν είδα να με πλησιάζει ένας παπάς με το δισκοπότηρο στο χέρι, μόνο που δε γάβγισα. Το ‘βαλε στα πόδια, και οι άλλοι άρρωστοι, θαρρώ, γελούσανε. Όμως εγώ δε βάσταξα πια κι έβαλα τα κλάματα. Οι γιατροί μαζεύτηκαν γύρω μου, κάτι είπανε μεταξύ τους, και στο τέλος ένας απ’ αυτούς μου έκανε μια ένεση. Βυθίστηκα στον ύπνο για ώρες πολλές. Και την άλλη μέρα – κάτι απίστευτο – ξύπνησα σχεδόν απύρετος. Είχα περάσει τη μεγάλη κρίση. Το βιβλίο που ονειρευόμουνα θα μπορούσε ίσως να γίνει.
Και τώρα, βέβαια, που γράφω, ύστερα από τόσα χρόνια, το ιδανικό αυτό βιβλίο δεν έγινε. Αλλά τι σημαίνει; Η ελπίδα του με κράτησε στη ζωή, και τότε που δεν ήξερα και τώρα που κατάλαβα ότι τα ιδανικά βιβλία δε γίνονται ποτέ. “Η Ιθάκη σ’ έδωσε τ’ ωραίο ταξείδι.” Να πάλι το passe-partout Καβάφη.

ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ “ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΜΙΑΣ ΔΕΚΑΕΤΙΑΣ”
από τα “ΑΝΟΙΧΤΑ ΧΑΡΤΙΑ” Εκδόσεις ΙΚΑΡΟΣ