Το Γκιουλ Τζαμί στην Κωνσταντινούπολη ήταν η παλιά βυζαντινή εκκλησία της Αγίας Θεοδοσίας που μαρτύρησε την εποχή της εικονομαχίας. Η μνήμη της Αγίας γιορταζόταν κάθε χρόνο στις 29 Μαΐου. Για τον τελευταίο εορτασμό -την παραμονή 28 προς 29 του μήνα- μας μιλάει η Μαρία Θεοχάρη:
Αλλ’ εκείνη την παραμονή της γιορτής -ήταν 28 του Μάη του 1453- οι κάτοικοι της βασιλεύουσας είχαν άλλους βαθύτερους λόγους, να προστρέξουν σε προσευχές και λιτανείες, να εκλιπαρήσουν τους Αγίους. Δεν επρόκειτο πια για την γιατρειά των ασθενών, αλλά για τη σωτηρία της ίδιας της Πόλης.
Είχαν λοιπόν μαζευτεί πλήθος πυκνότατο, από τον εσπερινό κιόλας ερχόντουσαν για να κάνουν την ολονυχτία κοντά στη σορό της Αγίας.
Τρεις μέρες τώρα αλάλαζε κάθε βράδυ το στρατόπεδο απ’ έξω. Μόλις έπαιρνε η νύχτα, άρχισαν να ηχούν οι σάλπιγγες και μαζί με τα τύμπανα έσκιζαν την ησυχία της νύχτας. Πύρινες φωταψίες, αναμμένες στις κατασκηνώσεις του σουλτάνου κύκλωναν το λιμάνι και τον Γαλατά.
Και πράγματι βρισκόμαστε στην πιο δραματική στιγμή -της Δευτέρας προς Τρίτη, 28 προς 29 Μαΐου- της τελευταίας νύχτας του Βυζαντίου. Ο βασιλεύς, αφού μίλησε στο λαό του, κατευθύνεται τώρα προς την Αγιά-Σοφιά, για να προσευχηθεί και να μεταλάβει. Προσεύχεται στην Οδηγήτρια κι όταν σηκώνεται και πλησιάζει τα Άχραντα Μυστήρια, όλο το πλήθος τον ακολουθεί.
Αγία Θεοδοσία (Γκιουλ Τζαμί)
(η φωτογραφία είναι από την Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού)
Μετά ο βασιλεύς παίρνει τον δρόμο προς τα ανάκτορα για να αποχαιρετήσει τους αυλικούς του.
Καθώς ατενίζει ο βασιλεύς το εκκλησίασμα της Αγίας Θεοδοσίας, με μιας η ψυχή του γαληνεύει. Το εσωτερικό του Ναού θυμίζει μέρες ειρηνικές. Γιρλάντες από τριαντάφυλλα κι άλλα μαγιάτικα λουλούδια στολίζουν τις αψίδες και τις εικόνες. Γυναικόπαιδα και κλήρος προσεύχονται με κατάνυξη αλλά όλων τα πρόσωπα φωτίζονται από μια γιορτινή χαρά. Κρατούν άσπρες λαμπάδες κι άλλοι σκορπούν θυμιάματα. Ο αυτοκράτωρ καθώς περνά να προσκυνήσει την σορό ρίχνει μια γρήγορη ματιά στις γυναίκες. Σαν να μη συμβαίνει τίποτα, έχουν έρθει να γιορτάσουν τη σύναξη της Οσιομάρτυρος «περικεκαλλωπισμέναι και περικεκοσμημέναι».
Ποια η ανάγκη να εξιστορήσει κανείς τη συνέχεια, την επίθεση, τον τραυματισμό του Ιουστινιάνη, την Κερκόπορτα, την πύλη του Αγίου Ρωμανού, τον θάνατο του αυτοκράτορα;
Οι Γενίτσαροι όρμησαν από το χάλασμα του τείχους, που είχε δημιουργήσει το κανόνι του Μωάμεθ, ανάμεσα στην πύλη του Ρωμανού και στη Χαρσία. Τραβούν τώρα προς τα κάτω. Και περνώντας μπρος από την πόρτα της Αγίας Θεοδοσίας, ακούν ψαλμωδίες, βλέπουν συναγμένο τον κόσμο και μπαίνουν μέσα. Τους χτυπά το άρωμα από το μοσχολίβανο. Κοιτούν γύρω τα τριαντάφυλλα που στόλιζαν την εκκλησία και σαστισμένοι στάθηκαν μια στιγμή αμήχανοι.
Η εκκλησία της Αγίας Θεοδοσίας έγινε κατ’ αρχάς αποθήκη του τουρκικού ναυστάθμου. Πέρασαν έτσι εκατόν τόσα χρόνια κι έπειτα -επί Σελίμ Β΄- μετατράπηκε σε τζαμί. Το καινούριο όνομά της λένε πως είναι μια ανάμνηση της τελευταίας εκείνης βυζαντινής μέρας. Γκιουλ σημαίνει ρόδο και Γκιουλ Τζαμί, το τζαμί των ρόδων, γιατί με ρόδα την είχαν στολισμένη σαν μπήκε στην Πόλη ο κατακτητής.
αποσπάσματα από το βιβλίο «ΔΙΑΔΡΟΜΕΣ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ –Επιφυλλίδες και διαλέξεις της Μαρίας Θεοχάρη»
Εκδόσεις Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο