Κλυταιμνήστρα

Σε προηγούμενη ανάρτησή μας για τις φρυκτωρίες αναφέρθηκε η τραγωδία του Αισχύλου «Αγαμέμνων», στην οποία η Κλυταιμνήστρα περιγράφει πώς έφτασε σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα η είδηση για το πάρσιμο της Τροίας, μέσω φρυκτωριών που βρίσκονταν στις κορυφές συγκεκριμένων βουνών. Ερευνώντας περισσότερο το θέμα και ψάχνοντας στο διαδίκτυο, «έπεσα» πάνω στην κινηματογράφηση μιας ιστορικής παράστασης που δόθηκε το 1982 στην Επίδαυρο. Αναφέρομαι στην τριλογία «Ορέστεια» του Αισχύλου που ανέβηκε από το Θέατρο Τέχνης, σε σκηνοθεσία Κάρολου Κουν και μετάφραση Θανάση Βαλτινού.
Η πρώτη τραγωδία αυτής της τριλογίας είναι ο «Αγαμέμνων». Βλέποντας την παράσταση, έμεινα εντυπωσιασμένος τόσο από το έργο του Αισχύλου όσο και από την ποιότητά της (ηθοποιία – σκηνοθεσία – μετάφραση). Η δε Μάγια Λυμπεροπούλου ως Κλυταιμνήστρα ήταν πραγματικά συγκλονιστική.

ΑΙΣΧΥΛΟΥ: ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ (μετάφραση Θ. Βαλτινός)

Το έργο ξεκινάει με τη διήγηση του φρουρού που έχει τοποθετήσει η Κλυταιμνήστρα στη στέγη του παλατιού των Ατρειδών. Ο φρουρός περιμένει να εμφανιστεί, μέσω φρυκτωριών, το μήνυμα πως πάρθηκε η Τροία.

ΦΡΟΥΡΟΣ: Χρόνο ολόκληρο κι ακόμα καρτεράω να φανεί αστραπή φωτιάς, σημάδι φλόγας που να μηνάει το πάρσιμο της Τροίας. (…) Στο νοτισμένο στρώμα μου, μήτε ησυχία, μήτε όνειρα. Αντί για ύπνο, φόβος με δέρνει μη κλείσουνε τα βλέφαρά μου, κι όταν να τραγουδήσω αποφασίσω ή να σιγοσφυρίξω, φάρμακο και παρηγοριά στις ώρες της αγρύπνιας, με παίρνει το παράπονο και κλαίω για τις συμφορές ετούτου του σπιτιού. Δεν κυβερνιέται πια καλά όπως πρώτα. Ας ήταν να τέλειωναν τώρα χαρούμενα τα βάσανά μου…


«Ορέστεια» του Αισχύλου στην Επίδαυρο (1982)
από το http://camerastyloonline.wordpress.com/2011/08/10/video-oresteia-1982-se-skinothesia-karolou-koun/

Η φωτιά τελικά φαίνεται στην κορυφή του βουνού κι ο φρουρός πανηγυρίζοντας τρέχει να ενημερώσει την Κλυταιμνήστρα. Μες στη χαρά του όμως θυμάται τον Αγαμέμνονα και μονολογεί:

ΦΡΟΥΡΟΣ: Αν ο δαυλός μαντατοφόρος λέει αλήθεια, ο θεός να δώσει τ’ αγαπημένο χέρι του αφέντη μου να σφίξω όταν γυρίσει. Για τ’ άλλα τι να πω… βόιδι βαρύ πατάει τη γλώσσα μου… αν είχε στόμα το παλάτι θα μαρτύραγε… μιλάω για όσους ξέρουν… για όσους δεν ξέρουν η φωνή μου σβήνει…

Είναι η δεύτερη φορά που ο φρουρός μιλάει για πράγματα, όχι σωστά, που συμβαίνουν στο παλάτι. Δεν τα αναφέρει γιατί, εννοείται, οι θεατές του 5ου αιώνα π.Χ. ξέρουν για τον εξωσυζυγικό δεσμό της Κλυταιμνήστρας με τον Αίγισθο. Ο μύθος είναι γνωστός σε όλους.
Εντωμεταξύ εμφανίζεται ο χορός που δεν έχει μάθει ακόμα τη χαρμόσυνη είδηση και αρχίζει να διηγείται τα γεγονότα που συνέβησαν τα προηγούμενα χρόνια:

ΧΟΡΟΣ: Ο Μενέλαος κι ο Αγαμέμνων, του θεού κραταιοί βασιλιάδες κι οι δυο, με σκήπτρο και θρόνο δικό του ο καθένας, σήκωσαν πανιά με την αργείτικη αρμάδα από τούτη τη χώρα. Αρμάδα πολέμου από χίλια καράβια, τη ντροπή να ξεπλύνουν. Για χάρη γυναίκας που πλάγιασε μ’ άντρες πολλούς, ο παντοδύναμος Ξένιος Δίας τους έστειλε ενάντια στον Πάρη. …(;) και κορμιά αφανισμένα από τον κάματο, και κοντάρια να σπάζουν στου πολέμου το άναμμα, χάλασμα μεγάλο για Τρώες και Έλληνες… όμως όλα έχουν πάρει το δρόμο τους τώρα. Κι όπως είναι γραφτό θα τελειώσουν. Μήτε οι φωτιές, μήτε οι σπονδές, μήτε τα δάκρυα την οργή θα πραΰνουν για το αθυσίαστο θύμα…


Η κινηματογράφηση της Ορέστειας υπάρχει στο ψηφιακό αρχείο της ΕΡΤ, αλλά και στο youtube σε βίντεο που ανάρτησε ο minimatakis29

Η διήγηση του χορού φτάνει στην αρχή της εκστρατείας και στη θυσία της Ιφιγένειας. Εδώ ο χορός κατηγορεί τον Αγαμέμνονα για το έγκλημα που έκανε:

ΧΟΡΟΣ: Αέρας ασέβειας, αέρας ανόσιος συνεπήρε το νου του. Θρασύνει τους θνητούς η άγρια τρέλα με τις αισχρές της βουλές, ρίζα και αρχή του κακού. Αποτόλμησε θύτης να γίνει της κόρης του για το καλό κατευόδιο των πλοίων, αρωγός πολέμου για εκδίκηση και χάρη γυναίκας.

Όταν τελειώνει η διήγηση του χορού εμφανίζεται η Κλυταιμνήστρα που αναγγέλλει το χαρούμενο μήνυμα πως πάρθηκε η Τροία. Κι ύστερα με τη διαίσθησή της «ακούει» μια διπλή βουή από την Τροία:

ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ: Μέσα στην Τροία είναι σήμερα οι Αχαιοί. Βουή διπλή, ξεχωριστή ακούω στην πόλη να σηκώνεται, τύχη ξεχωριστή για νικητές και νικημένους, ξεχωριστές και οι κραυγές τους, γυναίκες και παιδιά πάνω από των σκοτωμένων τα κουφάρια μοιρολογάν το θάνατό τους… Μοιρολόι σκλαβιάς.
Κι οι νικητές, ξαγρυπνισμένοι, νηστικοί, κατάκοποι από τη μάχη, σε πρωινά τραπέζια στρώνονται να φαν, δίχως σειρά, απ’ ό,τι καθένας τους προλάβει, μέσα στα σκλαβωμένα σπίτια, μακριά από το αγιάζι και την παγωνιά. Ευτυχείς, μακάριοι, ξένοιαστοι από σκοπιές, θα εξαντλήσουνε τη νύχτα, νικητές… κι αν σεβαστούνε τους ναούς και τους θεούς της πεσμένης πόλης, τίποτα δε θα πάθουν , φτάνει μόνο μη τους χτυπήσει η απληστία, μη τους δαγκώσει έρωτας για πράματα ανεπίτρεπτα… γιατί έχουν άλλο τόσο δρόμο να κάνουν μέχρι να φτάσουν σώοι στα σπίτια τους. Όμως, ακόμα κι αν φτάσουν, δίχως κανένα κρίμα στους θεούς, το αίμα των σκοτωμένων, άγρυπνο θα τους παραστέκει. Αυτά από μένα τη γυναίκα τους. Εύχομαι να νικήσει το καλό.

Πιο πολύ απ’ τη βουή της νίκης, λοιπόν, η Κλυταιμνήστρα ακούει τη βουή των ηττημένων. Τι κι αν ο Αισχύλος απευθύνεται σε αθηναϊκό κοινό. Το μοιρολόι της σκλαβιάς είναι αυτό που τον συγκινεί περισσότερο.
Όσο για τους νικητές, αν σεβαστούν τους θεούς και τα ιερά τους, θα επιστρέψουν στα σπίτια τους, σώοι και αβλαβείς, με το αίμα των σκοτωμένων όμως πάντα άγρυπνο!


Κάρολος Κουν (1908-1987)

Φτάνει τελικά ο Αγαμέμνονας, φέρνοντας μαζί του και την Κασσάνδρα, που την έχει πάρει σκλάβα από την Τροία. Η Κλυταιμνήστρα τον καλωσορίζει και μπαίνουν στο παλάτι χωρίς να του δείχνει τα πραγματικά της συναισθήματα. Μόνο η Κασσάνδρα, που έχει το χάρισμα να βλέπει το μέλλον, αντιλαμβάνεται τι πρόκειται να γίνει και αρχίζει να θρηνεί έξω από το παλάτι των Ατρειδών. Στο θρήνο αυτό η Κασσάνδρα (0 και 52΄) αρχίζει να βλέπει περιέργα οράματα: «κλάμα παιδιών που τα σκοτώνουν» και «σάρκες ψητές, δείπνο για τον πατέρα τους!» που όμως δεν εκπλήσσουν το χορό. «Όλη η χώρα γνωρίζει αυτά τα εγκλήματα», της απαντά.
Εδώ, ίσως μπερδευτoύν όσοι δεν είναι πλήρως κατατοπισμένοι για τη φρικιαστική και ανόσια πράξη που διέπραξε ο Ατρέας, ο πατέρας του Αγαμέμνονα. Γι’ αυτή την πράξη όμως θα γίνει ξαναγίνει λόγος στη συνέχεια του έργου.
Η Κασσάνδρα, μετά,
αρχίζει να περιγράφει το έγκλημα που θα γίνει σε λίγο: τη δολοφονία του Αγαμέμνονα. Τότε μόνο προβληματίζεται ο χορός. Στο τέλος η Κασσάνδρα προβλέπει και το δικό της τέλος. Ο χορός την ρωτάει:

ΧΟΡΟΣ: Ταλαίπωρη σοφή γυναίκα, αν είσαι βέβαιη, για το θάνατό σου, ποιο θάρρος μυστικό σε σπρώχνει, δαμάλι οδηγημένο από θεό για τη θυσία;
ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ: Κανείς, η ώρα του σαν έρθει, δεν γλυτώνει.

Κι ύστερα από λίγο η Κασσάνδρα μπαίνει κι αυτή στο παλάτι εκφράζοντας όμως τη σιγουριά πως η Κλυταιμνήστρα θα τιμωρηθεί για τα εγκλήματά της.

Μετά από λίγο ακούγεται η κραυγή του Αγαμέμνονα και οι φρουροί του παλατιού βγάζουν έξω το πτώμα του. Ακολουθεί η Κλυταιμνήστρα κρατώντας ένα ματωμένο μαχαίρι. Στην αρχή παραδέχεται το έγκλημά της και ύστερα προσπαθεί να υπερασπίσει τον εαυτό της:

ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ (1:03΄:40΄΄) Δε θα ντραπώ να υποστηρίξω τα αντίθετα από όσα σκόπιμα είπα πριν λίγο. Καιρό ύφαινα μέσα μου το γδικιωμό. Για μια παλιά μας διαφορά. Πέρασαν χρόνια και τώρα στέκω εδώ, που έδωσα το χτύπημα, πάνω από το έργο μου. Σε δίχτυ πιάστηκε, πέπλο και σάβανο ακριβό…
(…)
Αυτά είναι τιμημένοι Αργείτες. Χαρείτε, δε χαρείτε, εγώ καυχιέμαι. Αν είναι ταιριαστό σπονδές να κάνουν στους νεκρούς, διπλά θα ταίριαζε σ’ αυτόν και δίκαια. Με συμφορές επάρατες γέμισε το κροντήρι του σπιτιού και ήρθε μόνος του και το ήπιε…
(…)
Ο Αγαμέμνων νεκρός απ΄ το δεξί μου τούτο χέρι, όργανο δικαιοσύνης.
ΧΟΡΟΣ: Ποιο κακό βότανο της γης, ποιο φίλτρο θάλασσας ήπιες, γυναίκα και έριξες στο κεφάλι σου φόνου αίμα και λαού κατάρα; Πάταξες και έσφαξες και εξόριστη αδυσώπητο το μίσος των ανθρώπων θα σε διώχνει.
ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ: Τώρα λαού κατάρες και εξορίες η καταδίκη μου από σένα, όταν αυτός, ξόρκι για τους θρακιώτες άνεμους, την κόρη του θυσίαζε, άλγος και σπλάχνο μου ακριβό, μιλιά δεν έβγαλες…
(…)
Το αίμα της θυγατέρας μου πήρα πίσω…


Ο Ορέστης βυθίζει για δεύτερη φορά το σπαθί του στο σώμα του Αίγισθου
από το http://users.sch.gr/ipap/Ellinikos%20Politismos/AR/ar.ag/Berlin-3.htm

Ο χορός, ενώ πριν κατηγορούσε τον Αγαμέμνονα για τη θυσία της Ιφιγένειας, τώρα δείχνει τον αποτροπιασμό του για το έγκλημα. Ναι, ο Αγαμέμνονας έσφαλε, αλλά αυτό δε δικαιολογεί τη δολοφονία του.

ΧΟΡΟΣ: Σε τέτοιας αράχνης ιστό, τέτοιο ανόσιο τέλος, τέτοια ανάξια κλίνη στερνή. Δόλια μοίρα σε δάμασε, δίκοπο λεπίδι και θάνατος από χέρι γυναίκας.

Η Κλυταιμνήστρα απαντά πως η δολοφονία αυτή ήταν «πληρωμή για τα παιδιά που σφάχτηκαν», έστω κι αν για την πράξη αυτή δεν ήταν υπεύθυνος ο Αγαμέμνονας.
Ο χορός όμως είναι αυστηρός μαζί της:

ΧΟΡΟΣ: Πληρώνει ο φονιάς. Όποιος δώσει, θα λάβει. Κι όσο στέκει στο θρόνο του ο Δίας, θα στέκει το «κάνεις, θα πάθεις!» Είναι νόμος.

Το έργο τελειώνει με την εμφάνιση του Αίγισθου, που ομολογεί με κυνική ειλικρίνεια πως αυτός είναι υπεύθυνος για το θάνατο του Αγαμέμνονα.
Πρώτα όμως εξιστορεί με λεπτομέρειες το φοβερό έγκλημα που διέπραξε ο Ατρέας, ο πατέρας του Αγαμέμνονα. Για να εκδικηθεί τον αδελφό του, Θυέστη, που κοιμήθηκε με τη γυναίκα του, του παρέθεσε δείπνο και του έδωσε να φάει τα ίδια τα παιδιά του!

ΑΙΓΙΣΘΟΣ (1:13΄:51΄΄): Τώρα μπορώ να το πω: νεκρός αυτός μέσα στα δίχτυα που ύφαναν οι Ερινύες. Χαρά μεγάλη! Πληρωμή για όσα το χέρι του γονιού του έπραξε. Άρχοντας τούτης της γης ο Ατρέας, τον Θυέστη, πατέρα μου κι αδελφό του, από φόβο μοιρασιάς του θρόνου, έδιωξε απ’ το παλάτι και τη χώρα. Ο δύστυχος Θυέστης ξαναγύρισε, ικέτης στην εστία πρόσπεσε και γλύτωσε για να μη βαφούν με το αίμα του προγονικά θεμέλια. Με ζήλο, όχι όμως απ’ αγάπη, δείπνο καλωσορίσματος τού έστρωσε ο ανόσιος Ατρέας από τις σάρκες των παιδιών του, δείπνο ολέθριο, όπως βλέπεις για το γένος.
(…)
Τον φόνο του εγώ τον ύφανα! Τρίτο παιδί και δε με σκότωσε εμένα. Βρέφος στα σπάργανα με τον άθλιο πατέρα μου με εξόρισε. Αντρειώθηκα, και μ’ έφερε πίσω η Δίκη… μόνος, απόβλητος, κι όμως σχεδίασα το χαμό του και τον δάμασα.

ΧΟΡΟΣ: Καυχιέσαι για το έγκλημα και τι να πω. Λες ότι μόνος σκότωσες, μόνος μελέτησες τη θλιβερή σφαγή. Δε θα γλυτώσει το κεφάλι σου απ’ το δίκαιο ανάθεμα και το λιθάρι!
(…)
ΧΟΡΟΣ: Γιατί, δειλή ψυχή, μόνος σου δεν τον σκότωνες; Άφησες τη γυναίκα να το κάνει. Μίασμα των θεών μας και της χώρας. Τάχα δε ζει κάπου ο Ορέστης, μοίρα καλή να τον εφέρει πίσω, φονιά θριαμβευτή και για τους δυο τους;

Ο Αίγισθος λοιπόν «ύφανε» τη δολοφονία του Αγαμέμνονα. Για να εκδικηθεί το έγκλημα που διέπραξε ο Ατρέας ή μήπως η εκδίκηση ήταν απλώς μια πρόφαση για να αρπάξει το θρόνο;
Λίγο αργότερα το έργο τελειώνει. Η επίκληση προς τον Ορέστη που απηύθυνε ο χορός στο τέλος είναι μια αναφορά στο δεύτερο μέρος (ΧΟΗΦΟΡΕΣ) της τριλογίας που ακολουθεί μετά τον «Αγαμέμνονα», και περιλαμβάνει την εκδίκηση του Ορέστη.

Μυκήνες, έξω από το παλάτι των Ατρειδών: η Ηλέκτρα περιμένει τον Ορέστη να ολοκληρώσει τη δολοφονία της μητέρας τους. Ξάφνου, μέσα απ’ το παλάτι ακούγεται η φωνή της Κλυταιμνήστρας, ακριβώς την ώρα που ο Ορέστης βυθίζει το μαχαίρι πάνω της:

ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ: Αχ! μια μαχαιριά!

Και απαντάει η Ηλέκτρα:

ΗΛΕΚΤΡΑ: Χτύπα ξανά αν έχεις το κουράγιο!
(παίσον, ει σθένεις, διπλήν).

Ναι, τόσο βαριά κουβέντα λέει για τη μάνα της. Καμία σχέση με την Ηλέκτρα του Αισχύλου που αναζητούσε τη Θεία Δικαιοσύνη. Η Ηλέκτρα του Σοφοκλή είναι γεμάτη μίσος και πάθος για εκδίκηση.
Κι ο Σοφοκλής όμως, την φέρνει αντιμέτωπη με μια πρωτόγνωρη κατάσταση. Σύμφωνα με το σχέδιο του Ορέστη εμφανίζεται στο παλάτι των Ατρειδών ο παιδαγωγός, σταλμένος υποτίθεται από την Φωκίδα, να ανακοινώσει τον θάνατο του Ορέστη σε κάποιους αγώνες. Οι θεατές έχουν δει τον Ορέστη να καταστρώνει από πριν το σχέδιο με τον παιδαγωγό, η Κλυταιμνήστρα και η Ηλέκτρα όμως δεν γνωρίζουν την αλήθεια. Πώς θα αντιδράσουν; Η Ηλέκτρα όπως είναι φυσικό αισθάνεται πως ήρθε το τέλος και της δικής της ζωής, θεωρεί πως χάθηκαν όλες της οι ελπίδες και θρηνεί τον χαμένο, όπως πιστεύει, αδελφό της. Ενδιαφέρον όμως έχει η αντίδραση της Κλυταιμνήστρας. Σ’ αυτήν είναι καρφωμένα τα βλέμματα των θεατών.

ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ: Ω θεέ μου, τι ‘ναι αυτά; Καλά να τα πω, τάχα, ή φοβερά μα ωφέλιμα; Κι όμως τι θλίψη, με τα ίδια πάθη μου να σώζω τη ζωή μου!

ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ: Δύσκολο νάσαι μάνα. Κι όταν κακοπάθεις απ’ τα παιδιά σου, δεν μπορείς να τα μισήσεις.

Οι πρώτες κουβέντες αναμενόμενες. Έστω κι αν γνώριζε πως ο γιος της είχε σκοπό να την σκοτώσει, δεν παύει να είναι μια μάνα που μόλις άκουσε πως πέθανε το παιδί της. Σιγά σιγά όμως τα πράγματα αρχίζουν να αλλάζουν και η Κλυταιμνήστρα ξεστομίζει φράσεις που δεν επιτρέπονται σε μια μάνα.

ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ: Μα τώρα πια, τη μέρα αυτή απ’ το φόβο γλύτωσα κι εκείνου κι αυτηνής.

Ανακούφιση εκφράζει λοιπόν η Κλυταιμνήστρα για τον θάνατο του Ορέστη γιατί, εκτός των άλλων, θα γλυτώσει από τις κατάρες της Ηλέκτρας που «της ρουφούσαν το αίμα, νύχτα μέρα». Παρακάτω τα λόγια της γίνονται ακόμη πιο βαριά. «Εκείνος, όπως είναι, είναι καλά», λέει για τον Ορέστη κι ύστερα ευχαριστεί τον παιδαγωγό που, με τα λόγια του, έκανε να πάψουν οι φωνές και η γλώσσα της Ηλέκτρας.
Κορυφαία όμως θεωρείται η επόμενη σκηνή. Ο ίδιος ο Ορέστης, μη φανερώνοντας την ταυτότητά του, εμφανίζεται κρατώντας μια υδρία με τη στάχτη υποτίθεται του Ορέστη. Η Ηλέκτρα αρπάζει την υδρία κι αρχίζει να θρηνεί τον χαμένο της αδελφό με έναν μονόλογο μοναδικό και αξεπέραστο στην ιστορία της δραματουργίας. Είναι ο μονόλογος που η Μαρίκα Κοτοπούλη όταν τον εκφωνούσε σκεφτόταν τον Ίωνα Δραγούμη ενώ ο περίφημος αρχαίος ηθοποιός Πώλος, όταν έπαιζε αυτή τη σκηνή, κρατούσε την υδρία με τη στάχτη του δικού του παιδιού.

ΗΛΕΚΤΡΑ: Ω, μνήμα, πολυαγαπημένης μου ψυχής, του Ορέστη μου. Με τι ελπίδες κάποτε τον αποχαιρέτησα και πώς τον κρατάω τώρα στα χέρια μου.

ΗΛΕΚΤΡΑ: Γελούν οι εχθροί. Μαίνεται με ηδονή η μάνα μας η άκαρδη.
(πώς αλήθεια μπορεί να αποδοθεί η φράση «μήτηρ αμήτωρ»;)

ΗΛΕΚΤΡΑ: Το μόνο που θέλω τώρα είναι να πεθάνω και να μοιραστώ τον τάφο μαζί σου γιατί δε βλέπω να λυπούνται οι πεθαμένοι.

Τρεις φράσεις αρκούν για να πάρουμε μια ιδέα από τον θρήνο της Ηλέκτρας. Τον εκφωνεί, μάλιστα, μπροστά στον Ορέστη, ο οποίος δεν γνωρίζει ακόμη πως η γυναίκα που θρηνεί είναι η αδελφή του. Σιγά σιγά αρχίζει να το αντιλαμβάνεται. Αλλά πριν κάνει γνωστή την ταυτότητά του, πρέπει πρώτα να σιγουρευτεί πως η Ηλέκτρα είναι άξια να μοιραστεί το σχέδιο του και βέβαια πως οι γυναίκες του χορού θα κρατήσουν το μυστικό. Για να ακολουθήσει μετά η συγκινητική αναγνώριση των δύο αδελφών και η κατάστρωση του σχεδίου να δολοφονήσουν τη μητέρα τους, την Κλυταιμνήστρα.
Καθώς όμως η ροή της σημερινής ανάρτησης κυλάει ανάποδα, είναι ώρα να φτάσουμε, λίγο μετά την αρχή του έργου, στη συγκλονιστική λογομαχία μητέρας και κόρης, που φανερώνει μια σχέση σχέση μίσους και πάθους. Δηλητηριώδη βέλη εκτοξεύονται εκατέρωθεν στη συνάντησή τους που γίνεται καθώς η Κλυταιμνήστρα βγαίνει από το παλάτι για να κάνει θυσία στον Απόλλωνα. Έχει τρομοκρατηθεί από ένα εφιαλτικό όνειρο που είδε (πάλι όνειρο, όπως και στον Αισχύλο, κάτι που φανερώνει ότι και ο Σοφοκλής δέχεται πως οι δύο μητροκτόνοι έχουν πάρει την έγκριση των θεών).

ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ: Ξέρω πως είπες και ξανάπες σε πολλούς πως είμαι αδιάντροπη και κυβερνώ παράνομα…
(…) αν πέθανε ο πατέρας σου πέθανε από το χέρι μου. Ναι, με το χέρι μου. Πολύ καλά το ξέρω, μα ούτε δα το αρνιέμαι. Γιατί, όχι εγώ μονάχη μου, αλλά η θεία δίκη τον σκότωσε…

Είναι πράγματι περίεργο. Εδώ συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο απ’ τον Αισχύλο. Αντί να επικαλείται η Ηλέκτρα τη θεία δίκη την επικαλείται η Κλυταιμνήστρα. Με ποιο δικαίωμα, λέει, έσφαξε ο Αγαμέμνονας το παιδί μου; Για να βοηθήσει τον Μενέλαο δεν το έκανε; Ας έσφαζε τότε ένα από τα παιδιά εκείνου, που άλλωστε έχουν μάνα την Ελένη, που για το χατήρι της κίνησαν τα καράβια για την Τροία.

ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ: Δεν είναι αυτή πράξη άβουλου και κακού πατέρα;
(…) Μα εγώ δεν το έχω βάρος στη συνείδησή μου γι’ αυτά που έπραξα.

Κι απαντάει η Ηλέκτρα:

ΗΛΕΚΤΡΑ: Ομολογείς πως τον πατέρα μου τον σκότωσες. Πιο αισχρή ομολογία απ’ αυτή μπορεί να γίνει;
(…) Κι ακόμη, αν ήταν όπως θες να πεις, πως το έκανε για να ωφελήσει εκείνον, θα έπρεπε για αυτό να τον σκοτώσεις; Και ποιος νόμος λέει κάτι τέτοιο; Κοίτα, βάζοντας τέτοιο νόμο στους ανθρώπους, μήπως και στον δικό σου θάνατο οδηγηθείς και μετανιώσεις. Γιατί αν γυρεύαμε αίμα για αίμα, εσένα πρώτη θα σκότωναν, κρίνοντας με τον ίδιο νόμο σου.

Δεν υπάρχει λοιπόν καμία θεία δικαιοσύνη. Μόνο εκδίκηση. Αίμα στο αίμα. Κι ας έχουν πάρει οι μητροκτόνοι την έγκριση των θεών. Η προσωπική ευθύνη είναι που παίζει τον κυριότερο ρόλο. Αν πίστευε ο Σοφοκλής πως η δολοφονία της Κλυταιμνήστρας αποτελούσε αποκατάσταση της θείας δικαιοσύνης δε θα έβαζε την Ηλέκτρα να κραυγάζει στο τέλος «Χτύπα ξανά αν έχεις το κουράγιο!», δεν θα την έκανε τόσο αντιπαθητική στους θεατές του έργου. Ούτε όμως και καταδικάζει την πράξη της Ηλέκτρας. Εφόσον η δολοφονία του Αγαμέμνονα ήταν μια πράξη ανόσια, το ίδιο θα είναι και η αντίδραση. Μια αντίδραση σχεδιασμένη και εκτελεσμένη αποκλειστικά από ανθρώπινους παράγοντες. Με ανθρώπινα κίνητρα και ανθρώπινα μέσα. Αυτή είναι η φύση των πραγμάτων, έτσι λειτουργεί ο φυσικός νόμος. Ενδιαφέρουσα λεπτομέρεια: η Κλυταιμνήστρα, την ώρα που ο Ορέστης μπήγει το μαχαίρι στο σώμα της, λέει την ίδια φράση που είχε πει και ο Αγαμέμνονας, στην Ορέστεια του Αισχύλου, λίγο πριν ξεψυχήσει: «ώμοι πέπληγμαι».
Αξίζει όμως να δούμε όμως προσεκτικά την προσευχή της Κλυταιμνήστρας. Αμέσως μετά τη λογομαχία της με την Ηλέκτρα, αρχίζει να προσεύχεται στον θεό Απόλλωνα. Και τι λέει στην προσευχή της; Ούτε λίγο ούτε πολύ ζητάει να συνεχίσει να χαίρεται όσα κέρδισε με τον φόνο και την μοιχεία κι ακόμη να μη γυρίσει ποτέ ο γιος της πίσω ενώ στο τέλος αφήνει υπόνοιες για κάποιες πιο βλάσφημες επιθυμίες της που δεν τολμάει να τις πει δυνατά για να μην την ακούσει η Ηλέκτρα.

ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ: Αν από τα σημερινά μου πλούτη κάποιοι θέλουν με δόλο να με απομακρύνουν, μην τους κάνεις τη χάρη και κάνε με να ζήσω μια ζωή χωρίς πίκρες, στο παλάτι, να κυβερνώ με συντροφιά τους φίλους μου και να ζω καλά με εκείνα από τα παιδιά μου που δε μου έχουν έχθρα. Κι όσο για κάποια άλλα που θέλω, αν σωπαίνω, πιστεύω πως είσαι άξιος να τα μαντέψεις.

Τελειώνουμε με μια σύντομη αναφορά στην αδελφή της Ηλέκτρας, την Χρυσόθεμη, η υπάρξη της οποίας οφείλεται αποκλειστικά και μόνο στην έμπνευση του Σοφοκλή. Η Χρυσόθεμη είναι υπάκουη στην Κλυταιμνήστρα και συμβουλεύει συνέχεια την Ηλέκτρα να πράξει κι εκείνη το ίδιο.

ΧΡΥΣΟΘΕΜΗ: Δεν έμαθες τόσα χρόνια να μην αφήνεις να σε παίρνει ο θυμός, άδικα των αδίκων; Κι εγώ πονώ για ό,τι συμβαίνει, κι αν έβρισκα τη δύναμη θα τους φανέρωνα τι γνώμη έχω και για τους δυο. (…) Μα αν θέλω ελεύθερη να ζω, πρέπει να είμαι υπάκουη σ’ αυτούς που έχουν τώρα την εξουσία.

Δεν είναι η πρώτη φορά που ο Σοφοκλής επινοεί ένα πρόσωπο για να προσωποποιήσει τις αμφιβολίες της ηρωίδας ή του ήρωα. Το ίδιο έκανε και στην Αντιγόνη, όπου η Ισμήνη, εκφράζει την υποταγή στην εξουσία. Δεν υπάρχει δηλαδή εσωτερική σύγκρουση, υπάρχει μόνο η εξωτερική παρότρυνση προς τον ήρωα να δείξει μετριοπάθεια. Η παρατήρηση ανήκει στην Ζακλίν ντε Ρομιγί και περιγράφεται στο βιβλίο της «Η Ελληνική Τραγωδία στο Πέρασμα του Χρόνου». Εκεί αναφέρεται με σαφήνεια η διαφορά αντίληψης, ως προς το θέμα των συναισθημάτων, που υπάρχει μεταξύ των τριών μεγάλων τραγικών. Στις τραγωδίες του Αισχύλου τα συναισθήματα έρχονται απ’ έξω, οι αποφάσεις σχετίζονται με την άμεση επέμβαση της θείας βούλησης. Στον Σοφοκλή τα συναισθήματα των ηρώων τούς φέρνουν αντιμέτωπους με άλλους ανθρώπους. Αντί για εσωτερική σύγκρουση, ο Σοφοκλής επινοεί τη σύγκρουση με άλλα πρόσωπα. Γι’ αυτόν η πάλη του ήρωα είναι μια αντίθεση, γενικά, προς τους άλλους, μόνο στον Ευριπίδη έχουμε την εσωτερική σύγκρουση συναισθημάτων με άλλα συναισθήματα, αλλά για τον Ευριπίδη και την δικιά του εκδοχή του μύθου θα μιλήσουμε στην επόμενη ανάρτηση.

 

Κωπηλατώντας στη μικρή μου σχεδία προσπάθησα να διαπλεύσω τον ωκεανό του Σοφοκλή. Το ταξίδι αποδείχτηκε γοητευτικά βασανιστικό, κι αφού επέστρεψα σώος, έστω κι αν δεν εξερεύνησα παρά ένα μικρό μέρος του ωκεανού, μπορώ να ετοιμάζομαι για νέες εξερευνήσεις.
Η μετάφραση που χρησιμοποιήθηκε για τη σημερινή ανάρτηση ήταν του Απόστολου Μελαχρινού, με κάποιες δικές μου μικρές αλλαγές που σκοπό είχαν την καλύτερη κατανόηση του κειμένου.
Η πληροφορία για την Μαρίκα Κοτοπούλη αντλήθηκε από συνέντευξη του Δημήτρη Μυράτ στην εκπομπή της ΕΡΤ «Παρασκήνιο».
Η πληροφορία για τον αρχαίο ηθοποιό Πώλο αντλήθηκε από άρθρο της Δηούς Καγγελάρη που περιλαμβάνεται στο αφιέρωμα της Καθημερινής στην Ηλέκτρα.
Χρήσιμοι σύμβουλοι στάθηκαν και πάλι τα βιβλία που αναφέρθηκαν στην προηγούμενη ανάρτηση καθώς και το βιβλίο «Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΡΑΓΩΔΙΑ ΣΤΟ ΠΕΡΑΣΜΑ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ» της Ζακλίν ντε Ρομιγί.

 

 

 

 

Σχολιάστε