Archive for Φεβρουαρίου 2010

Να τιμάμε τους νεκρούς μας…

26/02/2010

Να τιμάμε τους νεκρούς μας, μ’ αυτό είμαστε χρεωμένοι, όχι να τους τιμολογούμε.

ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΜΠΟΥΚΑΛΑΣ
από τη στήλη του στην εφημερίδα ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 26/2/2010

 

 

Μια διαφορετική απεργία

24/02/2010

χαρακτικό που απεικονίζει τη διαδήλωση της 5ης Μαρτίου 1943
από την εφημερίδα ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ (4/6/2006
)

Ο Δημήτρης Ψαθάς στο βιβλίο του «Αντίσταση» περιγράφει μια διαφορετική απεργία που έγινε το Μάρτιο του 1943:

Μάρτιος του 1943.
Ανάστατη είναι η Αθήνα από μια είδηση. Οι Γερμανοί αποφάσισαν να κηρύξουν επιστράτευση πολιτική. Όλοι οι άνδρες από 16 θα επιστρατευθούν για να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στον Άξονα. Πρόσωπα ανήσυχα ολούθε.
-Τα ‘μαθες; Επιστράτευση!
Ο κόσμος τρομάζει με τούτη την καινούρια συμφορά που ζυγώνει την Ελλάδα. Μάνες τρέμουν για τα παιδιά τους, γυναίκες για τους άντρες, παιδιά για τους πατεράδες. Κι ο φόβος γίνεται αναβρασμός. Κι ο αναβρασμός, μια θέληση. Κι η θέληση, μια κραυγή που τη βροντοφωνά ο τοίχος: ΚΑΤΩ Η ΕΠΙΣΤΡΑΤΕΥΣΗ. Την παίρνει το χωνί και τη διαλαλά στις γειτονιές. Κάτω η επιστράτευση! Τυπώνουν τα μυστικά τυπογραφεία προκηρύξεις. Κάτω η επιστράτευση. Κυκλοφορούν οι μυστικές εφημερίδες: Κάτω η επιστράτευση. Γεμίζουν οι δρόμοι μ’ αμέτρητα χαρτάκια: Κάτω η επιστράτευση. Κι όλος αυτός ο αναβρασμός φουσκώνει στα στήθια του λαού για να ξεσπάσει σ’ ένα απ’ τα πιο μεγάλα κι απίστευτα συλλαλητήρια που βλέπει η Αθήνα.
5 Μαρτίου.
Είναι η μέρα που όρισε το ΕΑΜ για το συλλαλητήριο. Ο τρόπος κι ο μηχανισμός του ο ίδιος, όπως πάντα. Σε μικρές ομάδες θα ξεχυθεί ο κόσμος προς το κέντρο. Σε μικρές ομάδες θα πιάσει τις παρόδους. Κρυμμένες θα είναι οι σημαίες κάτω απ’ τα σακάκια, τα φουστάνια, κρυμμένες κι οι ταμπέλες με τις επιγραφές. Κι όταν δοθεί το σύνθημα την ορισμένη ώρα, τότε θα χυθεί ο λαός στον κεντρικό δρόμο που ορίστηκε για το συλλαλητήριο. Ας χτυπήσουν. Το μόνο που δεν λογαριάζουν ως την ώρα που θα πέσουν τα κορμιά. Δεκαπέντε μέρες τώρα απεργίες, διαδηλώσεις, διαμαρτυρίες. Ο συνετός βλέπει τα συλλαλητήρια -τ’ ακούει δηλαδή- και λέει πως τούτοι οι άνθρωποι σίγουρα είναι τρελοί. Τρελοί όμως ήταν κι όσοι πολέμησαν στον Μαραθώνα. Τρελοί όσοι σκοτώθηκαν στις Θερμοπύλες. Τρελοί ήταν η φούχτα των ανθρώπων που ξεσηκώθηκε το ’21. Τρελοί ήταν αυτοί που χύμηξαν στην Πίνδο. Η ιστορία της Ελλάδας για την οποίαν πολύ καυχιέσαι, συνετέ, είναι μια αλυσίδα από τρέλες.

(……)

Το σκέφτονται οι Γερμανοί… Πώς να τον επιστρατεύσεις τούτον τον λαό; Και τι υπηρεσίες μπορεί να σου προσφέρει; Απ’ τη στιγμή που μαθεύτηκαν τα σχέδιά τους, βλέπουν ολούθε τον αναβρασμό. Ολούθε συγκεντρώσεις. Ολούθε ομιλίες. Στις γειτονιές, στις λαϊκές αγορές, στις εκκλησίες. Ζητούν τρόπους κατευνασμού. Ο Λογοθετόπουλος δημοσιεύει ανακοίνωση ότι δεν πρόκειται να γίνει η επιστράτευση κι ότι κάθε συγκέντρωση θα χτυπηθεί με όπλα. Ο δήμαρχος της Αθήνας Γεωργάτος ζητά με το καλό 3.000 εργάτες για τα οχυρωματικά έργα των Γερμανών και βεβαιώνει ότι δεν θα βγουν όξω απ’ την Αθήνα. Ο μυστικός τύπος λυσσά: Όσοι παρουσιάστηκαν στην πρόσκληση έχουν σταλεί στη Γερμανία. Στη Θεσσαλονίκη κηρύχθηκε η επιστράτευση «εν ονόματι του Φύρερ». Κοχλάζει η Αθήνα. Αστυνομία, χωροφυλακή στο πόδι. Ισχυρές δυνάμεις Γερμανών κι Ιταλών έχουν διαταγή να χτυπήσουν κάθε συγκέντρωση στους δρόμους.
Και φτάνει η μέρα. Ξεσπάει η απεργία.
Τράπεζες, δημόσια γραφεία, ταχυδρομεία, τηλεγραφεία, μαγαζιά -όλα κλειστά. Τρίζει τα δόντια η ψευτοκυβέρνηση. Οι απεργοί θα παταχθούν! Κι όταν ο Γκοτζαμάνης στρώνεται να γράψει το διάταγμα της απόλυσης των απεργών, δεν βρίσκει μια δακτυλογράφο να το δακτυλογραφήσει! Τα εργοστάσια σταματημένα. Κι όλες οι επιχειρήσεις. Η κίνηση της πόλης έχει νεκρωθεί. Πλημμυρίζει η πόλη με παράνομο Τύπο. Μπρος λαέ της Αθήνας! Μπρος αδούλωτη Ελλάδα! Μπρος για τη μάχη των μαχών! Κι ας περιμένουν στους δρόμος έτοιμα τα ντουφέκια. Τα μάθαμε αυτά. Άλλο από το να σκοτώνουν δεν μπορούν.

(…..)


Φωτογραφία από διαδήλωση της 24/2/1943
(από την ιστοσελίδα: http://hellas1940.blogspot.com/)

Στην οδό Πραξιτέλους γίνεται κακό. Οι Ιταλοί σκορπίζουνε το πλήθος. Σηκώνουν τα όπλα, βαράνε κοντακιές, ρίχνουν. Μια κοπέλα ορθώνεται μπροστά τους:
-Πίσω, παλιόσκυλα!
Ένας Ιταλός τη σημαδεύει. Βροντά το όπλο, σωριάζεται η κοπέλα. Φεύγουν άλλοι, χυμάνε να πάρουν το κορμί. Σε λίγο ο κόσμος που περνά βλέπει στον τόπο που έπεσε η κοπέλα και δακρύζει. Γύρω – τριγύρω στα αίματα έχουν βάλει πέτρες. Τάφος συμβολικός. Όλη μέρα περνάει πλήθος και ρίχνει λουλούδια. Γλυκοχαράζει η άνοιξη στη γη της Αττικής. Κι εκεί, στην οδό Πραξιτέλους, πάνω στην άσφαλτο που βάφηκε με το αίμα ενός κοριτσιού, στέλνει τριαντάφυλλα, γαρούφαλα και πασχαλιές. Ένας σωρός από λουλούδια.
Αλλού μάχες σωστές.
Κοντά εκατό χιλιάδες τραβούν προς το πολιτικό γραφείο. Φωτιά σκορπίζουν οι Γερμανοί κι οι Ιταλοί. Μηχανοκίνητα βογγούν. Χειροβομβίδες σκάνε. Πέφτουν οι λαβωμένοι, οι νεκροί. Τους αρπάζουν οι διαδηλωτές και φεύγουν μην πέσουν στα χέρια του κατακτητή. Πρόθυμα ανοίγουν τις πόρτες τους τα σπίτια για να δεχτούν τα θύματα. Γιατροί, νοσοκόμοι, τραυματιοφορείς βοηθάνε. Κι ο κόσμος που βρίσκεται μπροστά στις μπούκες των όπλων σκορπίζει, αλλά δεν εννοεί να διαλυθεί:
-Στου υπουργείο Εργασίας!
Άλλο κακό εκεί. Στις 11.30΄ είναι μαζεμένοι κοντά πενήντα χιλιάδες διαδηλωτές γύρω – τριγύρω χωμένοι στις παρόδους. Τραγουδάνε τον Εθνικό Ύμνο και χυμάνε με πέτρες και με ξύλα. Σπάζουν τις πόρτες και τα παράθυρα. Κατακίτρινος ο υπουργός Καλύβας ακούει την οχλοβοή ανάμεσα στους καραμπινιέρους που τον φρουρούνε. Φτάνει ενίσχυση της δύναμης. Αστυνομία ελληνική, Ιταλιάνοι, Γκεστάπο.
-Πίσω! Διαλυθείτε!
-Μπρος, παιδιά! Απάνω τους!
-Θα σας σκοτώσουμε!
-Σκοτώστε μας!
Αρχίζει το πολυβόλο. Σκάει η χειροβομβίδα. Και τότε γίνεται τούτο τ’ απίστευτο. Γυναίκες, άντρες και παιδιά ορμούν με πέτρες και με ξύλα πάνω στην ένοπλη δύναμη που ρίχνει. Λαβώνονται πολλοί. Κι άλλοι κουβαλάνε πέτρες στα μαντίλια, άλλοι ξεριζώνουν τις πλάκες απ’ τα πεζοδρόμια. Μάχη πρωτάκουστη. Τους κυνηγάνε εδώ, φυτρώνουν από κει. Κι ένα πράμα μονάχα δεν έχουν στο μυαλό τους – να διαλυθούν.
Τρελοί;
Τρελοί! Εδώ ένας σωριάστηκε τραυματισμένος. Εκεί άλλος κείτεται νεκρός. Εδώ μια ομάδα κοριτσιών που ρίχνουνε πέτρες. Αλλού άλλη ομάδα που κυνηγιέται για να κρυφτεί στους γύρω δρόμους. Εδώ με ξύλα δέρνονται διαδηλωτές και αστυφύλακες. Εκεί δουλεύει πιστολίδι. Χτυπάν τις πόρτες. Ανοίξτε, τραυματίες! Κι οι πόρτες ανοίγουν όλες. Γεμίζουν οι δρόμοι με χαρτάκια: Κάτω η πολιτική επιστράτευση. Αρπάζει η Γκεστάπο πολλούς απ’ τους διαδηλωτές: Μαζέψτε τα! Τα μαζεύουν και, καθώς τους πάνε στην Κομαντατούρ ή στο Κομάντο Πιάτσα, τα ξανασκορπάνε. Το μυρίζονται οι Γερμανοί. Ξύλο.
Ώρες κρατάνε οι διαδηλώσεις.
Ώρες αντηχεί η αντάρα κι ο αλαλαγμός της πόλης.
Το βράδυ απεργούν οι κινηματογράφοι και ο Τύπος. Το άλλο πρωί δεν έχει εφημερίδες. Πόσα τα θύματα; Η αστυνομία δίνει νούμερο. Μόνο 3 νεκρούς και 77 τραυματίες. Ο παράνομος τύπος δίνει άλλα: 13 νεκροί και 134 τραυματίες. Κι είναι σωστότεροι αυτοί οι αριθμοί, γιατί η Αστυνομία μετρά μονάχα τα θύματα που πάνε στα νοσοκομεία. Αυτούς που νοσηλεύονται στα σπίτια δεν τους ξέρει. Ούτε βάζει στους νεκρούς, αυτούς που πρόφτασαν να αρπάξουν οι διαδηλωτές ή τους άλλους που βαριά τραυματισμένοι πέθαναν σε λίγες μέρες.
5 Μαρτίου 1943.
Μια μέρα ακόμα ανοιχτού πολέμου μέσα στην Αθήνα. Η ιστορία της Αντίστασης γραμμένη με το αίμα του ανυπόταχτου λαού στους δρόμους της. Η επιστράτευση δεν έγινε.

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΨΑΘΑΣ «Η ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ» Εκδόσεις ΜΑΡΙΑ Δ. ΨΑΘΑ

Οδυσσέας Ελύτης (ΙΙΙ): ο λόγος που επλάσθηκες, άνθρωπε

22/02/2010

 

Πάντα πάντα περνάς τη φωτιά για να φτάσεις τη λάμψη.

από «ΤΟ ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ – ΤΑ ΠΑΘΗ – ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ ΔΕΥΤΕΡΟ – Ε΄»
Εκδόσεις ΙΚΑΡΟΣ

 

Μια «κατεψυγμένη» αλήθεια για την Ελλάδα π.χ. είναι η ιστορία της όπως την ερμηνεύουν οι επίσημοι Έλληνες. Μια άλλη «κατεψυγμένη» επίσης, είναι η ιστορία της, όπως την παρουσιάζουν οι Ευρωπαίοι. Η ζωντανή αλήθεια, πιστεύω, βρίσκεται πάλι στην ιστορία της, όπως την ανακαλύπτεις ν’ αναδύεται μέσα σου, από την προσωπική σου εμπειρία και που, τα γεγονότα ή τα μνημεία της τέχνης, απλά και μόνο την υπομνηματίζουν και την εικονογραφούν.

«ΠΡΩΤΑ – ΠΡΩΤΑ Η ΠΟΙΗΣΗ» από τα «ΑΝΟΙΧΤΑ ΧΑΡΤΙΑ» Εκδόσεις ΙΚΑΡΟΣ

 

Το ελάχιστο θέλησα και με τιμώρησαν με το πολύ.

«ΤΟ ΦΩΤΟΔΕΝΤΡΟ» Εκδόσεις ΙΚΑΡΟΣ

 

από «ΤΑ ΔΗΜΟΣΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΙΔΙΩΤΙΚΑ»:

Θέλω να πιστεύω – και η πίστη μου αυτή βγαίνει πάντοτε πρώτη στον αγώνα της με τη γνώση – ότι, όπως και να το εξετάσουμε, η πολυαιώνια παρουσία του ελληνισμού πάνω στα δώθε ή εκείθε του Αιγαίου χώματα έφτασε να καθιερώσει μιαν ο ρ θ ο γ ρ α φ ί α, όπου το κάθε ωμέγα, το κάθε ύψιλον, η κάθε οξεία, η κάθε υπογεγραμμένη δεν είναι παρά ένας κολπίσκος, μια κατωφέρεια, μια κάθετη βράχου πάνω σε μια καμπύλη πρύμνας πλεούμενου, κυματιστοί αμπελώνες, υπέρθυρα εκκλησιών, ασπράκια ή κοκκινάκια, εδώ ή εκεί, από περιστεριώνες και γλάστρες με γεράνια.
Είναι μια γλώσσα με πολύ αυστηρή γραμματική, που την έφκιασε μόνος του ο λαός, από την εποχή που δεν επήγαινε ακόμη σχολείο. Και την τήρησε με θρησκευτική προσήλωση κι αντοχή αξιοθαύμαστη, μέσα στις πιο δυσμενείς εκατονταετίες. Ώσπου ήρθαμ’ εμείς, με τα διπλώματα και τους νόμους, να τον βοηθήσουμε. Και σχεδόν τον αφανίσαμε. Από το ένα μέρος του φάγαμε τα κατάλοιπα της γραφής του και από το άλλο του ροκανίσαμε την ίδια του την υπόσταση, τον κοινωνικοποίησαμε, τον μεταβάλαμε σε έναν ακόμα μικροαστό, που μας κοιτάζει απορημένος από κάποιο παραθυράκι κάποιας πολυκατοικίας του Αιγάλεω.

Ω να μπορούσανε, λέει, και τα οργανωμένα κράτη να διαμορφώσουν μια δημόσια ζωή με νόμους σαν αυτούς που διέπουν το άτομο. Να επιφοιτούσε στα κοινά η ψυχή, και μια διαταγή του υπουργείου Υγείας να ξαπόστελνε στα εργοστάσια επεξεργασίας απορριμμάτων όλες τις πενταροδεκάρες των συμφερόντων, για να βγουν έστω και λίγα γραμμάρια ομορφιάς. Να έπαιρνε πότε πότε η συνεδρίαση του Κοινοβουλίου τις προεκτάσεις που παίρνει ένα δάκρυ όταν διαθλά τις αθλιότητες όλες κι απομένει να λάμπει σαν μονόπετρο.
Κοντολογίς, να μπορούσαν και τη σημασία των λαών να τη μετράνε όχι από το πόσα κεφάλια διαθέτουνε για μακέλεμα, όπως συμβαίνει στις μέρες μας, αλλά απ’ το πόση ευγένεια παράγουν, ακόμη και κάτω από τις πιο δυσμενείς και βάναυσες συνθήκες, όπως ο δικός μας ο λαός στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, όπου το παραμικρό κεντητό πουκάμισο, το πιο φτηνό βαρκάκι, το πιο ταπεινό εκκλησάκι, το τέμπλο, το κιούπι, το χράμι, όλα τους αποπνέανε μιαν αρχοντιά κατά τι ανώτερη των Λουδοβίκων.
Τι σταμάτησε αυτά τα κινήματα ψυχής που αξιώθηκαν κι έφτασαν ως τις κοινότητες; Ποιος καπάκωσε μια τέτοιου είδους αρετή, που μπορούσε μια μέρα να μας οδηγήσει σ’ ένα ιδιότυπο, κομμένο στα μέτρα της χώρας πολίτευμα; Όπου το κοινόν αίσθημα να συμπίπτει με κείνο των αρίστων. Τι έγινε η φύση που μαντεύουμε αλλά δεν τη βλέπουμε; Ο αέρας που ακούμε αλλά δεν τον εισπνέουμε;

Φέρτε μου τον Θεό, θα συνεννοηθώ αμέσως. Με τους ανθρώπους είναι το δύσκολο.

Το μόνο πράγμα που παίρνει μαζί του πεθαίνοντας ο άνθρωπος είναι το μικρό εκείνο μέρος της περιουσίας του που ίσα ίσα δεν ενδιαφέρει κανέναν άλλο. Κάτι λίγες αισθήσεις ή στιγμές· δυο τρεις νότες κυμάτων, την ώρα που το μαλλί το παίρνει ο αέρας με τα γλυκά ψιθυρίσματα μες στο σκοτάδι· ολίγες μέντες από δυο κοντά κοντά βαλμένες ανάσες· ένα τραγούδι, βαρύθυμο, σαν βράχος μαύρος· και το δάκρυ, το δάκρυ της μιας φοράς, το για πάντα. Όλα όσα, μ’ άλλα λόγια, κάνουν την αληθινή του φωτογραφία, την καταδικασμένη, να χαθεί και να μην επαναληφθεί ποτέ.

«ΤΑ ΔΗΜΟΣΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΙΔΙΩΤΙΚΑ» Εκδόσεις ΙΚΑΡΟΣ

 

 

«Καλώς επλάσθηκες άνθρωπε, χωρίς κανένα λόγο». Ή μάλλον: «Ο λόγος που επλάσθηκες, άνθρωπε, είναι ακριβώς αυτός: ν’ αποδεικνύεις κι εσύ με τη ζωή σου και το έργο σου ότι τα πάντα μπορούν και πρέπει να γίνονται χωρίς κανένα λόγο. Να συντελούνται έτσι όπως συντελείται ολόκληρη η δημιουργία».
Μόνο που για να το καταλάβεις αυτό, πρέπει να πας μακριά.

«ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΟΔΟΣ» Εκδόσεις ΥΨΙΛΟΝ

 

Τόσο δύσκολο, μα τόσο δύσκολο ν’ αφήσεις την εποχή σου να σε σφραγίσει, χωρίς να σε παραχαράξει.

«ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΜΙΑΣ ΔΕΚΑΕΤΙΑΣ» από τα «ΑΝΟΙΧΤΑ ΧΑΡΤΙΑ»

 

ΤΟ ΤΡΕΛΟΒΑΠΟΡΟ

Βαπόρι στολισμένο βγαίνει στα βουνά
     κι αρχίζει τις μανούβρες «βίρα-μάινα»
 
Την άγκυρα φουντάρει στις κουκουναριές
     φορτώνει φρέσκο αέρα κι απ’ τις δυο μεριές
 
Είναι από μαύρη πέτρα κι είναι απ’ όνειρο
     κι έχει λοστρόμο αθώο ναύτη πονηρό
 
Από τα βάθη φτάνει τους παλιούς καιρούς
     βάσανα ξεφορτώνει κι αναστεναγμούς
 
Έλα Χριστέ και Κύριε λέω κι απορώ
     τέτοιο τρελό βαπόρι τρελοβάπορο
 
Χρόνους μάς ταξιδεύει δε βουλιάξαμε
     χίλιους καπεταναίους τούς αλλάξαμε
 
Κατακλυσμούς ποτέ δε λογαριάσαμε
     μπήκαμε μες στα όλα και περάσαμε
 
Κι έχουμε στο κατάρτι μας βιγλάτορα
     παντοτινό τον Ήλιο τον Ηλιάτορα!

«Ο ΗΛΙΟΣ Ο ΗΛΙΑΤΟΡΑΣ» Εκδόσεις ΙΚΑΡΟΣ

 

Λέω: κι αυτό θα ’ρθει. Και τ’ άλλο θα περάσει.
Πολύ δε θέλει ο κόσμος. Ένα κάτι
Ελάχιστο. Σαν τη στραβοτιμονιά πριν από το δυστύχημα
Όμως
Ακριβώς
Προς
Την αντίθετη κατεύθυνση
 
Αρκετά λατρέψαμε τον κίνδυνο κι είναι καιρός να μας το ανταποδώσει.

«VILLA NATACHA» Εκδόσεις ΙΚΑΡΟΣ

  

από την «ΜΑΡΙΑ ΝΕΦΕΛΗ»:

Την αλήθεια τη «φτιάχνει» κανείς ακριβώς όπως φτιάχνει και το ψέμα.

Θεέ μου τι μπλε ξοδεύεις για να μη σε βλέπουμε.

Είναι διγαμία ν’ αγαπάς και να ονειρεύεσαι.

Αν δεν στηρίξεις το ένα σου πόδι έξω απ’ τη Γη ποτέ σου
δεν θα μπορέσεις να σταθείς επάνω της.

Το άπειρο υπάρχει για μας όπως η γλώσσα για τον κωφάλαλο.

Χαράξου κάπου με οποιονδήποτε τρόπο και μετά πάλι σβήσου με γενναιοδωρία.

Έχει τη μέση της και η άκρη – άκρη.

Η Λύπη ομορφαίνει επειδή της μοιάζουμε.

Δίνε δωρεάν το χρόνο αν θες να σου μείνει λίγη αξιοπρέπεια.

Πιάσε την αστραπή στο δρόμο σου
άνθρωπε· δώσε της διάρκεια· μπορείς!

Μια νομοθεσία εντελώς άχρηστη για τις Εξουσίες θα ‘τανε αληθινή σωτηρία.

Όταν ακούς «τάξη», ανθρώπινο κρέας μυρίζει.

«ΜΑΡΙΑ ΝΕΦΕΛΗ’

 

Ο ΠΛΑΝΗΤΗΣ ΓΗ

Αχ δεν είναι αυτός πλανήτης
όλο κότες και πρόβατα
και βλακώδεις άλλες κύπτουσες υπάρξεις.
Άκρη-άκρη του Σύμπαντος ο αμελητέος
με τους τόσους δα ωκεανίσκους του
με τα Ιμαλαϊάκια του
με τα τέσσερα δις των απτεροδιπόδων του
μαχόμενων αέναα υπέρ βωμών και εστιών
πετρελαιοπηγών και άλλων πλουτοφόρων περιοχών.
Δεν είναι αυτός πλανήτης
στουμπωμένος δηλητηριώδη αέρια
έκθετος σε βροχές μετεωριτών
σε σκέψεις φιλοσόφων
σε μακρούς αγώνες για την ελευθερία
(τη δική μας πάντοτε -ποτέ των άλλων).
Ένα σκάκι για κόρακες εξασκημένους
να κερδίζουν πάντοτε και από τις δύο πλευρές
«μαύρα πουλιά» που λεν «μαύρα μαντάτα».
Όχι όχι δεν είναι αυτός πλανήτης
μάλλον είναι μία πλάνη ήτις οδηγεί πολύ μακριά
στον Δία στον Χριστό στον Βούδα στον Μωάμεθ
που εδέησε κάποτε κι εκείνοι
ν’ ατονήσουν ώστε όλοι εμείς
από μια κεκτημένη απλώς ταχύτητα
να μένουμε στη στάση του προσκυνημένου.
Η αντίστροφη μέτρηση ως τον τέλειο πλήρη αφανισμό.
Το μόνο πράγμα που θα μείνει ανέπαφο

«ΜΑΡΙΑ ΝΕΦΕΛΗ»

 

«Το βιβλίο που με κράτησε στη ζωή»

Το ένιωσα αυτό, πολύ περισσότερο κι από τη σκηνή στο μέτωπο που διηγήθηκα πριν, δυο μήνες αργότερα, όταν βρέθηκα στο κρεβάτι ενός νοσοκομείου των Ιωαννίνων, με όλες τις ενδείξεις τις επιστημονικές ότι δεν πρόκειται να ξανασηκωθώ. Πριν από τ’ αντιβιοτικά, ο τύφος δεν είχε άλλη σωτηρία από την αντοχή του οργανισμού σου. Έπρεπε να υπομένεις, ακίνητος υποχρεωτικά, με πάγο στην κοιλιά και μερικά κουταλάκια γάλα ή πορτοκαλόζουμο για τροφή, όλες τις ατέλειωτες μέρες που βαστούσε ο πυρετός, σαράντα ακατέβατα. Κι ο Θεός βοηθός. Έτυχε να περάσω τη μεγάλη κρίση τις ημέρες ακριβώς που άρχισε η επίθεση των Γερμανών. Δεν ήταν και τόσο ρόδινα τα πράγματα. Το κρεβάτι μου βρισκότανε πλάι στο παράθυρο και κάθε φορά, θυμάμαι, που σήμαινε συναγερμός όλοι οι άλλοι άρρωστοι (το νοσοκομείο ήταν παθολογικό και δεν είχε τραυματίες) μαζί με τις νοσοκόμες και τους γιατρούς τρεχοκοπούσανε στα καταφύγια.
Με τους Γερμανούς δεν ήτανε φρόνιμο να παρασταίνουν το παλικάρι. Πριν φύγουν από το θάλαμο μού άνοιγαν τα τζάμια, μήπως και σπάσουν και με χτυπήσουν τα θραύσματα. Κι απόμενα έτσι ολομόναχος μέσα στον άδειο θάλαμο, που μου φαινότανε ξαφνικά ότι μεγάλωνε, γινότανε απέραντος, με τα ξέστρωτα κρεβάτια, τα κουβαριασμένα σεντόνια, τις εφημερίδες, τα σακίδια, μια σταματημένη απότομα ζωή, ένα είδος Πομπηίας του κλειστού χώρου, απ’ όπου αναδυόμουν και επέπλεα μετέωρος, βουτηγμένος μέσα σε μια παράξενη ηρεμία. Ώσπου σε λίγο άρχιζαν οι εκρήξεις, που ολοένα πλήθαιναν και πλησίαζαν. Αυτό πια δεν ήταν πόλεμος, ήταν μια μονομαχία. Δεν υπήρχανε στρατεύματα, όπλα, υπηρεσίες, επιτελεία. Τίποτε. Μονάχα το αόρατο εκείνο τέρας που μπουμπούνιζε από ψηλά. Κι εγώ ασάλευτος, με την πληγιασμένη ράχη και το κομμάτι τ’ ουρανού απ’ τ’ ανοιχτό παράθυρο. Ένα αίσθημα που δεν είχα δοκιμάσει ποτέ όσο ήμουν τριγυρισμένος από τους στρατιώτες μου αναπηδούσε τώρα μέσα μου, πολλαπλασιαζότανε, με χίλιες φωνές μου έκρενε: «πρέπει, πρέπει, πρέπει να ζήσεις, να νικήσεις, να τα βγάλεις πέρα».
Θα ‘ναι φαίνεται, στη μοναξιά και στον άνισο αγώνα που ξυπνάει όλος ο άντρας. Και ο ποιητής. Η ιδέα ενός βιβλίου με κρατούσε – όπως άλλους ένα εικόνισμα. Το έβλεπα, το φυλλομετρούσα, τα ποιήματα που δεν είχα γράψει, και που θα ήθελα να είχα γράψει, γεμίζανε με το εξωτερικό τους σχήμα τις σελίδες του, δεν απόμενε παρά να τα «γεμίσω», όπως γεμίζεις μια σειρά από άδεια ποτήρια, και αμέσως τι δύναμη, τι ελευθερία, τι αψηφησιά στις βόμβες και στο θάνατο. Να ‘χεις βγάλει τον εαυτό σου τον πραγματικό, από τον άλλο τον καθημερινό, έξω, και να τον βλέπεις αντίκρυ σου άτρωτον, άφθαρτον, προσιτό στα μέλλοντα όπου πια εσύ δε θα συμμετέχεις, τι ανακούφιση!
(…)
Την άλλη μέρα, όταν είδα να με πλησιάζει ένας παπάς με το δισκοπότηρο στο χέρι, μόνο που δε γάβγισα. Το ‘βαλε στα πόδια, και οι άλλοι άρρωστοι, θαρρώ, γελούσανε. Όμως εγώ δε βάσταξα πια κι έβαλα τα κλάματα. Οι γιατροί μαζεύτηκαν γύρω μου, κάτι είπανε μεταξύ τους, και στο τέλος ένας απ’ αυτούς μου έκανε μια ένεση. Βυθίστηκα στον ύπνο για ώρες πολλές. Και την άλλη μέρα – κάτι απίστευτο – ξύπνησα σχεδόν απύρετος. Είχα περάσει τη μεγάλη κρίση. Το βιβλίο που ονειρευόμουνα θα μπορούσε ίσως να γίνει.
Και τώρα, βέβαια, που γράφω, ύστερα από τόσα χρόνια, το ιδανικό αυτό βιβλίο δεν έγινε. Αλλά τι σημαίνει; Η ελπίδα του με κράτησε στη ζωή, και τότε που δεν ήξερα και τώρα που κατάλαβα ότι τα ιδανικά βιβλία δε γίνονται ποτέ. «Η Ιθάκη σ’ έδωσε τ’ ωραίο ταξείδι.» Να πάλι το passe-partout Καβάφη.

«ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΜΙΑΣ ΔΕΚΑΕΤΙΑΣ» από τα «ΑΝΟΙΧΤΑ ΧΑΡΤΙΑ» Εκδόσεις ΙΚΑΡΟΣ

 

 

ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ

ΤΑ ΠΑΘΗ

ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ ΤΡΙΤΟ

Η ΜΕΓΑΛΗ ΕΞΟΔΟΣ ΤΙΣ ΗΜΕΡΕΣ εκείνες έκαναν σύναξη μυστική τα παιδιά

και λάβανε την απόφαση, επειδή τα κακά μαντάτα
πλήθαιναν στην πρωτεύουσα, να βγουν έξω σε δρόμους και σε πλατείες
με το μόνο πράγμα που τους είχε απομείνει: μια παλάμη τόπο κάτω από τ’ ανοιχτό πουκάμισο,
με τις μαύρες τρίχες και το σταυρουδάκι του ήλιου. Όπου είχε κράτος κι εξουσία η Άνοιξη.
Και επειδή σίμωνε η μέρα που το Γένος είχε συνήθιο να γιορτάζει τον άλλο Σηκωμό,
τη μέρα πάλι εκείνη ορίσανε για την Έξοδο.
Και νωρίς εβγήκανε καταμπροστά στον ήλιο, με πάνου ως κάτου απλωμένη την αφοβιά σα σημαία,
οι νέοι με τα πρησμένα πόδια που τους έλεγαν αλήτες.
Και ακολουθούσανε άντρες πολλοί, και γυναίκες, και λαβωμένοι με τον
επίδεσμο και τα δεκανίκια. Όπου έβλεπες άξαφνα στην όψη τους τόσες χαρακιές,
πού ‘λεγες είχανε περάσει μέρες πολλές μέσα σε λίγην ώρα.
Τέτοιας λογής αποκοτιές, ωστόσο, μαθαίνοντες οι Άλλοι, σφόδρα ταράχθηκαν.
Και φορές τρεις με το μάτι αναμετρώντας το
έχει τους, λάβανε την απόφαση να βγουν έξω σε δρόμους και σε πλατείες,
με το μόνο πράγμα που τους είχε απομείνει:
μία πήχη φωτιά κάτω απ’ τα σίδερα, με τις μαύρες κάνες και τα δόντια του ήλιου.
Όπου μήτε κλώνος μήτε ανθός, δάκρυο ποτέ δεν έβγαλαν.
Και χτυπούσανε όπου να ‘ναι, σφαλώντας τα βλέφαρα με απόγνωση.
Και η Άνοιξη ολοένα τους κυρίευε.
Σα να μην ήτανε άλλος δρόμος πάνω σ’ ολάκερη τη γη, για να περάσει η Άνοιξη
παρά μονάχα αυτός, και να τον είχαν πάρει αμίλητοι, κοιτάζοντας πολύ μακριά, πέρ’ απ’ την άκρη της
απελπισιάς, τη Γαλήνη που έμελλαν να γίνουν, οι νέοι με τα πρησμένα πόδια που τους έλεγαν αλήτες,
και οι άντρες, και οι γυναίκες, και οι λαβωμένοι με τον επίδεσμο και τα δεκανίκια.
Και περάσανε μέρες πολλές μέσα σε λίγην ώρα. Και θερίσανε πλήθος τα θηρία,
και άλλους εμάζωξαν. Και την άλλη μέρα εστήσανε στον τοίχο τριάντα.

αντιγραφή από το http://img.pathfinder.gr/clubs/files/61034/7.html

 

ολόκληρο το ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ στην ιστοσελίδα: http://www.scribd.com/doc/8659676/-1959

Ο Σον Κόνερι απαγγέλλει Καβάφη

19/02/2010

Ο Σον Κόνερι απαγγέλλει την «Ιθάκη» του Καβάφη, υπό τους ήχους της μουσικής του Βαγγέλη Παπαθανασίου:

 

 

Ιθάκη

Σα βγεις στον πηγαιμό για την Ιθάκη,
να εύχεσαι νάναι μακρύς ο δρόμος,
γεμάτος περιπέτειες, γεμάτος γνώσεις.
Τους Λαιστρυγόνας και τους Κύκλωπας,
τον θυμωμένο Ποσειδώνα μη φοβάσαι,
τέτοια στον δρόμο σου ποτέ σου δεν θα βρεις,
αν μέν’ η σκέψις σου υψηλή, αν εκλεκτή
συγκίνησις το πνεύμα και το σώμα σου αγγίζει.
Τους Λαιστρυγόνας και τους Κύκλωπας,
τον άγριο Ποσειδώνα δεν θα συναντήσεις,
αν δεν τους κουβανείς μες στην ψυχή σου,
αν η ψυχή σου δεν τους στήνει εμπρός σου.

Να εύχεσαι νάναι μακρύς ο δρόμος.
Πολλά τα καλοκαιρινά πρωιά να είναι
που με τι ευχαρίστησι, με τι χαρά
θα μπαίνεις σε λιμένας πρωτοειδωμένους
να σταματήσεις σ’ εμπορεία Φοινικικά,
και τες καλές πραγμάτειες ν’ αποκτήσεις,
σεντέφια και κοράλλια, κεχριμπάρια κ’ έβενους,
και ηδονικά μυρωδικά κάθε λογής,
όσο μπορείς πιο άφθονα ηδονικά μυρωδικά·
σε πόλεις Αιγυπτιακές πολλές να πας,
να μάθεις και να μάθεις απ’ τους σπουδασμένους .

Πάντα στο νου σου νάχεις την Ιθάκη.
Το φθάσιμον εκεί είν’ ο προορισμός σου.
Αλλά μη βιάζεις το ταξείδι διόλου.
Καλλίτερα χρόνια πολλά να διαρκέσει·
και γέρος πια ν’ αράξεις στο νησί,
πλούσιος με όσα κέρδισες στον δρόμο,
μη προσδοκώντας πλούτη να σε δώσει η Ιθάκη.

Η Ιθάκη σ’ έδωσε τ’ ωραίο ταξείδι.
Χωρίς αυτήν δεν θάβγαινες στον δρόμο.
Άλλα δεν έχει να σε δώσει πια.

Κι αν πτωχική την βρεις, η Ιθάκη δεν σε γέλασε.
Έτσι σοφός που έγινες, με τόση πείρα,
ήδη θα το κατάλαβες οι Ιθάκες τι σημαίνουν.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΒΑΦΗΣ (1911)

το μέλλον δύο επίδοξων δολοφόνων

16/02/2010

Η σημερινή ανάρτηση περιλαμβάνει απόσπασμα από το βιβλίο του Κώστα Τομανά «Χρονικό της Θεσσαλονίκης 1875-1920», το οποίο αναφέρεται στην πρώτη απόπειρα δολοφονίας εναντίον του Ελευθέριου Βενιζέλου.

 1920:

Στις 30 Ιουλίου στον Σιδηροδρομικό Σταθμό Λυόν των Παρισίων, δυο Έλληνες απόστρατοι αξιωματικοί, ο υποπλοίαρχος Απόστολος Τσερέπης και ο υπολοχαγός Γιώργος Κυριάκης, αποπειράθηκαν να δολοφονήσουν τον Βενιζέλο, που επέστρεφε στην Ελλάδα έχοντας στην τσέπη του το κείμενο της Συνθήκης των Σεβρών, που καθιστούσε την Ελλάδα χώρα «των δύο ηπείρων και των πέντε θαλασσών». Μόλις το γεγονός μαθεύτηκε στην Αθήνα οι Γυπαρέοι δολοφόνησαν στην οδό Κηφισιάς τον γνωστό αντιβενιζελικό Ίωνα Δραγούμη.

Ας δούμε συνοπτικά το μέλλον των δύο επίδοξων δολοφόνων του Βενιζέλου:
Έπειτα από την απόπειρα, γαλλικό δικαστήριο τους καταδίκασε σε πενταετή φυλάκιση, στις 14 Φεβρουαρίου 1921. Συνήγορός τους ήταν ο διάσημος δικηγόρος Μαρό Τζαφερί, που τον ακριβοπλήρωσε ο πρίγκιπας Χριστόφορος. Έπειτα από δυο χρόνια, οι δυο κατάδικοι με επιστολή τους στον Βενιζέλο του ζήτησαν να μεσολαβήσει στην γαλλική κυβέρνηση, για να τους δοθεί χάρη. Ο Βενιζέλος μεσολάβησε, οι δυο κατάδικοι αποφυλακίστηκαν και γύρισαν στην Αθήνα.
Ο Τσερέπης διορίστηκε διαχειριστής των κτημάτων του πρίγκιπα Χριστόφορου και πέθανε το 1980 σε ηλικία 92 ετών.
Ο Κυριάκης διορίστηκε πρώτος διευθυντής του Εθνικού Ιδρύματος Ραδιοφωνίας, που εγκαινιάστηκε στις 25 Μαρτίου 1938. Κατά την Κατοχή, διετέλεσε εκφωνητής του χιτλερικού ραδιοφώνου κι άρχιζε κάθε βράδυ τις εκπομπές του με το στερεότυπο:
«Αγαπητοί Έλληνες ακροαταί, η κατά το 1821 ελευθερωθείσα Ελλάς ηγωνίζετο από το 1915 εναντίον της τρομοκρατίας των αγγλογάλλων. Θυμηθείτε τα εγκλήματα των ορδών του Σαράιγ στην Μακεδονία, θυμηθείτε…»
Μετά την Κατοχή διετέλσε νομικός σύμβουλος του Ταμείου Πλινθοποιών Αθηνών και Περιχώρων.

Χάρτης της Ελλάδας μετά τη Συνθήκη των Σεβρών
(φωτογραφία από την Βικιπαίδεια)

Ας θυμίσουμε εδώ τι είπε ο Βενιζέλος στους δημοσιογράφους έπειτα από την υπογραφή της Συνθήκης των Σεβρών:
«Ειλικρίνεια και αλήθεια, ιδού η μέθοδός μου. Μη ομιλείτε περί ιστορικών δικαίων, δεν κάνουν εντύπωσιν εις τους ευρωπαίους. Εγώ, κατά την διάρκειαν των Συνδιασκέψεων, έθεσα ως βάσιν των αξιώσεων της Ελλάδος τον εθνολογικόν και ουχί τον ιστορικόν χαρακτήρα των εδαφών, τα οποία εζήτησα. Άλλα έθνη, προβάλλοντα ιστορικάς απαιτήσεις, απέτυχον. Τας περισσοτέρας ιστορικάς απαιτήσεις θα ημπορούσε να έχει η Ελλάς. Αλλά η Ευρώπη δεν λαμβάνει υπ’ όψιν τοιαύτας αξιώσεις. Ουδέποτε έκαμα χρήσιν των ιστορικών δικαιωμάτων μας. Εζήτησα την Θράκην, διότι πλειοψηφεί εκεί το ελληνικόν στοιχείον, εζήτησα την Ιωνίαν, διότι πλειοψηφούν οι Έλληνες εκεί. Η αξίωσίς μας διά την Κωνσταντινούπολιν είναι βεβαίως και ιστορική, η Κωνσταντινούπολις ήτο, άλλωστε, πρωτεύουσα του βυζαντινού κράτους. Αλλά, κυρίως, η αξίωσίς μας βασίζεται επί του σημερινού πληθυσμού της Κωνσταντινουπόλεως. Εάν η Κωνσταντινούπολις δεν είχε τον ελληνικόν πληθυσμόν της, εάν οι Έλληνες δεν πλειοψηφούσαν εν Θράκη και Ιωνία, ως δημοκρατικός άνθρωπος δεν ηδυνάμην και δεν εδικαιούμην να εγείρω επ’ αυτών αξιώσεις. Αλλά και κάτι άλλο: εις τα υπομνήματά μου και τα προφορικά μου διαβήματα, ουδέποτε έκαμα χρήσιν του όρου «ελληνικά δίκαια». Ο όρος αυτός είναι αισθηματολογικός, οι δε ευρωπαίοι δεν τον εννοούν. Ο όρος μου ήταν «ελληνικά συμφέροντα», «δίκαια ελληνικά συμφέροντα». Αλλά και συμφέροντα της Ανθρωπότητος, όχι αποκλειστικώς της Ελλάδος».

από το βιβλίο του ΚΩΣΤΑ ΤΟΜΑΝΑ «ΧΡΟΝΙΚΟ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ 1875-1920» Εκδόσεις ΝΗΣΙΔΕΣ

έρωτας

13/02/2010


Αλέξανδρος Αλεξανδράκης (1913-1968)
«Καθισμένη γυναίκα με το χέρι στο κεφάλι της»
Gallery K, Λονδίνο

 

Το μεγαλείο του έρωτα βρίσκεται στην προσφορά. Όχι σ’ αυτό που παίρνεις.

ΑΓΓΕΛΟΣ ΤΕΡΖΑΚΗΣ «ΜΥΣΤΙΚΗ ΖΩΗ» Εκδόσεις ΕΣΤΙΑ

 

Τι ιερώτερον του πρώτου αγνού νεανικού έρωτος!

ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΒΙΚΕΛΑΣ «ΔΙΗΓΗΜΑΤΑ» Εκδόσεις ΕΣΤΙΑ

 

Το λογικό κι ο έρωτας ποτέ τους δεν ταιριάξαν…

ΚΟΣΜΑΣ ΠΟΛΙΤΗΣ «ΛΕΜΟΝΟΔΑΣΟΣ» Εκδόσεις ΥΨΙΛΟΝ

 

Στον έρωτα μήπως όλες οι φορές που αγαπούμε δεν είναι πρώτες;

ΜΕΝΕΛΑΟΣ ΛΟΥΝΤΕΜΗΣ «ΚΑΛΗΝΥΧΤΑ ΖΩΗ» Εκδόσεις ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ

  

 Α! τι μπαίγνιο είναι ο άνθρωπος, όταν αγαπάει αληθινά!

ΑΝΤΩΝΗΣ ΤΡΑΥΛΑΝΤΩΝΗΣ «Η ΕΞΑΔΕΛΦΗ» Εκδόσεις ΝΕΦΕΛΗ

 

Λέγουν «αγάπησε και τρελάθηκε», ενώ έπρεπε να πουν «τρελάθηκε και αγάπησε».

ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΚΑΜΠΟΥΡΟΓΛΟΥ «ΘΡΥΨΑΛΑ»
από το βιβλίο του ΜΙΧΑΛΗ ΠΕΡΑΝΘΗ “ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ 1453 ΕΩΣ ΣΗΜΕΡΑ” Εκδόσεις ΕΡΓΩΝ ΠΕΡΑΝΘΗ

 

Τι άλλο είναι ο έρωτας, λογουχάρη, από ένας βασανισμός του ενός για τον άλλο, του ενός από τον άλλο;

ΑΓΓΕΛΟΣ ΤΕΡΖΑΚΗΣ «ΜΥΣΤΙΚΗ ΖΩΗ» Εκδόσεις ΕΣΤΙΑ

 

Η στοργή είναι αφάνταστα ανώτερη απ’ τον έρωτα, και, εκ των πραγμάτων, ασυμβίβαστη μ’ αυτόν.                                                                                  

ΓΙΩΡΓΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ «ΓΙΑ ΕΝΑ ΦΙΛΟΤΙΜΟ» Εκδόσεις ΚΕΔΡΟΣ

 

Ο έρωτας πηγάζει από τον εγωισμό να κυριαρχήσουμε, με κάθε θυσία, στον εγωισμό ενός ετερόφυλου.

Μ. ΚΑΡΑΓΑΤΣΗΣ «Ο ΚΙΤΡΙΝΟΣ ΦΑΚΕΛΛΟΣ» Εκδόσεις ΕΣΤΙΑ


Αλέξανδρος Αλεξανδράκης (1913-1968) «Σειρήνα στη σπήλιά»
Gallery K, Λονδίνο

 

Και εξ όλων των καρπών ο μόνος, όστις δεν χρήζει ούτε καιρού ούτε ώρας διά να ωριμάση, είναι ο σατανικός έρως.

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ «ΟΙ ΕΜΠΟΡΟΙ ΤΩΝ ΕΘΝΩΝ»

 

Ο νόμος της ζωής διδάσκει πως ο έρωτας είτε είναι ευχή του Διαβόλου, είτε κατάρα του Θεού.

Μ. ΚΑΡΑΓΑΤΣΗΣ «Ο ΚΙΤΡΙΝΟΣ ΦΑΚΕΛΛΟΣ» Εκδόσεις ΕΣΤΙΑ

  

Σ’ αγαπώ. Δεν μπορώ τίποτ’ άλλο να πω πιο βαθύ, πιο απλό, πιο μεγάλο!

ΜΥΡΤΙΩΤΙΣΣΑ «Σ’ ΑΓΑΠΩ» 

 

Χωρίς αέρα το πουλί, χωρίς νερό το ψάρι, χωρίς αγάπη δε βαστούν κόρη και παλικάρι. 

ΛΙΑΝΟΤΡΑΓΟΥΔΟ

 

Α! διατί ο έρως να μην είναι αιώνιος… και διατί να παρατείνεται περισσότερον από ένα μήνα;

ΜΙΧΑΗΛ ΜΗΤΣΑΚΗΣ «ΣΚΕΨΕΙΣ ΚΑΙ ΣΤΟΧΑΣΜΟΙ»
από το βιβλίο του ΜΙΧΑΛΗ ΠΕΡΑΝΘΗ “ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ 1453 ΕΩΣ ΣΗΜΕΡΑ” Εκδόσεις ΕΡΓΩΝ ΠΕΡΑΝΘΗ

 

Διά μόνης της δυσπιστίας, της ζηλείας και της ανησυχίας δύναται ο πόθος να διατηρηθεί ακμαίος.

ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΡΟΪΔΗΣ «ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΣΥΡΙΑΝΟΥ ΣΥΖΥΓΟΥ»

 

Τι σχέση έχει με την αγάπη ο έρωτας; Η αγάπη είναι αυταπάρνηση, ο έρωτας εγωισμός.

ΑΓΓΕΛΟΣ ΤΕΡΖΑΚΗΣ «ΜΥΣΤΙΚΗ ΖΩΗ» Εκδόσεις ΕΣΤΙΑ

 Αλέξανδρος Αλεξανδράκης (1913-1968) «Χαρά ΙΙ»
Gallery K, Λονδίνο

Το πιο μάταιο πράμα του κόσμου είναι να δίνει κανείς μια συμβουλή, όταν του τη ζητάει ένας ερωτευμένος

ΠΑΥΛΟΣ ΝΙΡΒΑΝΑΣ «ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΝΟΣ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΣ» Εκδόσεις ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ

 

Απορώ, πάτερ μου, πώς ο Θεός επιτρέπει να υπάρχη εν τη υπ’ αυτού δημιουργηθείση φύσει αίσθημα ισχυρότερον της εις αυτόν πίστεως.

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ «ΟΙ ΕΜΠΟΡΟΙ ΤΩΝ ΕΘΝΩΝ»

 

Η ομορφιά του έρωτα δε βρίσκεται στην αιωνιότητα, βρίσκεται στην προσωρινότητα!

ΑΓΓΕΛΟΣ ΤΕΡΖΑΚΗΣ «ΜΥΣΤΙΚΗ ΖΩΗ» Εκδόσεις ΕΣΤΙΑ

 

Ω έρωτος ανιάτου οδύναι!

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΣΟΥΤΣΟΣ «Ο ΕΞΟΡΙΣΤΟΣ ΤΟΥ 1831»

 

Ευκολώτερα ημπορείς να απαρνηθής πάσαν άλλην βιωτικήν επιθυμίαν, παρά τον Έρωτα.

ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΟΣ «Ο ΠΟΛΥΠΑΘΗΣ» Εκδόσεις ΕΡΜΗΣ

 

Ο έρως, ο οποίος όπως δύναται να παρακινήση εις πράξεις γενναίας και υψηλάς, δύναται να κατακυλίση τον άνθρωπον και εις τον βόρβορον.

ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΟΝΔΥΛΑΚΗΣ «ΟΙ ΑΘΛΙΟΙ ΤΩΝ ΑΘΗΝΩΝ» Εκδόσεις ΝΕΦΕΛΗ

 

Η πλήξις και η αργία είναι (…..) τα κυριώτερα, ίνα μη είπω τα μόνα, του έρωτος ελατήρια.

ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΡΟΪΔΗΣ «Η ΠΑΠΙΣΣΑ ΙΩΑΝΝΑ»

 

Πρώτες και πάλι πρώτες αγάπες! Τίποτις δε σας ξεπερνά. Μένετε πάντα μέσα στο νου μας, όσο κι αν γεράσουμε, όσο κι αν πάθουμε, κι αχτινοβολάτε απάνω στην άχαρη τη ζωή μας.

ΑΡΓΥΡΗΣ ΕΦΤΑΛΙΩΤΗΣ «ΝΗΣΙΩΤΙΚΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ»

 

Έρωτα, πάθος παράξενο! μαλάζεις και διαφθείρεις την τραχύτερη καρδιά με την ίδια ευκολία με την οποία εξαγριώνεις και σκληρύνεις την τρυφερή και δειλή καρδιά.

 ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΞΕΝΟΣ «Η ΗΡΩΙΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ» 

 Αλέξανδρος Αλεξανδράκης (1913-1968) «Άσμα Ασμάτων ΙΙ»
Gallery K, Λονδίνο

Λένε τον παράνομο έρωτα πρόστυχο. Ψέματα! Ο νόμιμος έρωτας είναι ο πρόστυχος, γιατί έχασε αυτό το μυστηριακό, το αμαρτωλό, το μαρτύριο που σε ξεσκίζει.

ΑΓΓΕΛΟΣ ΤΕΡΖΑΚΗΣ «ΜΥΣΤΙΚΗ ΖΩΗ» Εκδόσεις ΕΣΤΙΑ

 

Ο έρωτας είναι ένα πάθος εγωιστικό, έχουν άδικο να τον καλλωπίζουν. Θέλεις την ευτυχία του αγαπημένου προσώπου υπό τον όρο πως θα του τη δώσεις εσύ κι όχι άλλος.

ΑΓΓΕΛΟΣ ΤΕΡΖΑΚΗΣ «ΔΙΧΩΣ ΘΕΟ» Εκδόσεις ΕΣΤΙΑ

 

Μη μολύνετε το όνομα του έρωτος, δίδοντες αυτό εις την άλογον επιθυμίαν, από την οποίαν ορμώμενοι ως τα κτήνη, πλησιάζετε τας γυναίκας. Αύτη λέγεται απλή ηδονή, ομοία με την του λαίμαργου, βλέποντος καλόν ζυμαρικόν.

ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΟΣ «Ο ΖΩΓΡΑΦΟΣ» Εκδόσεις ΝΕΦΕΛΗ

 

Ο έρωτας είναι ένα χρέος προς τη φύση που σ’ έπλασε. Προς τον εαυτό σου, που βρήκε τη δικαίωσή του. Προς τον άνθρωπο που αγαπάς, που σου ’δωσε και του ’δωσες γεύση ζωής.

Μ. ΚΑΡΑΓΑΤΣΗΣ «Ο ΚΙΤΡΙΝΟΣ ΦΑΚΕΛΛΟΣ» Εκδόσεις ΕΣΤΙΑ

 

Είναι λυπηρόν τω όντι να βλέπη τις ότι ενώ τ’ άψυχα φυτά και τα άλογα ζώα έχουν τους έρωτάς των εις προσδιωρισμένας μόνον ώρας του έτους, ημείς τα φυσικά και σοφά πλάσματα να μη σεβώμεθα ούτε ώρας, ούτε νόμους, ούτε ήθη, ούτε έθιμα.

ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΟΣ «Ο ΠΟΛΥΠΑΘΗΣ» Εκδόσεις ΕΡΜΗΣ

 

Έρωτας θα πει μονομαχία δύο κυττάρων. Ποιο να φάει, ν’ αφομοιώσει το άλλο. Καμιά συνεννόηση δε χωρεί ανάμεσα στο νικητή και στο νικημένον άλλη, απ’ την υποταγή. Αυτό που λέμε συνεννόηση είναι μια σχετική έννοια, που είναι συνθεμένη από εκκεχειρίες, δειλίες και υποχωρήσεις.

ΣΤΡΑΤΗΣ ΜΥΡΙΒΗΛΗΣ «Η ΔΑΣΚΑΛΑ ΜΕ ΤΑ ΧΡΥΣΑ ΜΑΤΙΑ» Εκδόσεις ΕΣΤΙΑ

 

Τι αμαρτία να παραδοθείς στην απατηλή τέρψη των αισθήσεων και να εξομοιώσεις το υψηλό, το παντοτινό, το αιώνιο πρόσωπο που δεν μας επιτρέπεται να δούμε κι είναι για όλους και για πάντοτε κοινό, με το πρόσωπο μιας γυναίκας που συναντάς και είναι ντυμένη έμορφα.

ΝΙΚΟΣ Γ. ΠΕΝΤΖΙΚΗΣ «Ο ΠΕΘΑΜΕΝΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΑΣΤΑΣΗ» Εκδόσεις ΑΓΡΑ

 

Τι είναι λοιπόν ο έρωτας; (…) Είναι το κουκούτσι της ζωής. Η μυγδαλόψυχά της. Εκεί μέσα είναι κλεισμένες όλες οι δυνατότητες της αιωνιότητας της ζωής. Όλα τ’ άλλα είναι φλούδια και ζουμιά.

ΣΤΡΑΤΗΣ ΜΥΡΙΒΗΛΗΣ «ΤΟ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟ ΤΕΤΑΡΤΟ» Εκδόσεις ΕΣΤΙΑ

  

 Αλέξανδρος Αλεξανδράκης (1913-1968) «Άσμα Ασμάτων Ι»
Gallery K, Λονδίνο

  

Όλοι οι ερωτευμένοι έχουσιν εν τη κεφαλή των μυρίας λύσεις διά τα περιπλοκώτερα προσκόμματα προς απόκτησιν του ποθουμένου και αναμφιβόλως, αν ο Μέγας Αλέξανδρος δεν επρολάμβανε να κόψη τον Γόρδιον δεσμόν, θα έλυεν αυτόν μετά πολλής ευχερείας ο πρώτος ερωτευμένος, εις τον οποίον θα έθετον ως γέρας την απόλαυσιν της ερασμίας του.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΜΕΤΑΞΑΣ ΒΟΣΠΟΡΙΤΗΣ «ΣΚΗΝΑΙ ΤΗΣ ΕΡΗΜΟΥ»

 

Μήπως, αν δεν έμπαινε στη μέση το λεγόμενον «αίσθημα» και η λεγομένη «ηθική», θα ημπορούσε τότε μόνον να είναι ο έρως τέλειος και απλός και εύκολος, επ’ άπειρον πανήδονος και απολύτως παντοδύναμος – όλο χαρά (μόνο χαρά), όλο γλύκα (μόνο γλύκα), χωρίς απαγορεύσεις, στερήσεις, πικρίες, διάφορα «μούπες – σούπα» και άλλα αηδή και ακατανόητα, όπως η αποκλειστικότης, η εντός του γάμου αγνότης και όλη η σχετική με αυτόν απέραντη όσον και ματαία ηθικολογία και φιλολογία;

ΑΝΔΡΕΑΣ ΕΜΠΕΙΡΙΚΟΣ «Ο ΜΕΓΑΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΟΣ» Εκδόσεις ΑΓΡΑ

 

Ο χριστιανισμός, στιγματίζοντας ως αμαρτία την ένωση αντρός και γυναικός, τη μόλεψε, κι ενώ πρωτύτερα ήταν άγια πράξη, χαρούμενη υποταγή στο θέλημα του Θεού, κατάντησε στην περίτρομη ψυχή του χριστιανού αμαρτία. Ένα μήλο κόκκινο ήταν πριν από το Χριστό ο έρωτας. Ήρθε ο Χριστός, κι ένα σκουλήκι μπήκε μέσα στο μήλο και το τρώει.

ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ «ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΟΝ ΓΚΡΕΚΟ» Εκδόσεις ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ

 

Και οπώναι νιος και δεν πατεί στον έρωταν απάνω,
στην συντροφιά των  ζωντανών εγώ δεν τον εβάνω.

ΑΓΝΩΣΤΟΣ «ΡΙΜΑΤΑ ΚΟΡΗΣ ΚΑΙ ΝΕΟΥ» (15ος αι.)
από την «ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ» ΛΙΝΟΥ ΠΟΛΙΤΗ Εκδόσεις ΔΩΔΩΝΗ

 

Έρως εύκολος και άνευ δυσκολίας δεν έχει γόητρα ποσώς δεν έχει ποικιλίας.

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΣΟΥΡΗΣ «ΔΟΝ ΖΟΥΑΝ»
από τα «ΑΠΑΝΤΑ» Εκδόσεις ΓΙΟΒΑΝΗ

 

Ποιος εις τον κόσμον φάνηκε κι αγάπη δεν κατέχει,
ποιος δεν την εδοκίμασε; ποιος δεν τήνε ξετρέχει;

ΒΙΤΣΕΝΤΖΟΣ ΚΟΡΝΑΡΟΣ «ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΣ»

 

Γνώρισα την αγάπη – σ’ έζησα πια ζωή!

ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΛΑΜΑΣ «ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΟΥ ΤΡΕΛΟΥ»
από τους «ΔΕΙΛΟΥΣ ΚΑΙ ΣΚΛΗΡΟΥΣ ΣΤΙΧΟΥΣ»

 

…ν’ αγαπιέσαι ή ν’ αγαπάς;
ν’ αγαπώ.

ΝΙΚΟΣ ΕΓΓΟΝΟΠΟΥΛΟΣ «ΤΟ ΓΛΩΣΣΑΡΙΟ ΤΩΝ ΑΝΘΕΩΝ»

 

Γιατί δεν υπάρχουν έρωτες νόμιμοι ή μη νόμιμοι.
Υπάρχουν μόνον έρωτες χωρίς επίθετο.

ΑΝΔΡΕΑΣ ΕΜΠΕΙΡΙΚΟΣ «ΜΕΡΙΚΕΣ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ»
«ΑΙ ΓΕΝΕΑΙ ΠΑΣΑΙ Ή Η ΣΗΜΕΡΟΝ ΩΣ ΑΥΡΙΟΝ ΚΑΙ ΩΣ ΧΘΕΣ»
Εκδόσεις ΑΓΡΑ

 

Οδυσσέας Ελύτης (ΙΙ): τη γλώσσα μου έδωσαν ελληνική

09/02/2010


προμετωπίδα του Γεράσιμου Στέρη για τον «Μικρό Ναυτίλο» (1985)
από την έκδοση της ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑΣ:
«ΛΕΣΧΗ ΑΘΑΝΑΤΩΝ – ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ»
Εκδόσεις ΤΕΓΟΠΟΥΛΟΣ

 

Η Ποίηση έγινε για να διορθώνει τα λάθη του Θεού· ή εάν όχι, τότε, για να δείχνει πόσο λανθασμένα εμείς συλλάβαμε την δωρεά του. 

 «ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΟΝ ΑΝΔΡΕΑ ΕΜΠΕΙΡΙΚΟ», Εκδόσεις ΥΨΙΛΟΝ 

 

Ό,τι αγαπώ γεννιέται αδιάκοπα
Ό,τι αγαπώ βρίσκεται στην αρχή του πάντα. 

 «ΗΛΙΟΣ Ο ΠΡΩΤΟΣ» Εκδόσεις ΙΚΑΡΟΣ

 

αποσπάσματα από τα «ΔΟΛΩΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΑΝΕΝΑ»:

Μια φωτογραφική μηχανή κρυμμένη μέσα στην κακή ποίηση μας καταδικάζει να ξαναβλέπουμε αυτά που πολλές φορές είδαμε – και να μη βλέπουμε αυτά που δεν είδαμε ποτέ.
Σίγουρα η παρατηρητικότητα είναι μεγάλο ελάττωμα για τον ποιητή· που καταντά, στο τέλος, τα σύννεφα να τα παίρνει για σύννεφα.

Τη μαγεία δεν την πιάνεις με την ερμηνεία της μαγείας, πόσο μάλλον με την περιγραφή της ερμηνείας της μαγείας. Ή κελαηδάς ή σωπαίνεις. Δε λες: αυτό που κάνω είναι κελαηδητό. Αλίμονο. Αν νογούσανε τα πουλιά, θα μας έπαιρναν με τις πέτρες – συγγνώμην, με τις κουτσουλιές ήθελα να πω.

Νέε, θυμήσου: δε γίνεσαι δούλος όταν σε υποτάσσει μόνον αυτός που έχει την εξουσία – αλλά κι εκείνος που την πολεμάει.

Προσοχή στη συγκίνηση. Αν είναι γόησσα, δεν παύει να ’ναι και ρουφιάνα.

Η απόσταση από το «τίποτε» στο «ελάχιστο» είναι πολύ μεγαλύτερη παρ’ ό,τι από το «ελάχιστο» στο «πολύ».

από τα «ΜΙΚΡΑ ΕΨΙΛΟΝ»
«ΕΝ ΛΕΥΚΩ» Εκδόσεις ΙΚΑΡΟΣ

 

 

 χειρόγραφο του Ο. Ελύτη με εικαστική του παρέμβαση (Αρχείο Δ. Φωτόπουλου)
από την έκδοση της ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑΣ:
«ΛΕΣΧΗ ΑΘΑΝΑΤΩΝ – ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ»
Εκδόσεις ΤΕΓΟΠΟΥΛΟΣ

 

Η ΠΟΡΤΟΚΑΛΕΝΙΑ

Στον Aντρέα Kαμπά

Tόσο πολύ τη μέθυσε ο χυμός του ήλιου
Που έγειρε το κεφάλι της και δέχτηκε να γίνει
Σιγά-σιγά : η μικρή Πορτοκαλένια !

Έτσι καθώς γλαυκόλαμψαν οι εφτά ουρανοί
Έτσι καθώς αγγίξαν μια φωτιά τα κρύσταλλα
Έτσι καθώς αστράψανε χελιδονοουρές
Σάστισαν πάνω οι άγγελοι και κάτω οι κοπελιές
Σάστισαν πάνω οι πελαργοί και κάτω τα παγόνια
Kι όλα μαζί συνάχτηκαν κι όλα μαζί την είδαν
Kι όλα μαζί τη φώναξαν : Πορτοκαλένια !

Mεθάει το κλήμα κι ο σκορπιός μεθάει ο κόσμος όλος
Όμως της μέρας η κεντιά τον πόνο δεν αφήνει
Tη λέει ο νάνος ερωδιός μέσα στα σκουληκάκια
Tη λέει ο χτύπος του νερού μέσ’ στις χρυσοστιγμές
Tη λέει κι η δρόσο στου καλού βοριά το απανωχείλι :

Σήκω μικρή μικρή μικρή Πορτοκαλένια !
Όπως σε ξέρει το φιλί κανένας δεν σε ξέρει
Mήτε σε ξέρει ο γελαστός Θεός
Που με το χέρι του ανοιχτό στη φλογερή αντηλιά
Γυμνή σε δείχνει στους τριανταδυό του ανέμους !

Από το «ΗΛΙΟΣ Ο ΠΡΩΤΟΣ» Εκδόσεις ΙΚΑΡΟΣ

 

Αλλά με τις ξόβεργες μπορεί να πιάνεις πουλιά, δεν πιάνεις ποτέ το κελαηδητό τους. Χρειάζεται η άλλη βέργα, της μαγείας, και ποιος μπορεί να την κατασκευάσει αν δεν του ‘χει από μιας αρχής δοθεί;

 ΠΡΩΤΑ – ΠΡΩΤΑ Η ΠΟΙΗΣΗ «ΑΝΟΙΧΤΑ ΧΑΡΤΙΑ» Εκδόσεις ΙΚΑΡΟΣ

 


Προμετωπίδα (φωτογραφία) της Ιουλίτας Ηλιοπούλου
για τα «Δυτικά της λύπης» (1995)
από την έκδοση της ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑΣ:
«ΛΕΣΧΗ ΑΘΑΝΑΤΩΝ – ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ»
Εκδόσεις ΤΕΓΟΠΟΥΛΟΣ

 

Το νόημα του ονόματος Ελύτης:

Το νόημα του ονόματος Ελύτης αποδόθηκε σε στιγμές επισημότερες της ζωής του, στο συνδυασμό της συλλαβής ‘ελ’, αρχικής σε ονόματα σημαδιακά όπως Ελλάδα, Ελπίδα, Ελευθερία, Ελένη, με τη «γενική τοπωνυμική κατάληξη των ελληνικών ονομάτων ανάλογα με το ‘Πολίτης’ (Κ. Φράιερ, σ. 12). Παλαιότερα οι φίλοι του έδιναν μια λιγότερο ελληνοπρεπή και περισσότερο διασκεδαστική ερμηνεία αναφέροντας τρεις αφορμές: το όνομα του Eluard, τη λέξη elite που υπονοεί εκλεκτικότητα και που δηλώνει μιαν αντίθεση στην εύκολη τέχνη, τη λέξη ‘αλήτης’ για την ανταρσία στην αστική συμβατικότητα. Η ουσία είναι ότι ο ποιητής, έτσι κι αλλιώς, ήθελε να περιχαρακώσει με το όνομα που δημιουργούσε ένα χώρο αποκλειστικά δικό του κι ανεξάρτητο πριν απ’ όλα απ’ την οικογένειά του. Αυτό μαρτυρούν και τα λόγια του της Κατοχής: «Με τη σειρά μου κατάλαβα κι εγώ πως θα ’τανε ντροπή να φτιάξω ένα έργο για το οποίο αφιέρωνα όλες μου τις δυνάμεις, όλο το πάθος μου για την αφιλοκέρδεια και να το ταυτίσω ύστερα μ’ ένα όνομα συνυφασμένο με ό,τι εγώ μισώ στη ζωή, το πρακτικό δηλαδή πνεύμα, την εμπορική πίστη, τον άκρατο ωφελιμισμό» (Αιολικά Γράμματα 3, 1973, σ. 12).
Πέρα από τις ετυμολογικές ερμηνείες και τις ψυχολογικές άμυνες, μένει η υποβολή του ήχου και της γραφής του ονόματος. ‘Ελύτης’ είναι ένας ιαμβικός τρισύλλαβος, με την κεντρική συλλαβή υψωμένη χάρη στον τόνο της, με μεγαλύτερη διάρκεια, αλλά και με μια ειδική γεύση από το υγρό ‘λ’. Στηρίζεται σε μια ζυγισμένη ισομετρία που ανταποκρίνεται στους νόμους του μουσικού τονισμού της ελληνικής γλώσσας που προτιμά τις παροξύτονες καταλήξεις των λέξεων.
Όσο για την κατάληξη -ύτης, που μοιάζει τοπωνυμικός προσδιορισμός, δεν είναι δίχως σημασία το γεγονός ότι διακρίνεται από την άλλη κατάληξη, -ητής, που είναι χαρακτηριστική των επαγγελματικών ουσιαστικών (ο ποιητής μας απορρίπτει την ιδιότητα ενός ανθρώπου την εξαρτημένη από το επάγγελμα).
Για να επιμείνουμε στη γραφή, και σχετικά με τη διαφοροποίηση των δύο ‘ι’, το ένα ύψιλον, το άλλο ήτα, παρατηρούμε ότι το ύψιλον βρίσκεται εκεί που θα περιμέναμε ένα γιώτα και ασκεί έτσι τη γοητεία του άδηλου και του λογικά απροσδόκητου. Δεν υπάρχει αμφιβολία: το επώνυμο ‘Ελύτης’ είναι ευρηματικό και προγραμματικά ταιριαγμένο στο νέο που ξεκινά με επαναστατικές προθέσεις και με ασυνήθιστους οραματισμούς, που γρήγορα θα ξεχωρίσει μέσα στις προσπάθειες άλλων, πρεσβύτερων ή συνομηλίκων. 

MARIO VITTI «ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ – ΚΡΙΤΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ» Εκδόσεις ΕΡΜΗΣ

 

ΤΟ ΘΑΛΑΣΣΙΝΟ ΤΡΙΦΥΛΙ

Μια φορά στα χίλια χρόνια
     του πελάγου τα τελώνια
Μες στα σκοτεινά τα φύκια
     μες στα πράσινα χαλίκια
Το φυτεύουνε και βγαίνει
     πριν ο ήλιος ανατείλει
Το μαγεύουνε και βγαίνει
     το θαλασσινό τριφύλλι
 
Κι όποιος τό βρει δεν πεθαίνει
κι όποιος τό βρει δεν πεθαίνει

Μια φορά στα χίλια χρόνια
     κελαηδούν αλλιώς τ’ αηδόνια
Δε γελάνε μήτε κλαίνε
     μόνο λένε μόνο λένε:
― Μια φορά στα χίλια χρόνια
     γίνεται η αγάπη αιώνια
Να ’χεις τύχη να ’χεις τύχη
     κι η χρονιά να σου πετύχει
 
Κι από τ’ ουρανού τα μέρη
     την αγάπη να σου φέρει. 

Το θαλασσινό τριφύλλι
ποιος θα βρει να μου το στείλει
Ποιος θα βρει να μου το στείλει
το θαλασσινό τριφύλλι.

  από «ΤΑ ΡΩ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ» Εκδόσεις ΥΨΙΛΟΝ

 


Προμετωπίδα του Οδυσσέα Ελύτη για τα «Ρω του έρωτα» (1972)
από την έκδοση της ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑΣ:
«ΛΕΣΧΗ ΑΘΑΝΑΤΩΝ – ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ»
Εκδόσεις ΤΕΓΟΠΟΥΛΟΣ

 

Χρυσωμένες έχουν τις παγίδες οι άνθρωποι. 

 “VILLA NATACHA” από τα “ΕΤΕΡΟΘΑΛΗ” 

 

Τη γλώσσα μου έδωσαν ελληνική
το σπίτι φτωχικό στις αμμουδιές του Ομήρου… 

Μονάχη έγνοια η γλώσσα μου στις αμμουδιές του Ομήρου…

 “ΤΟ ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ” 

 

Με τι πέτρες τι αίμα και τι σίδερο
και τι φωτιά είμαστε καμωμένοι
ενώ φαινόμαστε από σκέτο σύννεφο. 

 “ΗΛΙΟΣ Ο ΠΡΩΤΟΣ XVI” Εκδόσεις ΙΚΑΡΟΣ 

 

 

από την ΜΕΘΟΔΟ ΤΟΥ «ΑΡΑ»¹:

Μπαίνοντας ο εικοστός αιώνας στο τελευταίο του τέταρτο, αισθάνομαι άστεγος και περιττός. Όλα είναι κατειλημμένα – ως και τ’ άστρα. Οι άνθρωποι έχουν απαλλαγεί από κάθε παιδεία, όπως στην εποχή του Τσέγκις Χαν, και δεν ερωτεύονται ούτε κατ’ ιδέαν. Πρωθυπουργοί συναλλάσσονται με προσωπιδοφόρους, ποικίλες ομάδες καταλαμβάνουν αεροπλάνα και συλλαμβάνουν ομήρους, ενώ οι κολεγιόπαιδες λύνουν εκπληκτικές εξισώσεις με μιαν ευκολία που είναι ν’ απορείς: συν, πλην, διά, επί -άρα. Το μυστικό στη ζωή αυτή, φαίνεται, δεν είναι αν είσαι δούλος ή όχι· καθόλου. Είναι να οδηγείσαι με συνέπεια σε κάποιο «άρα» και να ‘χεις έτοιμη την απάντηση. Πολύ ωραία. Μπροστά όμως σε μια φράση ποιητική, για ποιο λόγο αυτό το «άρα» στομώνει;
Το μυαλό μας κάνει μαιάνδρους απίθανους προκειμένου στο μέλλον να σταδιοδρομήσει στα εργαστήρια, στους ηλεκτρονικούς εγκεφάλους, οπουδήποτε οσφραίνεται όφελος χειροπιαστό. Προκειμένου όμως να καταλήξει σε μια συνειδητοποίηση του είναι παραμένει στην πρώτη του Δημοτικού. Γιατί; 
Λευκό βουνάκι πρόβατα κινούμενο βελάζει· άρα; Μηδέν ο μαθητής. -Ο ήλιος κυκλοδίωκτος, ως αράχνη, μ’ εδίπλωνε· άρα; Κενό.
Το τρανζίστορ μας, ναι· αυτό ξέρουμε να το λύνουμε και να το επανασυνδέουμε στο άψε σβήσε.

 

Επειδή -να το πούμε κι αυτό- ελευθερία δεν είναι να κινείσαι ανεμπόδιστα στο πεδίο που σου έχει δοθεί. Να διευρύνεις αυτό το πεδίο, και δη κατά τη διάσταση της αναλογίας των αισθήσεων, αυτό είναι. Διαθέτοντας καινούριες μονάδες για τη μέτρηση του κόσμου. Τότε μόνον προχωρείς ταυτόχρονα προς όλες τις κατευθύνσεις, που σημαίνει: αναπτύσσεις ένα πρίσμα διάφανο, ικανό να σε κάνει να βλέπεις όπως ακούς, ή ν’ ακούς όπως βλέπεις, και ούτω καθεξής, όπως μόνον η ψύχη γίνεται να το επιτρέψει. Ένα ρυάκι δεν είναι απλώς λίγο νερό που κατρακυλάει τον κατήφορο· είναι η λαλούσα κι εύχαρις υποδήλωση της παιδικής ηλικίας των πραγμάτων. Λίγη ξερή, τριμμένη στα δάχτυλά σου, μέντα σε πάει ολόισια στη σκέψη των Ιώνων. Τα χάδια σου είναι η μετάθεση μιας απαλής μουσικής, με όλα τα andante και τα allegro της, πάνω στην επιδερμίδα. Κι εκείνο το φυτό αντικρύ σου, που διαιρεί άνισα πλην σωστά το χώρο, είναι η αόρατη γεωμετρία που διέπει στο βάθος ολάκερη την οικουμένη. Να, αυτή είναι μια ελευθερία πραγματική, που έχει τη δύναμη τη γενική ν’ αναστέλλει όλες τις επιμέρους αναστολές σου και να σε κάνει, κάθε φορά που τρως μια συναγρίδα ψητή, να τρως κι από λίγο Αιγαίο, με αντίς  λεμόνι δυο τρεις οξείς στίχους του Αρχίλοχου.

«ΕΝ ΛΕΥΚΩ» Εκδόσεις ΙΚΑΡΟΣ

¹Η ΜΕΘΟΔΟΣ ΤΟΥ «ΑΡΑ» (1976) δημοσιεύτηκε στο ειδικό αφιέρωμα στον Οδυσσέα Ελύτη του περιοδικού ΧΑΡΤΗΣ 21-23, 1986

 


Προμετωπίδα του Κώστα Πανιάρα για τα «Ελεγεία της οξώπετρας» (1991)
από την έκδοση της ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑΣ:
«ΛΕΣΧΗ ΑΘΑΝΑΤΩΝ – ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ»
Εκδόσεις ΤΕΓΟΠΟΥΛΟΣ

 

«ΗΛΙΟΣ Ο ΠΡΩΤΟΣ» XIV

Στα χτήματα βαδίσαμε όλη μέρα
Με τις γυναίκες τους ήλιους τα σκυλιά μας
Παίξαμε τραγουδήσαμε ήπιαμε νερό
Φρέσκο καθώς ξεπήδαγε από τους αιώνες

Το απομεσήμερο για μια στιγμή καθήσαμε
Και κοιταχτήκαμε βαθιά μέσα στα μάτια.
Μια πεταλούδα πέταξε απ΄ τα στήθια μας
Ήτανε πιο λευκή
Απ΄ το μικρό λευκό κλαδί της άκρης των ονείρων μας
Ξέραμε πως δεν ήταν να σβηστεί ποτές
Πως δε θυμότανε καθόλου τι σκουλήκια έσερνε 

Το βράδυ ανάψαμε φωτιά
Και τραγουδούσαμε γύρω τριγύρω:

Φωτιά ωραία φωτιά μη λυπηθείς τα κούτσουρα
Φωτιά ωραία φωτιά μη φτάσεις ως τη στάχτη
Φωτιά ωραία φωτιά καίγε μας
                         λέγε μας τη ζωή.

 
Εμείς τη λέμε τη ζωή την πιάνουμε απ΄ τα χέρια
Κοιτάζουμε τα μάτια της που μας ξανακοιτάζουν
Κι αν είναι αυτό που μας μεθάει μαγνήτης, το γνωρίζουμε
Κι αν είναι αυτό που μας πονάει κακό, τόχουμε νιώσει
Εμείς τη λέμε τη ζωή, πηγαίνουμε μπροστά
Και χαιρετούμε τα πουλιά της που μισεύουνε.

Είμαστε από καλή γενιά.

 

Ο ασυγχρονισμός της φύσης και του ανθρώπου, έφερε τον ασυγχρονισμό της ψυχής και του σώματος. 

ΠΡΩΤΑ ΠΡΩΤΑ Η ΠΟΙΗΣΗ “ΑΝΟΙΧΤΑ ΧΑΡΤΙΑ” Εκδόσεις ΙΚΑΡΟΣ  

 

Μια μέρα το παρελθόν θα μας αιφνιδιάσει με τη δύναμη της επικαιρότητάς του. 

«ΕΝ ΛΕΥΚΩ» Εκδόσεις ΙΚΑΡΟΣ


Προμετωπίδα του Νίκου Χατζηκυριάκου – Γκίκα για τα «Ετεροθαλή» (1974)
από την έκδοση της ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑΣ:
«ΛΕΣΧΗ ΑΘΑΝΑΤΩΝ – ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ»
Εκδόσεις ΤΕΓΟΠΟΥΛΟΣ

 

«Δυο χρόνια της ζωής σας θα πάνε χαμένα»

Ο Οδυσσέας Ελύτης μιλάει για τις συνέπειες του βραβείου Νόμπελ:

Δύο ειδών μπορεί να είναι οι συνέπειες: ψυχολογικές και πρακτικές. Από τις πρώτες, ευτυχώς, ούτε μία δεν σημειώθηκε στην περίπτωση τη δική μου. Θέλω να πω ότι στην πνευματική μου υπόσταση, το γεγονός αυτό δεν εβάρυνε καθόλου. Θα ήταν ανόητο να νιώσω ότι έγινα ξαφνικά σπουδαίος ή ότι έπρεπε ν’ αλλάξει ο τρόπος που ζω ή αντιμετωπίζω τα πράγματα. Πολύ περισσότερο να προσπαθήσω να προσαρμόσω την τέχνη μου στις απαιτήσεις ενός κοινού που από ελληνικό γινότανε διεθνές. Έχω κληρονομήσει από τους Αρβανίτες προγόνους της μητέρας μου ένα πείσμα που μου βγήκε σε καλό. Από τα πρώτα μου βήματα μου εδόθηκε να συλλάβω σε γενικές γραμμές το οικοδόμημα που θα ήθελα να πραγματοποιήσω. Το έφερα ως εδώ με μερικές επιτυχίες αλλά και με αβαρίες πολλές. Σήμερα, το μόνο που με νοιάζει είναι να ‘χω υγεία και χρόνους, για να το ολοκληρώσω. Πάντοτε με χίλιες δυσκολίες και πάντοτε πλησιάζοντας κατά προσέγγιση το ιδανικό. Δεν βλέπω λοιπόν σε τι θα μπορούσε το γεγονός του Νόμπελ να ωφελήσει ή να βλάψει, όταν οι επιδιώξεις μου είναι αυτές. «Τομή» από την άποψη την πνευματική, το επαναλαμβάνω, δεν υπάρχει. Βεβαιότατα όμως υπάρχει από την άποψη την πρακτική. Έγινε η ζωή μου άνω – κάτω. Αυτόν το σωρό από αιτήματα που αναγκαζόμουν ως τώρα με δυσφορία να υφίσταμαι στα όρια τα ελληνικά, φαντασθήτε τον πολλαπλασιασμένο επί 20 ή 30. Στην αρχή είπα: Θα βάλω τα δυνατά μου να τα βγάλω πέρα, εωσότου γίνει η επίσημη απονομή. Κι ύστερα θα ησυχάσω.
Πού να ‘ξερα ότι το μεγάλο κακό θα συνεχιζότανε ύστερα. Ξέρετε, πριν να φύγω από την Στοκχόλμη, πήγα ν’ αποχαιρετήσω τον Γραμματέα της Ακαδημίας, τον κ. Γκύλλενστεν, ένα θαυμάσιο άνθρωπο. «Έχετε υπ’ όψιν σας», μου είπε, «ότι θέλοντας, και μη, δύο χρόνια της ζωής σας θα πάνε χαμένα». Το θεώρησα μιαν υπερβολή, ένα σχήμα λόγου. Και όμως ο ενάμισης χρόνος πέρασε και ακόμα να βρω λίγη ώρα ν’ ανοίξω τα χειρόγραφά μου. Βέβαια φταίει και ο χαρακτήρας μου. Δεν είχα ποτέ το ταλέντο να βάζω τους άλλους να δουλεύουν για μένα. Συνήθισα να τα κάνω όλα μόνος μου. Έχω απαντήσει με το χέρι μου σε πάνω από χίλια διακόσια γράμματα. Έχω στείλει εκατοντάδες αυτόγραφα. Έχω κάνει εννέα φιλμς για ξένες τηλεοράσεις. Αλλά το πιο δύσκολο απ’ όλα είναι οι αρνήσεις. Επειδή δεν αρκεί ν’ αρνείσαι προσκλήσεις, κάποτε πολύ συγκινητικές, πρέπει και να δικαιολογηθείς και να ευχαριστήσεις. Χώρια το άλλο μαρτύριο: των εκδοτών που ερίζουν μεταξύ τους και σε εμπλέκουν σε μυστηριώδη συμβόλαια ή των μεταφραστών που σου υποβάλλουν τριάντα και σαράντα ερωτήματα και διευκρινίσεις. Αυτά όλα είναι πολύ αντιποιητικά πράγματα που οφείλεις να τα ξεπεράσεις όσο γίνεται πιο γρήγορα. Προσπαθώ. Με τις αρνήσεις μου έχω ήδη δημιουργήσει πολλές δυσαρέσκειες. Αλλ’ αυτό, φαίνεται, είναι το τίμημα του βραβείου εφόσον το δέχτηκες. Κι εγώ το δέχτηκα.

από μια συνομιλία του Ο. Ελύτη με τον Αντώνη Φωστιέρη και το Θανάση Νιάρχο που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «η λέξη» Μάρτης – Απρίλης 1981

 

 

Οι 2 στους 3 δεν τον ήξεραν!

Η εφημερίδα ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ έγραψε στις 18/10/1979:

Οι 2 στους 3 δεν τον ήξεραν! Γκάλοπ στους δρόμους της Αθήνας.
Πόσο γνωστός είναι στον απλό κόσμο ο Οδυσσέας Ελύτης;
Τιμήθηκε δίκαια κατά τη γνώμη τους με το βραβείο Νόμπελ ο Έλληνας ποιητής;

Στα ερωτήματα αυτά θέλησε να δώσει μια απάντηση το γκάλοπ της Ελευθεροτυπίας που έγινε χθες το μεσημέρι σε ανύποπτους διαβάτες. Να οι απαντήσεις που πήραμε:
Σ.Κ. (φοιτήτρια): Δικαιολογημένα έδωσαν το Νόμπελ στον Ελύτη. Είναι ένας μεγάλος ποιητής.
Ι. Γ. (νοικοκυρά): Ελύτης; Ζωγράφος δεν είναι αυτός;
Θ.Μ. (σπουδαστής): Ξέρω ότι είναι πολύ καλός ποιητής. Δεν έχω όμως μελετήσει το έργο του.
Α.Κ. (νοικοκυρά): Α! δεν θυμάμαι καλά. Είναι λογοτέχνης ή συνθέτης.
Γ.Κ. (ιδιωτικός υπάλληλος): Καλλιτέχνης νομίζω πως είναι. Δεν θυμάμαι καλά.
Γ.Κ. (οδηγός ταξί): Άκουσα στο ραδιόφωνο ότι είναι ποιητής και πήρε το Νόμπελ.
Γ.Τ. (δικηγόρος): Είναι ποιητής. Δεν ξέρω αν άξιζε για το Νόμπελ.
Μ.Κ. (ιδ. υπάλληλος): Νομίζω ότι είναι συγγραφέας. 
Κ.Σ. (επιπλοποιός): Ελύτης; Δεν ξέρω, ποιος είναι αυτός;
Ν.Κ. (υπάλληλος): Είναι ένας από τους μεγαλύτερους σύγχρονους ποιητές. Δίκαια τιμήθηκε με το Νόμπελ.
Μ.Σ. (μοδίστρα): Δεν τον ξέρω. Πρώτη φορά ακούω αυτό το όνομα.
Ε.Π. (δασκάλα): Είναι ένας από τους μεγαλύτερους ποιητές μας. Τιμή μας που τιμήθηκε με το Νόμπελ.

εφημερίδα ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, Πέμπτη 18/10/1979

 

 

ΑΣΜΑ ΗΡΩΙΚΟ ΚΑΙ ΠΕΝΘΙΜΟ ΓΙΑ ΤΟΝ ΧΑΜΕΝΟ ΑΝΘΥΠΟΛΟΧΑΓΟ ΤΗΣ ΑΛΒΑΝΙΑΣ (ΣΤ΄)

Ήταν ωραίο παιδί. Την πρώτη μέρα που γεννήθηκε
Σκύψανε τα βουνά της Θράκης να φανεί
Στους ώμους της στεριάς το στάρι που αναγάλλιαζε·
Σκύψανε τα βουνά της Θράκης και το φτύσανε
Mια στο κεφάλι, μια στον κόρφο, μια μέσα στο κλάμα του·
Bγήκαν Ρωμιοί με μπράτσα φοβερά
Kαι το σηκώσαν στου βοριά τα σπάργανα…
Ύστερα οι μέρες τρέξανε, παράβγαν στο λιθάρι
Kαβάλα σε φοραδοπούλες χοροπήδηξαν
Ύστερα κύλησαν Στρυμόνες πρωινοί
Ώσπου κουδούνισαν παντού οι τσιγγάνες ανεμώνες
Kι ήρθαν από της γης τα πέρατα
Oι πελαγίτες οι βοσκοί να παν των φλόκων τα κοπάδια
Eκεί που βαθιανάσαινε μια θαλασσοσπηλιά
Eκεί που μια μεγάλη πέτρα εστέναζε!
 
Ήταν γερό παιδί·
Tις νύχτες αγκαλιά με τα νεραντζοκόριτσα
Λέρωνε τις μεγάλες φορεσιές των άστρων
Ήταν τόσος ο έρωτας στα σπλάχνα του
Που έπινε μέσα στο κρασί τη γέψη όλης της γης,
Πιάνοντας ύστερα χορό μ’ όλες τις νύφες λεύκες
Ώσπου ν’ ακούσει και να χύσ’ η αυγή το φως μες στα μαλλιά του
H αυγή που μ’ ανοιχτά μπράτσα τον έβρισκε
Στη σέλα δυο μικρών κλαδιών να γρατσουνάει τον ήλιο
Nα βάφει τα λουλούδια
Ή πάλι με στοργή να σιγονανουρίζει
Tις μικρές κουκουβάγιες που ξαγρύπνησαν…
Α τι θυμάρι δυνατό η ανασαιμιά του
Τι χάρτης περηφάνιας το γυμνό του στήθος
Όπου ξεσπούσαν λευτεριά και θάλασσα…
 
Ήταν γενναίο παιδί.
Με τα θαμπόχρυσα κουμπιά και το πιστόλι του
Mε τον αέρα του άντρα στην περπατηξιά
Kαι με το κράνος του, γυαλιστερό σημάδι
(Φτάσανε τόσο εύκολα μες στο μυαλό
Που δεν εγνώρισε κακό ποτέ του)
Mε τους στρατιώτες του ζερβά δεξιά
Kαι την εκδίκηση της αδικίας μπροστά του
―Φωτιά στην άνομη φωτιά!―
Με το αίμα πάνω από τα φρύδια
Tα βουνά της Αλβανίας βροντήξανε
Ύστερα λιώσαν χιόνι να ξεπλύνουν
Tο κορμί του, σιωπηλό ναυάγιο της αυγής
Kαι το στόμα του, μικρό πουλί ακελάηδιστο
Kαι τα χέρια του, ανοιχτές πλατείες της ερημίας
Βρόντηξαν τα βουνά της Αλβανίας
Δεν έκλαψαν
Γιατί να κλάψουν
Ήταν γενναίο παιδί! 

από το «ΑΣΜΑ ΗΡΩΙΚΟ ΚΑΙ ΠΕΝΘΙΜΟ ΓΙΑ ΤΟΝ ΧΑΜΕΝΟ ΑΝΘΥΠΟΛΟΧΑΓΟ ΤΗΣ ΑΛΒΑΝΙΑΣ», (ΣΤ΄)