Archive for Αύγουστος 2010

Αν ήμουν υπουργός…

31/08/2010

 

 

 

 

 

 


Κείμενα: GOSCINNY
Σχέδια: ΤΑΒΑRΥ

 

Οι παραπάνω σελίδες περιλαμβάνονται στο κόμικ:

Λιγνός δεν είναι!…

28/08/2010

Η σημερινή ανάρτηση περιλαμβάνει ένα απόσπασμα από το βιβλίο του Αλέκου Λιδωρίκη ”Μίλησα με μορφές του αιώνα μας” Εκδόσεις ΕΣΤΙΑ

Σταν Λόρελ
(1890-1965)
   

Ο Σταν Λόρελ, ο έκτακτος, ο ανυπέρβλητος, ο διασκεδαστικός “Λιγνός” του περίφημου κωμικού ντουέτου, που τόσο έχουν αγαπήσει οι Έλληνες, είναι ένας θαυμάσιος τύπος, μια εξαιρετική καρδιά, ένας χρυσός, στ’ αλήθεια, άνθρωπος, αλλά… λιγνός δεν είναι!… Καλοδεμένος, στρουμπουλούτσικος (μέτριο ανάστημα) με πρόσωπο γεμάτο, με προγουλάκι αρκετό, μοιάζει μάλλον σαν έμπορος καλοθρεμμένος παρά καλλιτέχνης… σπάγκος, όπως τον βλέπομε στις τόσες δημιουργίες του.
Η πρώτη ερώτηση που του αποτείνω μόλις βρισκόμαστε στο στούντιο “Αλ Ρος” είναι η παρακάτω:
-Μα πώς τα καταφέρνετε, επιτέλους, να φαίνεσθε σαν… τσίρος στις ταινίες σας;… Δόξα σοι ο Θεός, στεκόσαστε περίφημα…
-Αυτό είναι το μυστικό μου (λέει χαμογελώντας μ’ ένα αγαθό μειδίαμα), το ντύσιμο, ο τρόπος του “γυρίσματος” και, το κυριότερο απ’ όλα, η αντίθεσή μου με τον “Χοντρό”. Γιατί ο Χάρντυ, ο σύντροφός μου, είναι, χωρίς υπερβολή, βαρέλι!…         

Σταν Λόρελ και Όλιβερ Χάρντι
το κινηματογραφικό δίδυμο “Χοντρός και Λιγνός”
         

(…)
Σ’ αυτές εκεί τις προνομιούχες γειτονιές¹ (¹ακτές του Ειρηνικού) περνάει και ο “Λιγνός” τα καλοκαίρια του. Με τη γυναίκα του και με ένα κοριτσάκι που λατρεύει, την όμορφη κορούλα του.
Με περιμένει μ’ εξαιρετική συμπάθεια, μου δείχνει το θαυμάσιο περιβόλι του, το εσωτερικό του υπέρκομψου μα και απλού σπιτιού του, τις ηλιόλουστες βεράντες του…
Ακούραστος ετοιμάζει το “κοκτέιλ” που γεύομαι σε λίγο, προσφέρει σιγαρέτα “Κάμελ” και, επιτέλους, κάθεται κοντά μου για να υποβληθεί σε… ανάκριση, φορώντας το καπέλο του, γιατί τον ενοχλεί ο ήλιος.
Μιλάει τα εγγλέζικα με γνήσια προφορά αγγλική -και όχι αμερικάνικη- και τότε αποκαλύπτεται ότι είναι “πούρος” Άγγλος και έχει γεννηθεί στο Άλβερστον της γηραιάς Αλβιόνος το 1895.
Είναι 40 χρονών στα γεμάτα!
-Τι σημασία έχει αυτό;… (λέει γελώντας το  πλατύ του γέλιο). Είναι φορές που αισθάνομαι τον εαυτό μου είκοσι χρονών και άλλες εκατό!…     

 Ο Σταν Λόρελ με τον Αλέκο Λιδωρίκη.
(από το βιβλίο του Α. Λιδωρίκη “Μίλησα με μορφές του αιώνα μας” Εκδόσεις ΕΣΤΙΑ)
         

-Πώς άρχισε η καριέρα σας;…
-Το ‘χα στο αίμα μου, αυτή είναι η αλήθεια… Μητέρα; Ηθοποιός… Πατέρας; Συγγραφεύς και ηθοποιός. Τι θέλατε να βγει ο γιος τους;
Μιλάει με χιούμορ για όλα… Με αγαθότητα. Με μια φρεσκάδα που σ’ αιχμαλωτίζει.
Καμιά από τις γνώριμες γκριμάτσες! Τις τυπικές, τις χαρακτηριστικές, διαβολικά αστείες του γκριμάτσες. Μόνο όταν γελάει και πτυχώνονται τα μάγουλα, θυμίζει τον… παραπονιάρικο “Λιγνό” που αγαπούμε. Μιλώ γι’ αυτούς τους περίφημους μορφασμούς του.
-Μα ξέρω κι άλλους! μου απαντάει με παιδική χαρά. Να… είμαι και λιγάκι μίμος… Προσοχή! Ιδού η Βασίλισσα Βικτωρία…
Παίρνει ένα “γραιήστικο” ύφος, σουφρώνει τεχνικά τα χείλη του και βλέπω εμπρός μου την αλησμόνητη βασιλομήτορα του θρόνου της Αγγλίας!…
-Να και ο Χίτλερ!
Νέος συνδυασμός από γκριμάτσες και ο “Λιγνός” γίνεται… Φύρερ μεγαλοπρεπής.
Σκορπάει μια ατμόσφαιρα περίφημη. Σε ξεμουδιάζει! Αισθάνεσαι σαν να ‘σαι φίλος του από καιρό. Και είναι πρώτης τάξεως συνομιλητής.
-Στα νιάτα μου ήμουν τρομερό παιδί. Είχα διαζύγιο με το σχολείο. Σπίτι, σπίτι με όλη του τη σημασία, τώρα γνωρίζω μόνο. Ακολουθούσα διαρκώς θιάσους με τον πατέρα και τη μάνα μου και ζούσα σε… μπαούλα μέσα, σε καμαρίνια, σε σταθμούς σιδηροδρόμου και βαγόνια, σε καράβια, σε θέατρα και λίγο σε ξενοδοχεία! Επτά χρονών μ’ έβγαλαν στη σκηνή. Έπαιξα το ρολάκι ενός μικρού παιδιού στα “Φώτα του Λονδίνου”.
-Και η εξέλιξή σας;
-Τα βάσανά μου τα προσωπικά αρχίζουν από τα 15 χρόνια μου. Βγήκα στην παντομίμα σε ένα θέατρο αγγλικό. Έπαιξα κωμωδίες μουσικές και βωντεβίλ, ήμουν τραγουδιστής και χορευτής. Στο τέλος τέλος έκανα και τον… παλιάτσο!…         
Ρουφάει απνευστί το γευστικό κοκτέιλ του, γεμίζει πάλι τα ποτήρια και, πάντα εύθυμος, προσθέτει:
-Έμπλεξα αργότερα σ’ έναν περιοδεύοντα… μυστηριώδη θίασο που μέλος του ήταν και ο Τσάρλι Τσάπλιν!… Μαζί εφάγαμε ψωμί και αλάτι… Μαζί τραβήξαμε δόξες και πείνες… Χειροκροτήματα και πρόγκες!… Στα 1910 ο μυστηριώδης θίασος κατέπλευσε στην Αμερική. Μαζί ο Τσάπλιν και ο υποφαινόμενος. Τέσσερα χρόνια -κακόμοιρα Εγγλεζάκια- οργώσαμε ολόκληρη την Αμερική. Γυρίσαμε την κάθε Πολιτεία, απ’ τον Ατλαντικό ως τον Ειρηνικό. Στα 1917 τους το ‘σκασα… Μια πρόταση από το στούντιο «Γιουνιβέρσαλ» με τράβηξε να βγω στον κινηματογράφο. Σαν είδα την ταινία, σιχάθηκα τον εαυτό μου… Και ξαναγύρισα στο θέατρο. Μα λίγο-λίγο, με ξαναπήρε πάλι η οθόνη. Ήρθα στο στούντιο «Αλ Ρος». Και από τότε είμαι πιστός και ριζωμένος!…
-Και η συνεργασία σας με τον «Χοντρό»;
– Αρχίζει από τα 1927. Τότε γυρίστηκε η πρώτη μας ταινία. Επιτυχία αφάνταστη. Θρίαμβος από τους λίγους. Αυτό μας ένωσε με άρρηκτα δεσμά.
-Άκουσα ότι σεις σκηνοθετείτε τις ταινίες σας. Είναι αλήθεια αυτό;
-Απ’ όλα κάνω! Γράφω σενάρια, διευθύνω εγώ το γύρισμα και παίζω ταυτοχρόνως. Άμα έχεις τη συνολική ευθύνη, είσαι και πιο πολύ ανοιχτομάτης…
-Έχετε δημιουργήσει έναν τύπο, που τον θαυμάζει όλος ο κόσμος…
-Αυτός με εδημιούργησε! Ο τύπος επεβλήθη εις τον Λόρελ. Νομίζετε πως είναι εύκολο να παίξω άλλους ρόλους; Αυτός ο… χάχας, ανόητος και έξυπνος μαζί, ο γκαφατζής, ο αισθηματικός μα και παραπονιάρης, μπήκε μες στο πετσί μου. Μόλις σταθώ μπροστά στη μηχανή για να «γυρίσω» γίνομαι ο «Λιγνός». Τελείωσε! Χωρίς καμιά προσπάθεια… Χωρίς κανένα κόπο!
 


απόσπασμα από την ταινία «Be big» 

(…)
Ρωτώ αν είναι παντρεμένος. (Δεν το είχα μάθει ακόμη).
Σηκώνει το ποτήρι του και εύθυμα απαντά:
-Γιες! Για! Ουί! Σι!… Ελληνικά πώς λέγεται το «γιες»;
-«Ναι»!
-Και «ναι» λοιπόν… Είμαι σ’ όλες τις γλώσσες παντρεμένος.
-Τόσο ευτυχής;
-Πανευτυχής! Γιατί μ’ αρέσει η ήσυχη, οικογενειακή ζωή και γιατί βρήκα επιτέλους ένα σπίτι!
-Και οι ώρες πώς περνούν;
-Ω! έχω ποικιλία διασκεδάσεων. Μετράτε: Παίζω τένις και κολυμπώ όσο μπορώ. Είμαι λιγάκι… φάλαινα αλλά δεν έχει σημασία. Διαβάζω αγγλικά βιβλία και αγαπώ τις αγγλικές ταινίες. Είμαι ψαράς μανιακός… Ανήκω στο «Τούνας Κλαμπ». Σηκώνω τα παντελονάκια μου, φοράω μια λεπτή φανέλα και μια τεράστια ψάθα στο κεφάλι και κάθομαι μερόνυχτα στο ψάρεμα… Έπειτα με τρελαίνει η κηπουρική. Κοιτάξτε όλα αυτά…
Και δείχνει το θαυμάσιο περιβάλλον του.
-Είναι δουλειές δικές μου. Σκαλίζω, φυτεύω, ποτίζω, βρίσκω πρωτότυπα λουλούδια, τι νομίζετε;
-Μα σεις είσθε μεγάλος θησαυρός! Πού να τα ξέρουν όλα αυτά οι θαυμαστές σας…
-Θα τους τα πείτε εσείς… Και θα τους πείτε ακόμα πως ξέρω και ελληνικά… Ακούστε…
Και σε σπασμένη προφορά, αστεία μα θελκτική, μου λέει:
-Δαρέιο και Παρυσάτιδος γίγνονταϊ παΐδες δύο!
-Μα πού τα μάθατε όλα αυτά;
-Σχολέϊον!… προσθέτει ζωηρός και σπάει σ’ ένα γέλιο ατέλειωτο, πλατύ, γεμάτο από ζωή και ευθυμία.
Βραδιάζει… Μουχρώνει ο ορίζοντας… Καθίσαμε πολύ… του σφίγγω μ’ εξαιρετική συμπάθεια το χέρι και τον συγχαίρω για το… γέλιο του.
-Στις ταινίες δεν γελάτε έτσι…
-Στις ταινίες γελάω ψεύτικα… Κρατιέμαι… Είμαι ο «Λιγνός» εκεί. Μα στη ζωή μου γελάω φυσικά. Το χαίρομαι το γέλιο μου!
Με οδηγεί ως την πόρτα, με χαιρετάει με αγάπη και μου υπόσχεται να μην ξεχάσει την τόσο ευχάριστη, όπως λέει, συνάντησή μας. Εγώ δεν το υπόσχομαι!… Μα τώρα που την γράφω αισθάνομαι πως δύσκολα πολύ θα λησμονήσω στη ζωή μου αυτόν τον τόσο τέλειο άνθρωπο, τον τόσο ευγενικό. Αυτόν τον φίνο καλλιτέχνη, που αν άλλοτε τον θαύμαζα μονάχα, τώρα τον αγαπώ και τον τιμώ μ’ όλη μου την καρδιά…

Χόλλυγουντ, 1935

Από το βιβλίο του Αλέκου Λιδωρίκη «ΜΙΛΗΣΑ ΜΕ ΜΟΡΦΕΣ ΤΟΥ ΑΙΩΝΑ ΜΑΣ»
Εκδόσεις ΕΣΤΙΑ

 Ο Σταν Λόρελ στο γραφείο του σε μεγάλη ηλικία, γράφοντας επιστολές σε φίλους και θαυμαστές. Υπολογίζεται πως οι επιστολές που έγραψε συνολικά ήταν αρκετές χιλιάδες.

 

Οι φωτογραφίες που δημοσιεύτηκαν στη σημερινή ανάρτηση προέρχονται από τις ιστοσελίδες:

http://www.laurel-and-hardy.com/ 

http://www.lucidcafe.com/library/96jun/laurel.html

http://www.lettersfromstan.com/

           

          

Ού ποιήσεις σεαυτώ είδωλον…

24/08/2010

Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης (1851-1911)
(φωτογραφία του Παύλου Νιρβάνα)

Ο Παύλος Νιρβάνας διηγείται πώς έπεισε τον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη να φωτογραφηθεί:

Ο καημένος ο Αλέξανδρος! Καινούριες ανησυχίες θα είχε πάλι η ασκητική του με τη συρροή τόσων ξένων και δικών μας μουσαφιρέων στο ταπεινό του σπιτάκι του ωραίου νησιού. Τον ετρόμαζε τόσο πολύ «η περιέργεια του Κοινού».
Είχα διηγηθεί άλλοτε την ανησυχία του αυτή, όταν πήγα, κλέφτικα, με χίλιες προφάσεις, να τον φωτογραφίσω απάνω στο καφενεδάκι της Δεξαμενής. Δεν υπήρχε ως τότε φωτογραφία του Παπαδιαμάντη.  Και συλλογιζόμουν ότι απ’ τη μια μέρα στην άλλη μπορούσε να πεθάνει ο μεγάλος Σκιαθίτης, και μαζί του να σβήσει για πάντα η οσία μορφή του. Και πότε αυτό; Σε μια εποχή που δεν υπάρχει ασημότητα που να μην έχει λάβει τις τιμές του φωτογραφικού φακού. Και πώς θα μπορούσε να δικαιολογηθεί μια τέτοια παράλειψη της γενεάς μας σ’ εκείνους που θα ‘ρθουν κατόπι μας να συνεχίσουν το θαυμασμό μας για τον απαράμιλλο λυρικό ψυχογράφο των καλών και των ταπεινών και τον αγνότατο ποιητή των νησιώτικων γιαλών; Αλλά ο αγνός αυτός χριστιανός, με την ψυχή του αναχωρητή, δεν εννοούσε, με κανένα τρόπο, να επιτρέψει στον εαυτό του μια τέτοια ειδωλολατρική ματαιότητα. «Ού ποιήσεις σεαυτώ είδωλον ουδέ παντός ομοίωμα» ήταν η άρνησή του και η απολογία του. Αποφάσισα όμως να πάρω την αμαρτία του στο λαιμό μου. Ο Θεός και η μακαρία ψυχή του ας μου συχωρέσουν το κρίμα μου. Ένας από τους ωραιότερους τίτλους που αναγνωρίζω στη ζωή μου, είνα ότι παρέδωσα στους μεταγενέστερους τη μορφή του Παπαδιαμάντη.
Με τι δόλια και αμαρτωλά μέσα επραγματοποίησα τον άθλο μου αυτό, το διηγήθηκα, όπως είπα, αλλού. Εκείνο που μου θυμίζουν ζωηρότερα τώρα οι ευλαβητικές γιορτές της Σκιάθου, είναι η ανησυχία του για τη στιγμή που τον αποτράβηξα ως την προσήλια γωνίτσα του μικρού καφενείου, για να ποζάρει μπροστά στο φακό μου. Να «ποζάρει» είναι ένας λεχτικός τρόπος. Είχε πάρει μόνος του τη φυσική του στάση απάνω σε μια πρόστυχη καρέκλα, με τα χέρια σταυρωμένα στο στήθος, με το κεφάλι σκυφτό, με τα μάτια χαμηλωμένα, στάση βυζαντινού αγίου, σαν ξεσηκωμένη από κάποιο καπνισμένο παλιό τέμπλο ερημοκλησιού του νησιού του. Αυτή δεν ήταν στάση για μια πεζή φωτογραφία. Ήταν μια καλλιτεχνική σύνθεση, και θα μπορούσε να είναι ένα έργο του Πανσελήνου ή του Θεοτοκοπούλου. Αμφιβάλλω αν φωτογραφικός φακός έλαβε ποτέ μια τέτοια ευτυχία.
Αλλά ο Αλέξανδρος ήταν βιαστικός να τελειώνουμε. Γιατί; Μου το ψιθύρισε, ανήσυχα, στο αυτί, και ήταν η πρώτη φορά που τον είχα ακούσει -ούτε φαντάζομαι πως θα τον άκουσε ποτέ κανένας άλλος- να μιλεί γαλλικά:
-Nous excitons la curiosité du public.
Ακούσατε; Ερεθίζαμε την περιέργεια του… Κοινού! Ποιου Κοινού; Δεν ήταν εκεί κοντά μας παρά ένα κοιμισμένο γκαρσόνι του καφενείου, ένας γεροντάκος που λιαζότανε στην άλλη γωνιά του μαγαζιού, και δυο λουστράκια που παίζανε παράμερα. Αυτό ήταν το Κοινό, που ανησυχούσε τον Παπαδιαμάντη η «περίεργειά» του. Και αυτή ήταν η διαπόμπευσή του, που βιαζότανε να της δώσει ένα τέλος.
-Η φιλία ενίκησε το ζορμπαλίκι… μου είπε -αντιγράφω τα ίδια του τα λόγια- στο τέλος του μαρτυρίου του.
Μήπως δεν ήταν στ’ αλήθεια, μια πραγματική θυσία που είχε κάνει στη φιλία μου; Μια θυσία της αγιότητάς του στην ειδωλολατρική ματαιότητα των εγκοσμίων.
(…)

ΠΑΥΛΟΣ ΝΙΡΒΑΝΑΣ 
περιοδικό ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ, τ. 163, 1/10/1933

 

Πώς δύναταί τις να γίνη ανήρ χωρίς ν’ αγαπήση δεκάκις τουλάχιστον, και δεκάκις ν’ απατηθή; 

 «ΟΛΟΓΥΡΑ ΣΤΗ ΛΙΜΝΗ» 

 

Μία δυστυχία δεν έρχεται ποτέ μόνη της. 

«Η ΧΤΥΠΗΜΕΝΗ» 

 

Ό,τι είναι παράδοσι εν τη ιστορία, ό,τι έχει την χροιάν του θρύλου και της φήμης από γυναικείαν φαντασίαν βεβαίως εξήλθεν.

Θα έλεγε τις ότι η χώρα αύτη ηλευθερώθη επίτηδες, διά να αποδειχθή, ότι δεν ήτο ικανή προς αυτοδιοίκησιν.  

«ΒΑΡΔΙΑΝΟΣ ΣΤΑ ΣΠΟΡΚΙΑ» 

 

Όπου γενικότης, εκεί και επιπολαιότης. 

Η πλουτοκρατία ήτο, είναι και θα είναι ο μόνιμος άρχων του κόσμου, ο διαρκής Αντίχριστος. 

Η φιλοδοξία είναι η νόσος των χορτάτων.

 «ΟΙ ΧΑΛΑΣΣΟΧΩΡΗΔΕΣ» 

 

 Ζωή είναι αυτό, πόλεμος είναι. 

«ΟΙ ΕΛΑΦΡΟΪΣΚΙΩΤΟΙ»

 

Ο άνθρωπος, αν και ως κοινωνικόν ζώον έπρεπε ν’ αγαπά τους πάντας, όλον τον κόσμον, επειδή έχει την ανάγκην των και δεν ημπορεί μόνος να ζήση, μ’ όλα ταύτα, κατ’ ουσίαν, ουδένα αγαπά, ειμή μόνον τον εαυτόν του, τον οποίον και φθείρει από την πολλήν φιλαυτίαν… 

«ΤΑ ΡΟΔΙΝΑ ΑΚΡΟΓΙΑΛΙΑ» 

 

Φαίνεται σ’ αυτόν τον κόσμο, όσο σιγουράρει κανείς, τόσο περίπλοκος βρίσκεται. 

«ΑΓΑΠΗ ΣΤΟΝ ΓΚΡΕΜΝΟ» 

 

Ο κόσμος θα εξακολουθή πάντοτε να βαδίζη εμπρός, πότε κούτσα – κούτσα, πότε σήκω – πέσε με σκιρτήματα μονοπόδαρα, με  σκοντάμματα, ή με βήματα καρκίνου. Και αλλοίμονον εις τους όσοι εγήρασαν κι εκουράσθησαν και δεν δύνανται να παρακολουθήσουν. 

«ΤΑ ΜΑΓΙΑ ΤΗΣ ΔΑΣΚΑΛΑΣ» 

 

Ω, η λύπη, ο οίκτος αυτός, ο υβριστικώτερος πάσης ύβρεως! 

 «Η ΠΙΤΡΟΠΙΣΣΑ» 

 

Ιδού τώρα, σας παρακαλώ, τι θα ειπή νεανική κεφαλή, ήτις γυρίζει εις τον άνεμον ως μαγνητική βελόνη.

Να αλλάξει τις τα συμβάντα δεν ημπορεί, αλλ’ ημπορεί ν’ αλλάξη τον εαυτόν του. 

Τι θα εγίνετο η ανθρωπότης, αν έκαστος κατεβάλλετο υπό της πρώτης συμφοράς, ήτις τω επέρχεται; 

«Η ΜΕΤΑΝΑΣΤΙΣ» 

 

Άνευ ψεύδους ουδεμία υπόθεσις ευοδούται. 

«ΧΡΗΣΤΟΣ ΜΗΛΙΟΝΗΣ» 

 

Ο θάνατος επέρχεται ή πολύ γρήγορα ή πολύ αργά. Ή κλείει τις τα όμματα προτού να ιδή τον σκοπόν του κατωρθωμένον, ή απέρχεται εις τα αιωνίους μονάς αφού τον ιδή ναυαγήσαντα, ή επιτυχόντα προς στιγμήν και καταστραφέντα διά πάντοτε, όπερ είναι το αυτό και κάτι χειρότερον. 

Το αυτό χώμα θα σκεπάση τους σοφούς και τους αμαθείς, η αυτή φωτιά θα καύση τους πλουσίους και τους φτωχούς, τους ισχυρούς και τους αδυνάτους. 

Η κόλασις μας έδωκε προς ανάμνησίν της το πυρ των παθών όπερ είναι μικρόν μέρος του αιωνίου πυρός. 

Πάσαν σημαντικήν κάκωσιν δύναται η φύσις να υπομείνη, την πείναν, το ψύχος, την οδύνην και την ένδειαν. Αλλ’ η ένδεια της καρδίας, ώ, αύτη μαραίνει το σώμα και την ψυχήν. 

Ή εις την καρδίαν πρέπει ν’ απευθύνεται διήγησίς τις ή εις την φαντασίαν. Όστις δε στοχάζεται τους ενός, εξ ανάγκης αστοχεί του ετέρου. Αλλ’ όστις και του πρώτου αστοχεί και του δευτέρου αποτυγχάνει, είναι ατυχής συγγραφεύς, άξιος οίκτου. 

«Η ΓΥΦΤΟΠΟΥΛΑ» 

 

Είμεθα πολύ ευφυέστερος λαός από τα άλλα της Ανατολής εθνάρια. Πλην, αναντιρρήτως, είμεθα επιπολαιότερος λαός και από αυτούς τους Ανατολίτας και από πολλούς άλλους. 

Τώρα όμως η πράγματι επικρατούσα θρησκεία είναι ο πλέον ακάθαρτος και κτηνώδης υλισμός. Μόνον κατά πρόσχημα είναι η χριστιανοσύνη. 

«ΙΑΤΡΕΙΑ ΤΗΣ ΒΑΒΥΛΩΝΟΣ» 

 

Για ν’ αποκτήση κανείς γρόσια, άλλος τρόπος δεν είναι, πρέπει νάχη μεγάλη τύχη, να εύρη στραβόν κόσμο, και να είναι αυτός μ’ ένα μάτι, δεν του χρειάζονται δύο. Πρέπει να φάη σπίτια, να καταπιή χωράφια, να βουλιάξη καράβια, με τριανταέξ τα  εκατό θαλασσοδάνεια, το διάφορο κεφάλι. 

«ΤΑ ΒΕΝΕΤΙΚΑ» 

 

Ο Θεός, όστις έκαμε τας αράχνας διά να συλλαμβάνουν τα μυίας, παρεχώρησε να υπάρχουν οι τοκογλύφοι, διά να τιμωρούνται οι μέθυσοι και οι οκνηροί. 

«Ο ΠΕΝΤΑΡΦΑΝΟΣ» 

 

Αχ! κάθε αμαρτία έχει και τη γλύκα της. 

«Η ΦΟΝΙΣΣΑ» 

 

Η αλήθεια είναι πάντοτε παράλογος, και διά τούτο δεν την λέγουσι ποτέ οι φρόνιμοι και ηλικιωμένοι άνθρωποι, αλλά την ομολογούσιν οι μεθυσμένοι, οι τρελλοί, οι άρρωστοι και τα μικρά παιδία. 

Και εξ όλων των καρπών ο μόνος, όστις δεν χρήζει ούτε καιρού ούτε ώρας διά να ωριμάση, είναι ο σατανικός έρως. 

Η γενεαλογία της πολιτικής είναι συνεχής και γνησία κατά τους προγόνους. Η αργία εγέννησε την πενίαν. Η πενία έτεκε την πείναν. Η πείνα παρήγαγε την όρεξιν. Η όρεξις εγέννησε την αυθαιρεσίαν. Η αυθαιρεσία εγέννησε την ληστείαν. Η ληστεία εγέννησε την πολιτικήν. 

Ο κόσμος τοιούτος είναι κατεσκευασμένος, διά να κλέφτη κανείς και να σκοτώνη. Και αυτοί όπου κάμνουν τον αφέντην έχουν κλέψει και σκοτώσει πολύ περισσότερα. 

Αν ο δήμιος είναι άξιος περιφρονήσεως, ο δικαστής όστις κρύπτεται όπισθεν αυτού, είναι συνένοχός του, αίτιος της ενοχής του δημίου μάλιστα, και είναι άξιος πολλαπλασίας περιφρονήσεως. 

«ΟΙ ΕΜΠΟΡΟΙ ΤΩΝ ΕΘΝΩΝ» 

  

ερωτήματα αναπάντητα για 168 χρόνια

07/08/2010

Διατί ο άνθρωπος, λέγω, να ευρίσκεται εις ακατάπαυστον πόλεμον μεταξύ των φυσικών κλίσεων και των κοινωνικών ή θρησκευτικών καθηκόντων;
Αι σκέψεις αύται έφεραν εις τον νουν μου πολλάς άλλας αντιφάσεις και ανεξήγητα φαινόμενα, τα οποία απαντώμεν καθημέραν.
Διατί, χάριν λόγου, ν’ αγαπώμεν τόσον την ζωήν, ήτις είναι πλήρης θλίψεων και οδυνών;
Διατί αποστρεφόμεθα το γήρας, εν ω επιθυμούμεν να ζήσωμεν μέχρι γήρατος;
Διατί αι γυναίκες, εν ω εγεννήθησαν διά να τεκνοποιούν, όχι μόνον γεννώσι με πόνους, το οποίον είναι συνέπεια της προμητορικής των κατάρας, αλλά πολλόταται χάνουν και την ζωήν των;
Διατί τόσα τέκνα αποθνήσκουν εις την οδοντοφυΐαν, εν ω οι οδόντες είναι αναπόφευκτοι εις τον άνθρωπον;
Διατί όλαι αι ηδοναί μας να φαρμακεύωνται;
Διατί η ευλογία και αλλοτριόχωρος άλλη ασθένεια να θερίζουν το δέκατον μέρος των ανθρώπων;
Διατί τόσοι απατεώνες και κακούργοι, άξιοι ν’ ανασκολοπισθώσιν, ευδαιμονούν, εν ω ο τίμιος άνθρωπος δυστυχεί, κατατρέχεται και περιφρονείται;
Διατί ο υιός ανοήτου γίνεται πνευματώδης;
Διατί γονείς ευειδείς γεννούν τέκνα ασχημότατα και το ανάπαλιν;
Διατί η αρετή είναι σπανιωτέρα από την κακίαν;
Διατί να κλαίωμεν από την χαράν, καθώς και από την λύπην;
Διατί περισσότερον φείδονται οι άνθρωποι την ζωήν των  εις τους 60 χρόνους παρά εις τους 20;
Διατί εις τας κυριωτέρας θρησκείας δέονται τον Θεόν εις γλώσσαν, την οποίαν δεν εννοεί ο λαός;
Διατί τινάς ημέρας τρώγομεν τα ωά της όρνιθος και των ιχθύων, εν ω μας είναι απηγορευμέναι αι μητέρες των;
Διατί εχθρευόμεθα, υβρίζομεν, αναθεματίζομεν, καταδιώκομεν, και ενίοτε καίομεν τους Εβραίους, εν ω η ιστορία των προπατόρων τους είναι εις ημάς ιερά;
Διατί η χάλαζα φθείρει τους κόπους του γεωργού;
Διατί μυριάδες οξυνόων ανθρώπων να έχουν επί κεφαλής των ένα βλάκα;
Διατί να γεννώνται άνθρωποι, όχι μόνον βωβοί, κωφοί, εξαδάκτυλοι και διπλόρρινοι, αλλά και τετράποδοι; Πώς γίνονται τα εκτρώματα ταύτα;

ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΟΣ «Ο ΖΩΓΡΑΦΟΣ»
Εκδόσεις ΝΕΦΕΛΗ

 

ήταν όνειρο κι έμεινεν, άχνα και πάει…

05/08/2010

 

Σαν πεθάνω εκείνο που θα μου λείψει πιο πολύ δεν είναι η ζωή. Είναι το όνειρο.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΤΣΑΤΣΟΣ «Η ΖΩΗ ΣΕ ΑΠΟΣΤΑΣΗ»

 

Όνειρο σημαίνει
να μην υπάρχουν σύνορα
κι οι βλοσυροί καχύποπτοι φρουροί τους.
Ελεύθερα να μπαίνεις σ’ άνθρωπο
κι ούτε τις ει, ούτε τις οίδε.

ΚΙΚΗ ΔΗΜΟΥΛΑ από το «ΣΥΝΔΡΟΜΟ»

 

Πού πάνε τα όνειρά μας σαν πεθάνομε;

ΝΑΠΟΛΕΩΝ ΛΑΠΑΘΙΩΤΗΣ «DOLENTE»

 

Τα όνειρα των ανθρώπων είναι ιερά.

ΑΓΓΕΛΟΣ ΤΕΡΖΑΚΗΣ «ΑΠΡΙΛΗΣ»

 

Στη ζωή έχεις πέντε αισθήσεις, στα όνειρά σου εκατό… η ελευθερία σου δεν έχει όρια…

ΙΑΚΩΒΟΣ ΚΑΜΠΑΝΕΛΛΗΣ «ΕΒΔΟΜΗ ΜΕΡΑ ΤΗΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑΣ»

 

Τ’ όνειρο είναι πράμα ανυπόστατο, όμως ξεφανερώνει την ψυχή εκείνου που το είδε: το μυστικότερο πόθο του, την πιο ανομολόγητη αμαρτία του, ή τη λύτρωσή του.

ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΠΡΕΒΕΛΑΚΗΣ «Ο ΑΓΓΕΛΟΣ ΣΤΟ ΠΗΓΑΔΙ»

 

Το Όνειρον, μήπως δεν είναι παρά η Πραγματικότης εν εμβρύω;

ΜΙΧΑΗΛ ΜΗΤΣΑΚΗΣ

 

Πώς μας πλανεύει το όνειρο της ευτυχίας ξανά,
σα να ήταν μια φορά να μας γελάσει!

ΙΩΑΝΝΗΣ ΓΡΥΠΑΡΗΣ «ΤΟ ΑΠΟΒΡΟΧΟ»
από το ΣΠΟΥΔΑΣΤΗΡΙΟ ΝΕΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ

 

Όνειρο ονείρου τ’ όνειρο που είδα με ξύπνια μάτια.

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΔΡΟΣΙΝΗΣ «ΣΚΕΨΕΙΣ»
από το ΣΠΟΥΔΑΣΤΗΡΙΟ ΝΕΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ

 

Μεσ’ στ’ όνειρό σου ταμπουρώθηκες και πια δε θες να φύγεις
και πια δε καταδέχεσαι τη γης, αϊτέ, να περπατήσεις!

ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ «ΟΔΥΣΣΕΙΑ»
από το ΣΠΟΥΔΑΣΤΗΡΙΟ ΝΕΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ

 

Κάθε λουλούδι έχει τη θέση του στον ήλιο,
κάθε άνθρωπος έχει ένα όνειρο. Κάθε άνθρωπος
έχει έναν ουρανό πάνου από την πληγή του,
κι ένα μικρό παράνομο σημείωμα της άνοιξης μέσα στην τσέπη του.

ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ «ΔΟΚΙΜΑΣΙΑ»
από το ΣΠΟΥΔΑΣΤΗΡΙΟ ΝΕΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ

 

Η ζωή είναι όνειρο, ναι, αλλά με τρομαχτική οδυνηρή ενάργεια -που δεν αλλάζει όμως το φευγαλέο και το τελικά ανυπόστατο του ονείρου.

ΑΓΓΕΛΟΣ ΤΕΡΖΑΚΗΣ «ΠΡΟΣΩΠΙΚΕΣ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ»
από το ΣΠΟΥΔΑΣΤΗΡΙΟ ΝΕΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ

 

Ο στίχος «ήταν όνειρον κι έμεινεν, άχνα και πάει» είναι από το ποίημα του Κ. Βάρναλη «Η μάνα του Χριστού»