Πάτροκλος εναντίον Σαρπηδόνα (Ιλιάδα, ραψωδία Π)
Η μονομαχία Πάτροκλου – Σαρπηδόνα έχει το εξής παράδοξο: Ο Σαρπηδόνας είναι γιος του Δία κι ο Δίας γνωρίζει πως η μοίρα του Σαρπηδόνα είναι να σκοτωθεί από τον Πάτροκλο. Σκέφτεται λοιπόν να τον αρπάξει απ’ τη μάχη για να τον σώσει. Επεμβαίνει τότε η Ήρα και του λέει σε αυστηρό τόνο πως δε γίνεται να σώσει απ’ τα δεσμά του θανάτου «έναν άνθρωπο θνητό που έχει ήδη κριθεί από τη μοίρα»!
Ναι, ακόμα και ο Δίας, ο ύψιστος των θεών, είναι υποχρεωμένος να υπακούει στη μοίρα που ορίζει τις ζωές των ανθρώπων, και δεν μπορεί να την παραβιάσει. Έτσι ο Σαρπηδόνας σκοτώνεται από τον Πάτροκλο. Λίγο πριν το θάνατό του όμως, ζητάει από τον ξάδελφο και φίλο του, Γλαύκο, να αποτρέψει τους Έλληνες από το να του πάρουν τα άρματα και την πανοπλία. Ακολουθεί μια άγρια μάχη γύρω από το πτώμα του Σαρπηδόνα με τους Έλληνες να καταφέρνουν τελικά να πάρουν τα άρματα και την πανοπλία του νεκρού και τον Απολλώνα να επεμβαίνει, μετά από προτροπή του Δία, για να πάρει το άψυχο σώμα του Σαρπηδόνα και να το μεταφέρει στη Λυκία όπου εκεί του έγινε καθώς πρέπει ταφή από τα αδέλφια και τους φίλους του.
Ο θάνατος του Σαρπηδόνος. Λεπτομέρεια από ερυθρόμορφη υδρία.
από τη Βικιπαίδεια
Έκτορας εναντίον Πάτροκλου (Ιλιάδα, ραψωδία Π)
Ο Πάτροκλος, μεθυσμένος από τις επιτυχίες του εναντίον των Τρώων, παρακούει την εντολή του Αχιλλέα και φτάνει μέχρι τα τείχη της Τροίας. Τρεις φορές ανέβηκε στα τείχη και η Τροία θα έπεφτε εκείνη την ημέρα αν δεν βρισκόταν ο Απόλλωνας να σπρώχνει κάτω τον Πάτροκλο. Την τέταρτη φορά ο Απόλλωνας του λέει: «Υποχώρησε, Πάτροκλε. Καθόλου δεν είναι η μοίρα σου να καταστρέψεις εσύ την πόλη της Τροίας. Ούτε καν η μοίρα του Αχιλλέα». Ο Πάτροκλος καταλαβαίνει ότι πηγαίνει κόντρα στη μοίρα του και υποχωρεί. Τότε ο Απόλλωνας πηγαίνει στον Έκτορα και τον παρακινεί να κυνηγήσει τον Πάτροκλο. Ο Έκτορας αφήνει τους άλλους Αχαιούς και ορμάει εναντίον του Πάτροκλου. Ο Πάτροκλος πετάει μια μεγάλη πέτρα και σκοτώνει τον ηνίοχο του Έκτορα, τον Κεβριόνη κι ακολουθεί μάχη για το πτώμα του Κεβριόνη. Ο Έκτορας κρατάει το πτώμα απ’ το κεφάλι, ο Πάτροκλος από το πόδι, φτάνουν για βοήθεια κι άλλοι Τρώες και Αχαιοί κι ο ένας πέφτει πάνω στον άλλο και σφάζονται χωρίς κανείς να σκέφτεται τη φυγή. Τελικά υπερισχύουν οι Αχαιοί, παίρνουν το πτώμα για να του βγάλουν τα άρματα ενώ ο Πάτροκλος επιτίθεται πάλι, σκοτώνοντας αράδα τους Τρώες. Κάποια στιγμή όμως επεμβαίνει ο Απόλλωνας και χτυπάει από πίσω τον Πάτροκλο στη ράχη και τους ώμους, ρίχνει κάτω το κράνος του και του λύνει το θώρακα. Ο Πάτροκλος τα χάνει, παραλύουν τα μέλη του, και βρίσκει ευκαιρία ο Εύφορβος να τον χτυπήσει με το δόρυ του στη ράχη, χωρίς όμως να τον σκοτώσει. Ο Πάτροκλος παραπαίει και προσπαθεί να επιστρέψει στις γραμμές των Αχαιών, μέχρι που έρχεται ο Έκτορας με το δικό του δόρυ και τον καρφώνει στο λαγόνι σκοτώνοντάς τον οριστικά. Δεν έχουμε δηλαδή μια κανονική και δίκαιη μονομαχία. Η επέμβαση του Απόλλωνα είναι καθοριστικής σημασίας και αυτό λέει ο Πάτροκλος με παράπονο στον Έκτορα λίγο πριν πεθάνει: «Έκτορα, ο Δίας σου χάρισε τη νίκη. Κι ο Απόλλωνας. Αυτοί με λύγισαν. Αυτοί μου αφαίρεσαν τα άρματα απ’ τους ώμους. Ακόμα και είκοσι σαν εσένα να βρίσκονταν μπροστά μου θα πέθαιναν. Αλλά η φονική μοίρα (νάτη πάλι η μοίρα) κι ο Απόλλωνας με σκότωσαν. Ύστερα ήρθε ο Εύφορβος και τρίτος εσύ».
Ο Κεβριόνης πάνω στο άρμα. Τον πλαισιώνουν ο Έκτορας και ο Γλαύκος
Μελανόμορφη υδρία, Λονδίνο, Βρεταννικό Μουσείο (αντίγραφο)
από το http://digitalschool.minedu.gov.gr/modules/ebook/show.php/DSGYM-B108/208/1456,4857/
Σκάμανδρος (ο ποταμός!) εναντίον Αχιλλέα (Ιλιάδα, ραψωδία Φ)
Πρόκειται για μια από τις ωραιότερες σκηνές (δεν είναι ακριβώς μονομαχία) της Ιλιάδας. Ο Αχιλλέας, θέλοντας να εκδικηθεί το θάνατο του Πάτροκλου, σκοτώνει όποιον Τρωαδίτη βρίσκει μπροστά του και πετά τα πτώματα στον ποταμό Σκάμανδρο (οι Τρώες τον ονόμαζαν Ξάνθο και πίστευαν πως ήταν γιος του Δία). Κάποια στιγμή ο ποταμός αρχίζει να συναντά δυσκολίες στη ροή του και, παίρνοντας ανθρώπινη μορφή, ζητά από τον Αχιλλέα να κάνει επιτέλους μια παύση γιατί έχουν γεμίσει πτώματα τα νερά του. Ο Αχιλλέας όμως δεν του δίνει την πρέπουσα σημασία και μπαίνει μέσα στο ποτάμι συνεχίζοντας το δολοφονικό του έργο, έτσι ο Σκάμανδρος θυμώνει και αρχίζει, μουγκρίζοντας, να ξερνάει τους νεκρούς έξω απ’ την κοίτη του, ενώ τους ζωντανούς τους προστατεύει από τον Αχιλλέα μέσα σε βαθιές μεγάλες ρουφήχτρες. Σηκώνει δε ένα φοβερό ανταριασμένο κύμα εναντίον του Αχιλλέα που δεν μπορεί πλέον να κρατηθεί στα πόδια του και αναγκάζεται να πηδήσει έξω από το ποτάμι. Ο Αχιλλέας τώρα τρέχει στην πεδιάδα να σωθεί κι από πίσω τον κυνηγάει ο ποταμός! Όσες φορές σταματάει να δει τι γίνεται πίσω του, τόσες φορές τον κουκουλώνει στους ώμους το πελώριο κύμα του θεόπεμπτου ποταμού. Κι ο Αχιλλέας συνεχίζει να δίνει σάλτους και να πηδάει ψηλά, ενώ από πίσω του έρχεται συνέχεια το κύμα. Έτσι ο Αχιλλέας αναγκάζεται να παρακαλέσει τον Δία να του σώσει τη ζωή λέγοντας πως η μητέρα του, η Θέτις, του έλεγε πως θα σκοτωθεί κάτω από τα τείχη της Τροίας από σαΐτα του Απόλλωνα. Ας τον είχε σκοτώσει τουλάχιστον ο Έκτορας που είναι ο πιο γενναίος απ’ τους Τρώες. Ε, όχι και να πεθάνει από τα νερά ενός ποταμού σαν νεαρός χοιροβοσκός που τον παρασέρνει ο χείμαρρος όταν πάει να τον διαβεί μες στην κακοκαιρία!
Τελικά τρέχουν κοντά του για συμπαράσταση ο Ποσειδώνας κι η Αθηνά. Ο Ποσειδώνας μάλιστα του λέει πως δεν πρόκειται να πεθάνει από το ποτάμι και τον συμβουλεύει να συνεχίσει τον πόλεμο μέχρι να κλείσει τους Τρώες στα τείχη τους. Ύστερα και, αφού έχει σκοτώσει τον Έκτορα, θα πρέπει να επιστρέψει στα πλοία, μια συμβουλή που βέβαια γνωρίζουμε πως δεν τήρησε ο Αχιλλέας, υπερβαίνοντας και αυτός τη μοίρα του και βρίσκοντας έτσι το θάνατο.
Για την περιγραφή των μονομαχιών χρησιμοποιήθηκε η μετάφραση των εκδόσεων ΠΑΠΥΡΟΣ (ΙΩ. ΠΡΩΤΟΠΑΠΠΑ – Ν. ΦΙΛΙΠΠΑ)